Σάββατο 1 Ιουνίου 2024

Η γεωπολιτική σύγκρουση Τουρκίας Ισραήλ και η ελληνική παράμετρος.

Του Ν. Καρατουλιώτη,

 Υποστράτηγου ε.α.


 


 

 Η όξυνση στις διπλωματικές σχέσεις Τουρκίας Ισραήλ δεν είναι επιφανειακή όπως φαίνεται, δηλαδή ότι η Τουρκία στηρίζει την Χαμάς και ως εκ τούτου από εκεί ξεκινά η διπλωματική όξυνση στις σχέσεις της με το Ισραήλ. Αυτή είναι μία επιφανειακή προσέγγιση των γεγονότων η οποία μπορεί να δίνει λύση «καφενείου» και να απαντά στα ερωτήματα του μέσου σκεπτόμενου ανθρώπου, αλλά η πραγματικότητα στα βαθύτερα αίτια σύγκρουσης Ισραήλ Τουρκίας παρασάγγας απέχει από αυτήν την εκλαϊκευμένη  προσέγγιση και πρέπει να αναζητηθεί στη γεωπολιτική η οποία μπορεί να απαντήσει στα σημερινά δρώμενα και να προβλέψει τα επερχόμενα τα οποία δυστυχώς αγγίζουν και την πατρίδα μας με απρόβλεπτες προεκτάσεις για τους μη σκεπτόμενους γεωπολιτικά οι οποίοι υιοθετούν την λύση «καφενείου», ενώ με την γεωπολιτική προσέγγιση μπορούμε να δούμε τα μελλούμενα και να προετοιμαστούμε καταλλήλως.


Μέχρι το 1990 το δίπολο Δύση Ανατολή ή ΝΑΤΟ Σοβιετική Ένωση καλά κρατούσε μιας και όλα τα κράτη είχαν «μαντρωθεί» στους αντίστοιχους σχηματισμούς και αποφάσεις παιρνόντουσαν από ΗΠΑ ή Σοβιετική Ένωση μην αφήνοντας περιθώρια για ατομικό παιχνίδι των «μικρών» κρατών. Η δε παγκόσμια ειρήνη είχε κατοχυρωθεί κάτω από τον φόβο χρήσης των πυρηνικών η οποία θα είχε ολέθρια αποτελέσματα για την ανθρωπότητα και δεν θα υπήρχαν νικητές και ηττημένοι. Έτσι κατά τα ψυχροπολεμικά χρόνια, όπως ονομάστηκαν, επικράτησε η λογική του «μη πολέμου».

Μετά το 1990 και την κατάρρευση της Σοβιετικής διαλύθηκε και το παγκόσμιο διπολικό σύστημα παγκόσμιας ισχύος με αποτέλεσμα την παγκόσμια επικυριαρχία των ΗΠΑ.

Η πανίσχυρη μονοκρατορία, ζαλισμένη από την απρόσμενη νίκη προέβη σε μια σειρά «αχρείαστων» πολέμων «Ιράκ, Αφγανιστάν, Γιουγκοσλαβία κλπ», με αποτέλεσμα να δαπανήσει πόρους και να εξασθενήσει τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά. Βεβαίως παρόλα αυτά μπορεί να εξακολουθεί να παραμένει μονοκράτορας αλλά η απώλεια μέρους της ισχύος της είναι δεδομένη με αποτέλεσμα να έχουμε την αμφισβήτησή της από άλλους «παίκτες» και ο μονοπολικός κόσμος να τείνει να γίνει πολυπολικός.

Δεν λέω ότι έχει γίνει πολυπολικός αλλά τείνει…..

Έτσι σε αυτή την μεταβατική περίοδο όπου η αμφισβήτηση της μονοκρατορίας τείνει σε ένα νέο πολυπολικό σύστημα παγκόσμιας ισχύος, οι δρώντες περιφερειακοί «παίκτες» λαμβάνουν θέση και προετοιμάζονται για την νέα επερχόμενη εποχή προκειμένου να προσποριστούν τα ανάλογα οφέλη. Μέσα σε αυτή την λογική δημιουργούνται νέες συμμαχίες ( BRIC (1), CSTO(2), SCO-Shanghai Cooperation Organization (3) κλπ.).



Η Τουρκία στην προσπάθειά της να αναδειχτεί περιφερειακός «παίκτης», δημιουργεί ή και συμμετέχει σε διάφορες συμμαχίες εκμεταλλευόμενη την γεωγραφική της θέση και την ιστορία της, ως κληρονόμος και συνέχεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, προσπαθεί να δημιουργήσει ζώνες επιρροής.

Μέσα σε αυτή την λογική το 1992 ίδρυσε την Τουρκική Υπηρεσία Διεθνούς Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΤΙΚΑ), η οποία λειτουργεί από το τουρκικό πρωθυπουργικό υπουργείο. Η ανωτέρω υπηρεσία έχει παρουσία και αναπτύσσει δραστηριότητες σε 100 χώρες. Θεωρείται ως μέσο εξωτερικής πολιτικής μέσω του οποίου έχουν πραγματοποιηθεί συνεργασίες στη Μέση Ανατολή, στον Καύκασο, στην Κεντρική Ασία, Βαλκάνια και Αφρική.

Το 2007 ίδρυσε το Ινστιτούτο Yunus Emre με στόχο την εισαγωγή στον τουρκικό πολιτισμό, την κοινωνία και τη γλώσσα. Στόχος του είναι να διεξάγει έρευνα για τη βελτίωση της προώθησης και της διδασκαλίας του τουρκικού πολιτισμού, της ιστορίας, της γλώσσας και της λογοτεχνίας και να υποστηρίξει επιστημονικές μελέτες με τη συνεργασία με διάφορους οργανισμούς . Τα κέντρα Yunus Emre ιδρύθηκαν στην Αλβανία, το Βέλγιο, τη Βοσνία, τη Γεωργία, την Αγγλία, το Ιράν, την Ιαπωνία, το Καζακστάν, την Τουρκική Βόρεια Κύπρο, το Κοσσυφοπέδιο, το Λίβανο, την Ουγγαρία, την Αίγυπτο, την Πολωνία, τη Ρουμανία και τη Συρία.

Το 2010 ίδρυσε το Γραφείο Δημόσιας Διπλωματίας στο τουρκικό πρωθυπουργικό υπουργείο το οποίο μέσω της «ήπιας ισχύος» συμβάλλει στη στρατηγική επικοινωνία και την αποτελεσματική προώθηση της χώρας στον κόσμο (Turkish Prime Ministry Public Diplomacy Office, 2010).

Ταυτόχρονα αναπτύσσει στρατιωτικές δραστηριότητες και ενίοτε δημιουργεί στρατιωτικές βάσεις σε πληθώρα κρατών, κάνοντας χρήση της «σκληρής Ισχύος».



Στα κατεχόμενα της Κύπρου με 40.000 Τούρκους στρατιώτες, το Κατάρ, Σουδάν, τη Συρία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Λιβύη, Κόσσοβο, Αλβανία, Βοσνία Ερζεγοβίνη, Αζερμπαϊτζάν, Λίβανος, Μάλι, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, Σομαλία κλπ.

Παράλληλα δημιούργησε τον Οργανισμό Τουρκογενών Κρατών με έδρα την Κωνσταντινούπολη και την συμμετοχή των τουρκόφωνων κρατών Αζερμπαϊτζάν, Καζαχστάν, Κιργιστάν, Τουρκία, Ουζμπεκιστάν και οσονούπω το Τουρκμενιστάν, το οποίο στην σύνοδο κορυφής το 2021 στην Κωνσταντινούπολη συμμετείχε ως παρατηρητής.

Εν ολίγοις η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας δύναται να χαρακτηρισθεί «επιθετική» προς πάσα κατεύθυνση, ανεξαρτήτως του εργαλείου χρήσης, «μαλακής ή σκληρής» ισχύος.


Παρά τους ενδελεχείς σχεδιασμούς και την δαπάνη πόρων οικονομικών, διπλωματικών και ενίοτε στρατιωτικών, ο τουρκικός επεκτατισμός βρίσκεται σε αδιέξοδο καθόσον προς Βορρά έχει να αντιμετωπίσει την Ρωσία η οποία δεν θα επιτρέψει στην Τουρκία να έχει λόγο στην πίσω αυλή της (Καύκασο). Η παρούσα Ρωσοτουρκική προσέγγισή της δύναται γεωπολιτικά να χαρακτηριστεί ευκαιριακή και μόνον, καθόσον Ρωσία και Τουρκία είναι άκρως ανταγωνιστικές δυνάμεις στο γεωπολιτικό παίγνιο και αυτό επιβεβαιώνεται από την σωρεία των Ρωσοτουρκικών πολέμων. Τα ανοίγματά της προς τα Βαλκάνια, οραματιζόμενη την επανασύσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, θα συναντήσουν την άρνηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης , φοβούμενη την αστάθεια στο μαλακό υπογάστριό της. Τα δε ανοίγματά της προς τον Αραβικό κόσμο καθώς και την επικυριαρχία της στο Ισλάμ είναι αδύνατον να συμβεί, καθόσον οι Άραβες είναι αδύνατον να ανεχθούν μια μη Αραβική χώρα να έχει το πάνω χέρι σε θέματα Ισλάμ.

Μοναδική διέξοδος του τουρκικού επεκτατισμού είναι η Μεσόγειος και γι αυτό εφηύρε το θεώρημα της « Γαλάζιας πατρίδας».

Πλην όμως το γεωπολιτικό σύμπλοκο Μέση Ανατολή- Μεσόγειος χωράει έναν παίκτη και αυτός είναι το Ισραήλ. Η Τουρκία προκειμένου να χαρακτηριστεί περιφερειακός παίκτης έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με το Ισραήλ αλλά και με την Γαλλία η οποία ως προκάτοχος της ζώνης Μαγρέμπ έχει έντονη την παρουσία της αλλά και συμφέροντα στην περιοχή.

Οι σχέσεις Τουρκίας Ισραήλ γεωπολιτικά ήταν πάντα άκρως ανταγωνιστικές. Δεν είναι τυχαίο ότι, όταν το Ισραήλ την δεκαετία του 60 αντιμετώπιζε πρόβλημα έντονο λειψυδρίας και το νερό μοιραζόταν με κουπόνια στο Ισραήλ, η Τουρκία με προθυμία έσπευσε να προτείνει την επίλυση του προβλήματος με την κατασκευή αγωγού από τα πλεονάζοντα ύδατα των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, πλην όμως το Ισραήλ αρνήθηκε για να μην είναι όμηρος των τουρκικών επιθυμιών και γεωπολιτικών ορέξεών της, βλέποντας τα επερχόμενα.

Ούτε τυχαία είναι η άρνηση του Ισραήλ για την κατασκευή του αγωγού EAST MED (παρά τις γερμανικές πιέσεις), την μη διέλευσή του, από τουρκικό έδαφος, αλλά από την Ελλάδα.

Η συμμαχία Ισραήλ- Κύπρου – Ελλάδας, αλλά και η πρόσφατη συμφωνία Γαλλοελληνικής συμμαχίας, με την ταυτόχρονη προμήθεια προηγμένων γαλλικών οπλικών συστημάτων ( Rafale, Belharra) κλπ. σχεδιάσθηκαν πέραν του ατλαντικού προκειμένου να «συνετίσουν» την γείτονα χώρα, η οποία επαμφοτερίζεται μεταξύ Ανατολής και Δύσης και ερωτοτροπεί με τον άξονα του κακού « Ρωσία- Κίνα-Περσία».

Ο Ερντογάν βρισκόμενος σε αδιέξοδο και μη δυνάμενος να έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με το Ισραήλ, εξεστόμισε μια μεγάλη αλήθεια…….. Η «Χαμάς πολεμάει για την Ανατολία»…….

Η Τουρκία έχει δείξει ότι δεν καταλαβαίνει διπλωματικούς ελιγμούς πολιτικής ήπιων τόνων και πως το μόνο που υπολογίζει, είναι ο διεθνής συσχετισμός και η αποφασιστικότητα της άλλης πλευράς. Δεν έχει τις δυνατότητες να υποστηρίξει ούτε οικονομικά , ούτε στρατιωτικά τα μεγάλα «ανοίγματα» της εξωτερικής της πολιτικής.

Η Ελλάδα πρέπει να ξεπεράσει τα φοβικά της σύνδρομα καθόσον βρίσκεται σε μια από τις κρισιμότερες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας της, μιας και τώρα αρχίζει το γεωπολιτικό παίγνιο . Το παιχνίδι είναι σκληρό και ο αδύναμος κρίκος θα υποστεί τις συνέπειες του αδήριτου νόμου της εξέλιξης.

Καρατουλιώτης Νικόλαος Υποστράτηγος Ε.Α.

Κοζάνη 21/5/2034




Παραπομπές

(1) Το αρκτικόλεξο BRIC, στην οικονομία, αναφέρεται στις χώρες της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, οι οποίες θεωρούνται πως βρίσκονται σε ένα παρόμοιο στάδιο πρόσφατα προηγμένης οικονομικής ανάπτυξης.


(2) Οργανισμό της συνθήκης συλλογικής Ασφάλειας (CSTO - Collective Security Treaty Organization). Το 1992, έξι μετασοβιετικά κράτη που ανήκουν στην Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών, η Ρωσία, η Αρμενία, το Καζακστάν, το Κιργιζιστάν, το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν - υπέγραψαν τη Συνθήκη Συλλογικής Ασφάλειας. Άλλα τρία μετασοβιετικά κράτη - το Αζερμπαϊτζάν, η Λευκορωσία και η Γεωργία - υπέγραψαν το επόμενο έτος και η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ το 1994. Πέντε χρόνια αργότερα, έξι από τα εννέα κράτη, εκτός από το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία και το Ουζμπεκιστάν, συμφώνησαν να ανανεώσουν τη συνθήκη για πέντε ακόμη χρόνια και το 2002 τα έξι κράτη συμφώνησαν να δημιουργήσουν τον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας ως στρατιωτική συμμαχία.

(3) Ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης είναι ευρασιατικός οργανισμός πολιτικής, οικονομικής και αμυντικής συνεργασίας. Από την άποψη γεωγραφικής έκτασης και πληθυσμού είναι ο μεγαλύτερος περιφερειακός οργανισμός, περιλαμβάνοντας το 60% της έκτασης της Ευρασίας, το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού και περισσότερο από το 30% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Απαρτίζεται από τις Κίνα, Ινδία, Ιράν, Καζακστάν, Κιργιστάν, Πακιστάν, Ρωσία, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν με παρατηρητές Αφγανιστάν, Λευκορωσία και Μογγολία.