Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

Παρελάσεις: μνήμη αγώνων για πίστη και πατρίδα

Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος-Κιλκίς



«Ει τις δοκεί τι είναι, μηδέν ων, εαυτόν φρεναπατά».
Όποιος φαντάζεται πως είναι κάτι, ενώ δεν είναι τίποτε, εξαπατά τον εαυτό του». (Γαλ. 6,3).

Πίστευε στο έργο της. Θα άλλαζε την παιδεία. Η μόνη αξιόλογη αλλαγή της θητείας της ήταν η τελευταία: Η αλλαγή υπουργείου. Από τα 25 της στην πολιτική, με την αξία και το φιλότιμό της, παφλάζον μηδενικό, καρυκευμένη ασημαντότητα, επάγγελμα ΠΑΣΟΚ, έχει όλα τα ελαττώματα για να φτάσει και στο ύπατο αξίωμα της χώρας.
Τώρα ανέλαβε την «ανάπτυξη».

Οσονούπω να περιμένουμε την σύλληψη και την επί χάρτου εφαρμογή του, ενός μεγαλόπνοου σχεδίου για την χώρα, που, βεβαίως, θα ονομαστεί «Νέα Ανάπτυξη». Θα ακουστούν τύμπανα, θα ηχήσουν κουδούνια και κουδουνίστρες, θα αντικρίσουμε την ψιμυθιωμένη, παγερή ανικανότητα, δίπλα στον Πρετεντέρη, να αναλύει τις ονειροφαντασίες της και... «καληνύχτα σας. Ευχαριστούμε που επιλέξατε εμάς για την ενημέρωση-εξημέρωσή σας».

Τέλος πάντων, σέβομαι τους νεκρούς και όταν ακόμη είναι ζωντανοί, όπως θα έλεγε και ο ποιητής. Κι αν αφιερώνω λίγες αράδες και σπαταλώ τον χρόνο μου στην, περί ης ο λόγος, κυρία «δία βίου... ανάπτυξης» πια, είναι γιατί θρηνώ και οδύρομαι για την απώλεια. Είχα αρχίσει «να νιώθω» τα μέτρα της κατά της Παιδείας. Ήταν μία κάποια λύσις η τέως..

Τέλος πάντων, ας ασχοληθούμε με ένα θέμα, που σίγουρα απασχολεί τα κυβερνητικά κλιμάκια και ενοχλεί, ενοχλεί πολύ. Οι παρελάσεις και δή η επικείμενη της εθνικής επετείου.

Πρόσφατα, στην Ρόδο, επ’ ευκαιρία της απελευθέρωσης των Δωδεκανήσων, ο λαός «πήρε με τις πέτρες» το κυβερνολόι. Τρομοκρατημένη η επίσημη φαυλοκρατία εκδιώχθηκε κλωτσηδόν από τα έδρανά της. Τα αθηναϊκά ΜΜΕ (Επιρροής-Επιβολής-Εκχαυνώσεως-Εκμαυλισμού-Εξαχρειώσεως) «πήραν γραμμή» και στηλίτευσαν τους «ανεγκέφαλους» που αμαύρωσαν-κατά τη γνώμη τους-τον εορτασμό.

Οι παρελάσεις όμως των τοπικών ή εθνικών επετείων τα τελευταία χρόνια έγιναν πεδίο διχογνωμιών και ιδεολογικής τριβής. Ως συνήθως η κρατικοδίκαιη, αριστεροφανής ιστοριογραφία -το νεοταξικό κηφηναριό- και η λοιπή προοδομανής συνοδοιπορία, αμφισβητεί:

Πρώτον:
την ιστορικότητα των παρελάσεων.

Δεύτερον: Την χρησιμότητα των παρελάσεων, τις οποίες θεωρούν μεταξικό κατάλοιπο και, επομένως, είναι εθνικιστική εκδήλωση.

Τρίτον:
Το ζήτημα της σημαίας. Πρέπει ή όχι να την φέρουν και αλλοδαποί μαθητές;

Τέταρτον: και με βάση τα τελευταία γεγονότα της «μεταμνημονίου» εποχής, μήπως πρέπει να καταργηθούν, για να μην αναγκάζονται οι λεπτεπίλεπτοι επίσημοι να επιδίδονται αλαφιασμένοι σε αγώνες ταχύτητος, για να αποφύγουν τις αρές του κόσμου και τα γιαουρτώματα;

Ως προς την ιστορικότητα των παρελάσεων. Μία ελάχιστη νύξη στην «προϊστορία» του θεσμού. Στην αρχαία Ελλάδα οι παρελάσεις γίνονταν σε διάφορες γιορτές προς τιμήν θεοτήτων. Στα Παναθήναια, για παράδειγμα, εν επισήμω πομπή, παρελαύνουσα «η πόλις», συνόδευε το πέπλο και το έθετε επί του ξοάνου της θεάς Αθηνάς-«του αρχαίου έδους»-στον Παρθενώνα. Στην πομπή έπαιρναν μέρος και στρατιωτικοί: οπλίτες, αρματοδρόμοι και ιππείς, οι οποίοι έκαναν επιδεικτική παρέλαση, όπως αυτό διαπιστώνεται και από την αριστουργηματική ζωφόρο του Φειδία. Στο Βυζάντιο είχαμε τους θριάμβους. Θρίαμβος ονομαζόταν η μεγαλοπρεπής υποδοχή των νικητών αυτοκρατόρων ή στρατηγών, κατόπιν περηφανούς νίκης. Κατά τον «θρίαμβο», παρήλαυνε ο τροπαιούχος στρατός, ακολουθούμενος από τους δορυάλωτους, αιχμαλώτους εχθρούς και τα λάφυρα.

Την περίοδο της Εθνεγερσίας. Ο Παπαφλέσσας με τους αντρειωμένους του σπεύδει προς απελευθέρωση της Τριπολιτσάς. Καθ’ οδόν περνά μέσα από χωριά, για να δώσει θάρρος στο αιματοβαμμένο Γένος.

«...Καθώς έβλεπαν οι Έλληνες τας σημαίας και τους στρατιώτας, εσήμαινον των εκκλησιών τα σήμαντρα και οι μεν ιερείς έβγαινον ενδεδυμένοι τα ιερά άμφια και με το Ευαγγέλιον ανά χείρας, οι δε Χριστιανοί άνδρες, γυναίκες και παιδία επαρακαλούσαν τον Θεόν να τους ενδυναμώνει. Ο Αρχιμανδρίτης (σ.σ. ο Παπαφλέσσας) μάλιστα εφορούσε μίαν περικεφαλαίαν και διά τούτο τον εκκύταζαν με πολλήν περιέργειαν οι άνθρωποι και τον εδέχοντο με μεγάλην υποδοχήν. Είχε δε σημαιοφόρον ένα καλόγηρο θεόρατο, παπα-Τούρταν ονομαζόμενον, ο οποίος εκράτει ένα μεγάλο σταυρόν υψηλά εις τα χέρια και επήγαινε μπροστά εις το στράτευμα. Ο κόσμος εγένετο τοίχος και έκαμαν τον σταυρό τους, καθώς επέρνα ο καλόγηρος με το σταυρό».
(Ηλ. Οικονόμου», Κείμενα Πίστεως και Ελευθερίας», Αθήνα 1985, σελ. 206. Το περιστατικό διασώζει, ο Φωτάκος στα «απομνημονεύματά» του).

Εδώ έχουμε μία κανονική περιγραφή παρέλασης, με σημαιοφόρο και τον λαό «να κάμει τοίχος», όπως ακριβώς γίνεται και σήμερα στις παρελάσεις.


Για την παιδαγωγική χρησιμότητα θα γράψω αυτό που βλέπω στους μαθητές μου.

Αν μιλήσεις στα παιδιά για τους πατρικούς αγώνες και τις θυσίες, για τα κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά, μετέχουν στην παρέλαση με καμάρι. Εξ άλλου οι παρελάσεις είναι φανέρωση του «εμείς», της αίσθησης του «συνανήκειν», είναι το ωραιότερο μάθημα φιλοπατρίας -και τα έθνη λέγονται έθνη «όταν είναι στολισμένα με πατριωτικά αιστήματα». Οι παρελάσεις είναι προσανάμματα μνήμης των αγώνων για πατρίδα ελληνική και όχι πολυπολιτισμικό… παστίτσιο. Ακόμη και η ενδυματολογική ομοιομορφία υποδηλώνει την εν Επιδαύρω διακήρυξη των προγόνων μας ότι «όλοι οι Έλληνες εισίν ίσοι ενώπιον των νόμων, άνευ τινός εξαιρέσεως».

Την σημαία του Παπαφλέσσα, με τον σταυρό, την κρατούσε ένας καλόγερος, ο Παπατούρτας, πολεμιστής, φόβητρο των Τουρκαλβανών. Κατά τα άλλα η Εκκλησία δεν θυσιάστηκε στον Αγώνα, αλλά συνεργάστηκε με τον κατακτητή.

«Αφάνισαν όλως διόλου τα μοναστήρια και οι καϊμένοι οι καλόγεροι, όπου αφανίστηκαν εις τον αγώνα, πεθαίνουν της πείνας μέσα στους δρόμους, όπου αυτά τα μοναστήρια ήταν τα πρώτα προπύργια της απανάστασής μας... Και θυσίασαν οι καϊμένοι οι καλόγεροι• και σκοτώθηκαν οι περισσότεροι εις τον αγώνα», γράφει ο Μακρυγιάννης.

Την σημαία, το εθνικό σύμβολο πρέπει να το κρατούν μαθητές με ιθαγένεια.

Ερώτηση: αν αύριο-μεθαύριο μαθητής, μουσουλμάνος το θρήσκευμα, αριστεύσει, τι θα συμβεί; Ίσως απαιτήσει να παρελάσει χωρίς την σημαία και θα προσφύγει-με την συνδρομή των Γραικύλων του πολυπολιτισμού-σε κάποιο διεθνές καφενείο-δικαστήριο και μάλλον θα δικαιωθεί.

Τα περί ρατσισμών τα ακούω... βερεσέ. Μες στην τάξη κρινόμαστε.
Και πρέπει να είσαι κτήνος και ασυνείδητος για να φερθείς με ρατσιστική ασπλαχνία σ’ ένα παιδί. Στα πρόσωπα των παιδιών δεν βλέπουμε φυλές και καταγωγές ούτε κάνουμε αναλύσεις αίματος. Βλέπουμε την αθωότητα και την χαρά του παραδείσου και ο νοών νοείτω. Να μην λησμονούμε ότι το εξαμελές άγημα των μαθητών που προπορεύεται και ξεχωρίζει από το υπόλοιπο σχολείο, «συνοδεύει» και τιμά την σημαία, το σύμβολο του έθνους και όχι τον σημαιοφόρο. Η λέξη σημαία παράγεται από την αρχαία «σήμα» που σημαίνει τάφος. «Ανδρός μεν τόδε σήμα πάλαι κατατεθνηώτος», «άνδρα που σκοτώθηκε παλιά είναι αυτός ο τάφος», λέει ο Έκτορας στην ραψωδία Η, 89. Και σ’ αυτούς τους τάφους αναπαύονται τα λευκασμένα κόκκαλα όσων έδωσαν την ζωή τους για την Ελευθερία μας, που πήραν τ’ άρματα υπέρ πίστεως και πατρίδος, όπως βροντολαλεί ο Κολοκοτρώνης.

Οι παρελάσεις δεν πρέπει να καταργηθούν, επειδή πομπεύονται οι ολετήρες της πατρίδας σ’ αυτές. Να γίνονται χωρίς την παρουσία τους. Ας τις βλέπουν από τις τηλεοράσεις τους.


Ο λαός τους πετροβολά και τους προπηλακίζει, γιατί βλέπει την ατιμωρησία που απολαμβάνουν. Είναι η πρώτη, προς το παρόν ανώδυνη, τιμωρία τους για την καταστροφή της πατρίδας. Τους περιμένουν χειρότερα.

Αν τολμήσουν και τις καταργήσουν, λαός, στρατός και εκκλησία να θυμηθούν ποιούς τιμάμε και τι γιορτάζουμε την 25η Μαρτίου...