Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Αναθεώρηση της Συνθήκης του Σενγκεν και η ΑΠΟΓΡΑΦΗ πληθυσμού στην Ελλάδα

Από την Εφημερίδα «Παρόν».
Γράφει ο
ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΝΕΑΡΧΟΥ
Πρέσβυς ε.τ.
  



- Η Ευρώπη επαναφέρει τους ελέγχους στα ευρωπαϊκά σύνορα, αλλά η Ελλάδα συνεχίζει την πολιτική της ανοχής και της νομιμοποιήσεως των Λαθρομεταναστών
Το νέο κύμα λαθρομεταναστών και προσφύγων που έπληξε την Ιταλία, μετά την ανατροπή του καθεστώτος στην Τυνησία και την πολεμική σύρραξη στη συνέχεια στη Λιβύη, είχε ως συνέπεια όπως αναμενόταν, έντονες αντιδράσεις και διαμάχες στην Ευρώπη σχετικά με την αντιμετώπιση του θέματος ως ευρωπαϊκού προβλήματος, στο πλαίσιο μιας κοινής ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής.

Η Ιταλία, που ακολουθεί ήδη από χρόνια μια ιδιαιτέρως σκληρή μεταναστευτική πολιτική, κατέστησε σαφές ότι δεν θα δεχόταν σε καμιά περίπτωση να επωμισθεί μόνη το πρόβλημα, λόγω γεωγραφικής γειτονίας. Έδωσε γι' αυτό σε 25.000 τυνήσιους λαθρομετανάστες προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα για να μπορέσουν να ταξιδέψουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αξιοποιώντας την απουσία συνοριακών ελέγχων στον χώρο της Συνθήκης Σένγκεν.

Οι περισσότεροι από αυτούς, ως γαλλόφωνοι, προτίμησαν βεβαίως να κατευθυνθούν στη Γαλλία. Ο γάλλος Πρόεδρος και η γαλλική κυβέρνηση αντέδρασαν έντονα.

Ανέστειλαν μονομερώς τις σχετικές πρόνοιες της Συνθήκης Σένγκεν και έστειλαν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις στα γαλλοϊταλικά σύνορα.

Το γαλλοϊταλικό επεισόδιο έληξε με επίσκεψη του γάλλου Προέδρου στη Ρώμη. Αυτή δεν είχε, βεβαίως, ως αποκλειστικό θέμα την ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική. Το τελευταίο όμως ήταν στο επίκεντρο των προσπαθειών του γάλλου Προέδρου να επαναφέρει τις γαλλοϊταλικές σχέσεις στο κλίμα της στρατηγικής συνεργασίας, που είχε προβληθεί πανηγυρικά κατά την τελευταία συνάντηση κορυφής μεταξύ των ηγετών των δύο χωρών.

Ο γάλλος Πρόεδρος δεν είχε, άλλωστε, λόγους να μη συμμερισθεί με τον ιταλό πρωθυπουργό την ανάγκη μιας ευρωπαϊκής αυστηρής πολιτικής στο θέμα της λαθρομεταναστεύσεως.

Ο ίδιος είχε πρωτοστατήσει για τη θέσπιση μιας τέτοιας κοινής πολιτικής, υπό τη μορφή του γνωστού Ευρωπαϊκού Συμφώνου για τη Μετανάστευση. Το τελευταίο όμως αποδείχθηκε τελικά πολύ κατώτερο των προσδοκιών, λόγω των διαφωνιών και των επιφυλάξεων που προέβαλαν διάφορες χώρες, μεταξύ αυτών, όσο περίεργο και παράδοξο κι αν φαίνεται, και η δική μας χώρα.

Ο γάλλος Πρόεδρος έχει, επιπλέον, το εσωτερικό του μέτωπο εν όψει των εκλογών του 2012. Το μεταναστευτικό είναι η αιχμή του δόρατος στην προεκλογική εκστρατεία της Μαρίν Λεπέν, η οποία φιλοδοξεί να καταλάβει, στον α' γύρο των Προεδρικών εκλογών, τη δεύτερη θέση και να θέσει εκτός μάχης τον υποψήφιο είτε του κυβερνώντος κόμματος είτε του Σοσιαλιστικού Κόμματος της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως.

Στο πλαίσιο αυτό, με δεδομένη την απουσία μιας πραγματικά κοινής Ευρωπαϊκής Μεταναστευτικής Πολιτικής, αναζητήθηκε η λύση προς την κατεύθυνση της επαναφοράς των εθνικών ελέγχων στα σύνορα του χώρου Σένγκεν, με τροποποίηση της Συνθήκης.

Η Γαλλία δεν χρειάσθηκε να ασκήσει ιδιαίτερη πίεση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να συμπλεύσει, γιατί οι γαλλικές προτάσεις υποστηρίζονται ενεργά και ανεπιφύλακτα από όλες σχεδόν τις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες.

Οι τελευταίες δεν έχουν καμία διάθεση να μοιρασθούν το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι γεωγραφικά εκτεθειμένες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου. Αντιθέτως, τις εγκαλούν για αβελτηρία στον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και στην εφαρμογή των κανονισμών της Συνθήκης Σένγκεν.

Ορισμένες από αυτές μάλιστα, οι πιο απομακρυσμένες στον Βορρά, τις εγκαλούν ταυτοχρόνως για το ότι δεν παρέχουν σε ικανό αριθμό «προσφύγων» πολιτικό άσυλο και ότι δεν «υποδέχονται» υπό αξιοπρεπείς συνθήκες τους «πρόσφυγες» λαθρομετανάστες.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΣΕΝΓΚΕΝ


Η αρμόδια Επίτροπος για θέματα μεταναστεύσεως και πολιτικού ασύλου Σεσίλια Μάλστρομ παρουσίασε, σε δηλώσεις της, τη νέα θέση της Επιτροπής.
Είπε συγκεκριμένα ότι «προκειμένου να διασφαλισθεί η σταθερότητα της ζώνης Σένγκεν, είναι ίσως αναγκαίο να προβλέπεται από τη Συνθήκη, υπό πολύ ιδιαίτερες συνθήκες, η προσωρινή επαναφορά περιορισμένων ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα».

Σημειώνεται ότι και με την ισχύουσα σήμερα Συνθήκη είναι δυνατή η προσωρινή επαναφορά ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα για λόγους «δημοσίας τάξεως και εθνικής ασφάλειας». Πρόκειται επομένως για διεύρυνση των προνοιών αυτών που παρουσιάζεται ως προσωρινή, αλλά θα αποβεί μόνιμη, εφόσον η καταδεικνυόμενη αιτία της λαθρομεταναστεύσεως δεν πρόκειται σύντομα να εκλείψει.

Ο πυρήνας της νέας προτάσεως της Επιτροπής είναι, προφανώς, η επαναφορά των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα. Η πρόταση όμως παρουσιάζεται ευσχήμως ως «πακέτο μέτρων» που θα ενισχύσει την υποτιθέμενη κοινή μεταναστευτική πολιτική και τον έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, ιδιαίτερα στις χώρες-μέλη της πρώτης γραμμής του Ευρωπαϊκού Νότου. Αναφέρονται, συγκεκριμένα, η ενίσχυση της Frontex και η οικονομική υποστήριξη για την αντιμετώπιση του προβλήματος των λαθρομεταναστών.

Η ενίσχυση της Frontex είναι ευπρόσδεκτη. Παραμένει όμως ως ερώτημα το θέμα των όρων εντολής ώστε η δύναμη αυτή να έχει πραγματική ικανότητα αποτροπής και όχι απλώς «υποδοχής», σύμφωνα με τις πρόνοιες του καθεστώτος του ευρωπαϊκού πολιτικού ασύλου, όλων των λαθρομεταναστών, που παρουσιάζονται συστηματικά, για προφανείς λόγους, ως «πρόσφυγες».

Εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει ένα καθεστώς υπό αυτούς τους όρους, θα πρέπει τότε να είναι έτοιμη να επωμισθεί αναλογικά το βάρος του προβλήματος και να δεχθεί κάθε χώρα το ποσοστό των λαθρομεταναστών-»προσφύγων» που της αναλογεί. Δεν μπορεί να αφήνει το πρόβλημα στη συνοριακή χώρα και να περιορίζεται σε οικονομική ενίσχυση για την προσωρινή σίτιση και στέγαση των λαθρομεταναστών, οχυρωμένη η ίδια πίσω από τη Συμφωνία του Δουβλίνου ΙΙ.

Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία προβλέπει το δικαίωμα επαναπροωθήσεως στη χώρα πρώτης υποδοχής και νομιμοποιήσεως όλων των λαθρομεταναστών που θα ήθελαν να μεταβούν σε άλλη χώρα-μέλος της Συνθήκης Σένγκεν.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν χάνει την ευκαιρία, με αφορμή τον αποτελεσματικότερο έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, να προτείνει επίσης την αύξηση των δικών της αρμοδιοτήτων σε βάρος των εθνικών κρατών. Προτείνει, συγκεκριμένα, να ελέγχει η ίδια εάν τα εξωτερικά σύνορα φυλάσσονται αποτελεσματικά και εάν, γενικότερα, εφαρμόζονται οι κανονισμοί της Συνθήκης Σένγκεν. Η πρόταση της Επιτροπής θα συζητηθεί στο Συμβούλιο Υπουργών Εσωτερικών στις 12 Μαΐου. Οριστικές αποφάσεις θα ληφθούν από τη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου.

Η ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΡΙΑΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΝΕΙ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΟΥ ΔΟΥΒΛΙΝΟΥ ΙΙ ΚΑΙ ΜΕΓΕΘΥΝΕΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Είναι προφανές ότι η επαναφορά των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα συμπληρώνει τη Συμφωνία του Δουβλίνου ΙΙ και καθιστά πιο οξύ ακόμη το πρόβλημα της λαθρομεταναστεύσεως για την Ελλάδα.

Λίγους μήνες πριν, η Γερμανία και τέσσερις άλλες χώρες είχαν αναστείλει προσωρινά για ένα έτος την εφαρμογή της Συνθήκης του Δουβλίνου ΙΙ, σε ένδειξη αλληλεγγύης προς την Ελλάδα, μετά ιδίως την κυβερνητική εξαγγελία για την κατασκευή φράχτη 12,5 χλμ στον Έβρο και την απέλαση από τη χώρα όλων των παρανόμων λαθρομεταναστών.

Με την επαναφορά των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα κλείνει και το παράθυρο αυτό που άνοιξε, σε προσωρινή έστω βάση, με την ελπίδα ότι το άνοιγμά του θα μπορούσε να παραταθεί επ' αόριστον εάν διαπιστωνόταν πραγματική αλλαγή πολιτικής στην Ελλάδα και αποτελεσματική επιτήρηση των συνόρων.

Γνωρίζουμε όμως, δυστυχώς, ότι συνεχίζεται ακόμη στη χώρα μας η πελαγοδρομία που άρχισε εδώ και είκοσι χρόνια σ' ένα τρισμέγιστο θέμα, που απειλεί την ίδια την ύπαρξη της Ελλάδος ως έθνους και εθνικού κράτους.

Η Ελλάδα, που είναι η πιο εκτεθειμένη χώρα στη λαθρομετανάστευση και αντιμετωπίζει τη γεωπολιτική επιβουλή της Τουρκίας, ακολουθεί επί είκοσι χρόνια μια αδιανόητη πολιτική ανοχής και «εύκαμπτων» συνόρων, που έχει ήδη μετατρέψει σε γκέτο το ιστορικό κέντρο της ίδιας της πρωτεύουσας της χώρας.

Χειραγωγούμενες από ολέθρια ιδεολογήματα της παγκοσμιοποίησης για δήθεν «πολυπολιτισμική κοινωνία» και υπέρβαση του έθνους, οι κυβερνήσεις των τελευταίων είκοσι χρόνων, συνεπικουρούμενες από ψευδεπίγραφο «προοδευτικό» δήθεν λόγο, πρωτοστάτησαν στο άνοιγμα των συνόρων, στην ανοχή της λαθρομεταναστεύσεως, στον ουσιαστικό εποικισμό της χώρας και στη διάσπαση της εθνικής και κοινωνικής συνοχής.

Μένει κανείς κατάπληκτος για τη συνέχιση ακόμη της ίδιας πολιτικής, όταν τα αποτελέσματά της είναι σήμερα ορατά και στον τελευταίο ακόμη πολίτη και όταν η Τουρκία χρησιμοποιεί απροκάλυπτα τη μαζική λαθρομετανάστευση ως γεωπολιτικό όπλο, τόσο κατά της Ελλάδος όσο και κατά της Κύπρου, για τη δημογραφική μετάλλαξη του ελληνικού εθνικού χώρου και την εγκατάσταση μουσουλμανικών πληθυσμών.

Η πρόταση της Επιτροπής για την επαναφορά των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα, με πίεση της Γαλλίας και των βορείων χωρών, είναι ένα μήνυμα που δεν αφήνει περιθώρια για αβάσιμες σκέψεις και αυταπάτες.

Η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει την ακολουθούμενη μέχρι σήμερα πολιτική, αναμένοντας ότι ο κύριος όγκος των λαθρομεταναστών θα μετακινηθεί σιγά σιγά σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή ότι οι άλλες χώρες θα έρθουν σ' αρωγή.

Το θέμα της λαθρομεταναστεύσεως έχει καταστεί μέγα θέμα σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες και δεν υπάρχει καμία διάθεση από αυτές για αποδοχή πολιτικών ανοχής και ανοικτών συνόρων, όπως αυτές που, παραδόξως, εφαρμόζει ακόμη η ελληνική κυβέρνηση, με πνεύμα παλιοημερολογίτικου και ιδεολογίστικου Ευρωπαϊσμού, νεοφιλελευθερισμού και παγκοσμιοποίησης.

ΔΕΝ ΑΡΚΟΥΝ ΟΙ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΣΜΟΥ. ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΑΛΛΑΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΒΑΣΗ ΑΥΤΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

Η κυβέρνηση αντέδρασε στη νέα πρόταση της Επιτροπής με δηλώσεις εντυπωσιασμού, απειλές για βέτο και ευρωπαϊστική πλειοδοσία. Ποιος είπε όμως ότι η ελεύθερη διακίνηση στον χώρο Σένγκεν δεν αφορά τους ευρωπαίους πολίτες αλλά τους παράνομους μετανάστες απ' όλον τον κόσμο;

Είναι φανερό ότι η ανεξέλεγκτη μαζική λαθρομετανάστευση θα οδηγούσε, αργά ή γρήγορα, σε προτάσεις του είδους αυτού. Το σημαντικό είναι ότι η Ελλάδα, με την ακολουθούμενη «προοδευτική» και «πρωτοποριακή» πολιτική στη λαθρομετανάστευση, βολεύει εξόχως τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης, που μπορούν άνετα να αποστασιοποιούνται από το πρόβλημα, επιρρίπτοντας την ευθύνη στο θύμα.

Για να υπερασπίσει, άλλωστε, την πολιτική αυτή στο παρελθόν, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης έφτασε στο σημείο να δώσει στους άλλους Ευρωπαίους το Δουβλίνο ΙΙ, καταδικάζοντας την Ελλάδα σε ρόλο αναχώματος και «χωματερής» λαθρομεταναστών για την άλλη Ευρώπη.

Επιπλέον όμως η εφαρμογή της Συμφωνίας του Δουβλίνου ΙΙ, καθ' όλην αυτήν την περίοδο μέχρι σήμερα, υπήρξε μονόπλευρη. Γιατί, π.χ., η Ελλάδα δεν ζήτησε την επαναπροώθηση των εκατοντάδων χιλιάδων αφρικανών λαθρομεταναστών που μας ήρθαν από ευρωπαϊκές χώρες, την Ιταλία κυρίως και τη Γαλλία; Γιατί, αντιθέτως, η Ελλάδα αποδέχθηκε από χρόνια τον εσωτερικό έλεγχο στα σύνορά της με την Ιταλία, ενώ απειλεί σήμερα ότι θα θέσει βέτο στην πρόταση της Επιτροπής;

H Ελλάδα εντάχθηκε στον χώρο Σένγκεν επιδιώκοντας δύο βασικούς στόχους. Πρώτον, να συμμετάσχει στον σκληρό ευρωπαϊκό πυρήνα. Δεύτερον, να προωθήσει προς όφελός της την ταύτιση των εθνικών της συνόρων με τα εξωτερικά ευρωπαϊκά σύνορα.

Σε ό,τι αφορά και τους δύο στόχους, ο απολογισμός είναι πενιχρός.
Η αποδοχή του Δουβλίνου ΙΙ, σε συνδυασμό με την ακολουθούμενη πολιτική στη λαθρομετανάστευση, εξουδετέρωσε πρακτικά κάθε σημαντικό πλεονέκτημα για την Ελλάδα της Συνθήκης Σένγκεν.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τον δεύτερο στόχο, η Τουρκία προέβαλε έντονες αντιδράσεις, ισχυριζόμενη ότι είναι ακαθόριστες δήθεν οι διαχωριστικές γραμμές στο Αιγαίο, και κατόρθωσε να περιορίσει σημαντικά τις αποστολές Frontex.

Επιχείρησε μάλιστα να υποκλέψει από την Ελλάδα τον ρόλο της ευρωπαϊκής δυνάμεως Frontex, προτείνοντας την υπογραφή χωριστής συμφωνίας και την ανάληψη από αυτήν, για λογαριασμό της Ευρώπης, της αστυνομεύσεως των θαλασσίων συνόρων στο Αιγαίο, όπως βεβαίως αυτή τα αντιλαμβάνεται.

Αρνητικές για την Ελλάδα είναι επίσης οι συνέπειες της Συνθήκης Σένγκεν σε σχέση με το παρεμπόριο, που συμπορεύεται με τη λαθρομετανάστευση, και σε σχέση με τον τουρισμό, από νέες ιδίως μεγάλες τουριστικές αγορές, όπως είναι η Ρωσία.


ΤΟ ΔΕΟΝ ΓΕΝΕΣΘΑΙ


Με βάση τα παραπάνω και τη γενική κατάσταση στην Ευρώπη, το πρώτιστο που έχει να κάνει η Ελλάδα είναι να επανεξετάσει και να αναθεωρήσει αποφασιστικά την πολιτική της για τη λαθρομετανάστευση.


Απτό παράδειγμα είναι η Ισπανία. Όταν η κυβέρνηση Θαπατέρο διεπίστωσε πού οδηγούσε η πολιτική της ανοχής και της νομιμοποιήσεως των λαθρομεταναστών, έκανε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών και κατόρθωσε, με τη βοήθεια της Ευρώπης, να ελέγξει πλήρως τη λαθρομετανάστευση.

Για την Ελλάδα τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα λόγω της γεωγραφικής της διαμορφώσεως και της υποχθόνιας τουρκικής πολιτικής, που υποθάλπει και διευκολύνει τη λαθρομετανάστευση στην Ελλάδα, επιδιώκοντας γεωπολιτικούς στόχους.

Η μεγαλύτερη όμως δυσκολία που αντιμετωπίζει η χώρα για τον έλεγχο της λαθρομεταναστεύσεως είναι, δυστυχώς, η εσωτερική ιδεολογίστικη πολιτική, που καταλήγει σ' έναν πραγματικό και αυτοκαταστροφικό πολιτικό παραλογισμό σε βάρος της χώρας.

Η προδιαγραφόμενη εξέλιξη από την πρόταση της Επιτροπής είναι ένα νέο ηχηρό μήνυμα ότι η χώρα πρέπει να αλλάξει δραστικά πολιτική και να διεκδικήσει, πάνω σε νέα βάση, ενεργό αλληλεγγύη και αρωγή από την ΕΕ.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα πρέπει να θέσει δυναμικά τις ενστάσεις της για την ακολουθούμενη πολιτική στο θέμα του περιβόητου πολιτικού ασύλου, που λειτουργεί ως δούρειος ίππος της μαζικής λαθρομεταναστεύσεως. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, το θέμα πρέπει να τεθεί ωμά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Εάν η ΕΕ θέλει ένα τέτοιο καθεστώς, που καθιστά εκ των πραγμάτων ανέφικτο τον αποτελεσματικό έλεγχο της λαθρομεταναστεύσεως, θα πρέπει να αναδεχθεί και τις συνέπειες και να μοιρασθεί αναλογικά το βάρος του προβλήματος.

Σε αντίθετη περίπτωση, η Ελλάδα έχει κάθε δικαίωμα, για λόγους εκτάκτων συνθηκών και εθνικής ασφάλειας, να αναστείλει μονομερώς, επ' αόριστον, την εφαρμογή του καθεστώτος αυτού και να ασκήσει πολιτική αποτροπής και όχι «υποδοχής» των λαθρομεταναστών ψευδοπροσφύγων.

Θα πρέπει επίσης να καταστήσει σαφές ότι δεν δέχεται ευρωπαϊκή οικονομική ενίσχυση για μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα των λαθρομεταναστών αλλά για την προσωρινή περίθαλψη και συντήρησή τους μέχρι την επαναπροώθησή τους, με ευρωπαϊκή οικονομική ενίσχυση και συνεργασία.

Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την Τουρκία, που είναι η κύρια πύλη της λαθρομεταναστεύσεως προς την Ελλάδα, θα πρέπει να τεθεί αποφασιστικά το θέμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να συνδεθεί άμεσα με το άνοιγμα νέων κεφαλαίων στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ.

Ως γνωστόν, η Τουρκία πάγωσε επ' αόριστον την εφαρμογή της συμφωνίας επαναπροωθήσεως που υπέγραψε με την ΕΕ, παρά το γεγονός ότι αυτή υπολείπεται πολύ από το πρόβλημα που καλείται να καλύψει. Η Άγκυρα επιδιώκει να πάρει ως «αντάλλαγμα» από την Ευρώπη την κατάργηση της βίζας για τους πολίτες της. Γιατί όμως, εν τω μεταξύ, έσπευσε η Ελλάδα, μονομερώς, να υπογράψει ήδη μια δήθεν συμφωνία επαναπροωθήσεως, που προβλέπει την επαναπροώθηση μόνο 2.000 λαθρομεταναστών ετησίως, όταν ο αριθμός τους υπερβαίνει, ανά έτος, κατά πολύ τους 100.000 λαθρομετανάστες;

Θα πρέπει, τέλος, να επαναφερθεί ο στρατός στον ρόλο του φύλακα των συνόρων, επικουρούμενος από οποιοδήποτε άλλο ειδικό σώμα.

Η φρούρηση συνόρων είναι έργο του εθνικού στρατού της χώρας και ο ρόλος αυτός, που συνδέεται κυριολεκτικά και συμβολικά με την εθνική κυριαρχία, δεν παραχωρείται σε κανέναν άλλο και σε καμιά δύναμη Frontex. Ο ρόλος της τελευταίας είναι συμπληρωματικός και επικουρικός.


ΤΙ ΣΧΕΣΗ ΕΧΕΙ ΟΜΩΣ Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΣΕΝΓΚΕΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΕΝΗ ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;




Από πρώτη άποψη, τα δύο γεγονότα δεν φαίνονται να έχουν μεταξύ τους οποιαδήποτε σχέση. Σε δεύτερη όμως ανάγνωση και λαμβάνοντας υπ' όψιν τους όρους της αναμενόμενης απογραφής, τα δύο γεγονότα έχουν πολύ στενή σχέση μεταξύ τους.

Όπως ανακοινώθηκε ήδη στον Τύπο, η απογραφή αυτή δεν θα κάνει καμιά διάκριση μεταξύ του νομίμου γηγενούς πληθυσμού και των παρανόμων μεταναστών, για να μην παραβιασθούν δήθεν προσωπικά δεδομένα.

Πλήρες δηλαδή αμάλγαμα μεταξύ νομίμων πολιτών και παρανόμων λαθρομεταναστών. Καταγραφή, με άλλα λόγια, όλων των παρανόμων μεταναστών στη χώρα ως «ελληνικού» πληθυσμού.

Με την ταχυδακτυλουργία αυτή παρακάμπτεται η ευθεία και ομολογημένη νομιμοποίηση όλων των λαθρομεταναστών, με το απορρέον από αυτήν πολιτικό κόστος, και επιτελείται σιωπηλά μια έμμεση νομιμοποίηση, σε βάθος χρόνου, κατά το πρότυπο των τριακοσίων του Μεγάρου Υπατίας.

Γιατί διαμαρτυρόμαστε τότε για την επαναφορά των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα του χώρου Σένγκεν, όταν οι ίδιοι εξακολουθούμε να πρωτοστατούμε στην πολιτική της ανοχής και της νομιμοποιήσεως των λαθρομεταναστών;

Όταν γνωρίζουμε, πολύ περισσότερο, ότι, με βάση τη Συμφωνία του Δουβλίνου ΙΙ, οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν το δικαίωμα να στείλουν πίσω στην Ελλάδα όσους έχουν ήδη νομιμοποιηθεί ή θα νομιμοποιηθούν εδώ;

Με ποιο δικαίωμα ο αρμόδιος υπουργός κάνει αμάλγαμα μεταξύ νομίμων πολιτών και παρανόμων λαθρομεταναστών και τους βαπτίζει, παρανόμως και αυθαιρέτως, ελληνικό πληθυσμό;

Η κυβέρνηση αποδεικνύει, για μια ακόμη φορά, ότι δεν έχει ακόμη διδαχθεί τίποτε και στο μέγα αυτό θέμα. Συνεχίζει την ίδια καταστροφική πολιτική που εγκαινίασε με την άνοδό της, την οποία κατέστησε, άλλωστε, περίοπτη ακόμη και στη δομή των νέων δήμων και περιφερειών.

Σημειώνεται σχετικά ότι με τον «Καλλικράτη» θεσπίσθηκε σε κάθε δήμο της χώρας Διεύθυνση Ιθαγένειας. Θα μπορεί έτσι κάθε δήμος της χώρας, απρόσκοπτα και με πλήρη αποκέντρωση, να συμμετέχει στη νέα μεγάλη βιομηχανία της παροχής ιθαγένειας και της κατασκευής νέων ψηφοφόρων.

Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί πού οδηγεί η πολιτική αυτή και την ανάγκη να προασπισθεί η χώρα από τέτοιους δήθεν μεταρρυθμιστές.


Τα σχόλια εδώ:
http://www.resaltomag.gr/forum/viewtopic.php?t=5641