Σάββατο 1 Μαΐου 2010

Οι αγώνες δεν είναι παρελάσεις





Η συνταγή της θανατικής καταδίκης κάθε λαϊκού αγώνα είναι γνωστή και πιστά εφαρμοσμένη, χρόνια και χρόνια, από την αξιοθρήνητη «αριστερά» και τους ακόμα πιο θλιβερούς συνδικαλιστές εργατοπατέρες: Το «κλείδωμα» της λαϊκής οργής και ενεργητικότητας στο μπουκάλι των κομματικών και συνδικαλιστικών παρελάσεων.

Αυτοί οι «κλειδοκράτορες» της λαϊκής οργής ανακηρύσσουν Γενικές Απεργίες και καλούν τον κόσμο να κατεβεί στο δρόμο με ένα και μόνο στόχο: Να προσφέρουν το θαυμαστό θέαμα μιας ομόφωνης άρνησης για εργασία και μιας επίσης ομόφωνης ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ στη δουλειά!!!

Μια τέτοια «πολιτική» θεάματος δεν είναι αγώνας. Είναι μια πολιτική που υποσκάπτει κάθε προϋπόθεση αγώνα, που αποχρωματίζει και αφυδατώνει κάθε προϋπόθεση ΣΥΝΕΙΔΗΤΗΣ αγωνιστικής πράξης, που δεν επιτρέπει τη λαϊκή οργή να μετεξελιχτεί σε ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ οργή και το χειρότερο: Επιχειρεί να διοχετεύσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και αγανάκτηση στα κανάλια του εκτονωτικού θεάματος των λαϊκών παρελάσεων…
Η πολιτική που γίνεται θέαμα είναι νεκρή. Οι κινητοποιήσεις που γίνονται θέαμα δεν είναι αγώνες, είναι παρελάσεις: Νεκροί «αγώνες»…
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια κινήθηκαν και οι τωρινές πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις του κομματικού και συνδικαλιστικού θεάματος: Ένα θαυμαστό θέαμα «ομοφωνίας» στο δρόμο και «ομοφωνίας» αποχώρησης από το δρόμο!!!

Παρόλη, ωστόσο, αυτή την «ομοφωνία» ΟΛΩΝ στις πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις, ο οργισμένος ελληνικός λαός δεν «συγκινήθηκε».

Στο δρόμο ήταν μόνο οι στρατοί των πολιτικών κομμάτων, οργανώσεων και συνδικαλιστικών: Στρατοί κουρασμένοι, χωρίς πίστη και πνοή, χωρίς παλμό και συνειδητό θυμό.

Ούτε τον όγκο των εκλογικών τους συγκεντρώσεων δεν κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν. Νεκρικές πομπές περιπατητών, ανθρώπων άνευρων που βγήκαν για βόλτα ή κατέβηκαν από καθήκον ή διατεταγμένα.

Εικόνα θλιβερή: Λόγοι ξύλινοι δίχως να ακουμπούν στο μυαλό και στο συναίσθημα της «λαϊκής οργής». Συνθήματα ξεθωριασμένα, μια πλάκα γραμμοφώνου που ακούμε χρόνια και χρόνια, γι’ αυτό ηχούσε όπως το γουργουρητό του τροχού…

Ο κόσμος ούτε άκουγε, ούτε συμμετείχε σε τίποτα. Βόλταρε αδιάφορα, κουβέντιαζε, περιφερόταν σαν απολωλός πρόβατο, μια στάση τουρίστα: Έμοιαζε σαν ένα σώμα χωρίς θέληση και ψυχή, με χίλια χέρια και χίλια πόδια που εκτελεί αυτόματες κινήσεις…

Σε μια περίοδο που και οι πέτρες είναι οργισμένες οι μεγάλες λαϊκές μάζες δεν «συγκινήθηκαν», ούτε πείστηκαν από τα θεάματα των κομματικών και συνδικαλιστικών καλεσμάτων. Αρνήθηκαν να κλειστούν στα μπουκάλια των κομμάτων και των αχρείων εργατοπατέρων.

Και αυτοί που κατέβηκαν ήταν εκλογικοί στρατοί των κομμάτων και των Συνδικάτων, ήταν άνθρωποι που κατέβηκαν μόνο από ενοχές και ΟΧΙ με το πάθος της οργισμένης και συνειδητής πράξης.

ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ σε αυτά τα κόμματα. Ακολουθούν λόγω του νόμου της αδράνειας και των ενοχών…

Αν υπήρχε και η παραμικρή σπίθα ελπίδας και πίστης σε αυτά τα κόμματα η κοχλάζουσα ΟΡΓΗ της κοινωνίας (σήμερα και οι πέτρες ξεχειλίζουν από οργή) θα πλημμύριζε, σαν ορμητικός χείμαρρος, το κέντρο της Αθήνας. Η Αθήνα και όλη η Ελλάδα θα συγκλονιζόταν από το πάθος της εκρηκτικά συσσωρευμένης οργής.

ΟΣΟΙ έχουν ζήσει την κινητοποιημένη ελπίδα, όχι απλώς τις μεγάλες αγωνιστικές θύελλες, αλλά και αυτή την κινητοποιημένη ελπίδα προς κάποια κόμματα στο παρελθόν (ΠΑΣΟΚ της πρώτης περιόδου) μπορεί να αντιληφθεί την νεκρική πομπή της απελπισίας των τωρινών συγκεντρώσεων.

Η Ελπίδα παλιά δημιουργούσε ανατινάγματα ιδεών και πράξεων, ηλέκτριζε, οι δρόμοι γινόντουσαν λαϊκοί χείμαρροι, τα πάντα βρίσκονταν σε κοχλάζουσα ενεργητική κινητικότητα.

ΣΗΜΕΡΑ η οργή που συσσωρεύεται εκρηκτικά δεν έχει διέξοδο ελπίδας προς ΚΑΝΕΝΑ κόμμα, γίνεται ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ: και η απελπισία θα εκραγεί κάποια μέρα τυφλά παίζοντας τα παιχνίδια των δήμιών μας…

ΟΤΑΝ σε τέτοιες προεπαναστατικές συνθήκες τα δήθεν αριστερά κόμματα και οι εργατικές πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες κάνουν τέτοιες πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις, θεάματα νωθρής γυμναστικής, ΑΥΤΟ αποτελεί το πλέον καταλυτικό στοιχείο πιστοποίησης του θανάτου τους…

Αυτές οι πτωματικές ηγεσίες αποτελούν τα υποστυλώματα του καθεστώτος που δήθεν πολεμούν, με κούφια λόγια…