Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Η επιστράτευση του Καραγκιόζη

(Στην παράγκα ο Καραγκιόζης έχει κρεμάσει ένα μεγάλο μαύρο πανί. Ο ίδιος είναι απέξω, με ένα πλακάτ που γράφει «απεργία συμπαράστασης» και πηγαίνει πέρα-δώθε φωνάζοντας συνθήματα.
Μόνος…


Τον πλησιάζει ο Χατζηαβάτης.)

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Καραγκιόζη! Τι κάνεις εκεί;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι κάνω, ρε Χατζατζάρη; Δεν ξέρεις να διαβάζεις; Απεργώ.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Γιατί;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Για συμπαράσταση στους καθηγητές.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Κι από που απεργείς, βρε αθεόφοβε; Αφού δεν έχεις δουλειά.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Απεργώ από την ανεργία μου.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ποια ανεργία σου, βρε; Εσύ δεν είσαι άνεργος, είσαι άεργος.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άεργοι είναι αυτοί που ψηφίζεις, Χατζατζάρη. Όχι άεργοι, κακούργοι είναι. Υπούργοι και πρωθυπούργοι, όλοι κακούργοι.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Κατάλαβα.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι κατάλαβες, ρε Χατζατζάρη; Πες μου μήπως καταλάβω κι εγώ...



ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Σε πέταξε η Αγλαΐα έξω από το σπίτι, τέτοιος χαραμοφάης που είσαι, και είπες να κάνεις μια απεργία μήπως έρθουν τα κανάλια.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ξέρεις που τα έχω γραμμένα τα κανάλια σου, Χατζατζάρη, αλλά δεν σου λέω γιατί ακούνε και μικρά παιδιά.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Και τότε; Γιατί κάνεις απεργία;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πάλι τα ίδια θα σου λέω; Κάνω συμπαράσταση στους καθηγητές.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Στους καθηγητές που θέλουν να απεργήσουν μέσα στις πανελλήνιες και υπονομεύουν το μέλλον των παιδιών μας;


(Ο Καραγκιόζης του ρίχνει φάπα).



ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι βαράς βρε, κακός ταμπλάς να σ’ εύρει;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Βαράω μήπως ξεκουνηθεί λίγο το μυαλουδάκι σου, γιατί πολύ τηλεόραση βλέπεις και έπιασε αράχνες… Αυτοί υπονομεύουν το μέλλον των παιδιών μας;

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αμ, ποιοι;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Χατζατζάρη, έχεις τελειώσει πανεπιστήμιο;

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι νομίζεις; Όλοι αγράμματοι σαν κι εσένα είμαστε;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και τι δουλειά κάνεις, Χατζατζάρη;

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι ρωτάς, δεν ξέρεις; Ντελάλης είμαι.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πόσα παίρνεις το μήνα;

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Όταν έχει δουλειά βγάζω μέχρι και 5 λίρες.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και σου φτάνουν;

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Την κουτσοβγάζουμε.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Αυτό είναι το μέλλον των παιδιών σου, Χατζατζάρη. Να την κουτσοβγάζουνε… Όταν έχει δουλειά.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Απ’ το ολότελα.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τέτοια μυαλά έχετε όλοι γι’ αυτό καταντήσαμε εδώ που καταντήσαμε. Απ’ το ολότελα καλή κι η Παναγιώταινα, απ’ το ολότελα καλή κι η Παναγιώταινα, και κοντεύουν να μας πάρουν και τα σώβρακα… Γι’ αυτό σου λέω: Έλα να κάνουμε μια απεργία διαρκείας να τους τα πάρουμε εμείς.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Δεν το περίμενα να γίνεις και συνδικαλιστής, Καραγκιόζη.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Δεν είμαι συνδικαλιστής, Χατζατζάρη.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Κομμουνιστής;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ούτε.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Αναρχικός;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ούτε.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι είσαι τότε;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Φτωχός είμαι, Χατζατζάρη, όπως είσαι κι εσύ, φτωχός και μόνος.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Και τι νομίζεις ότι θα καταφέρεις, έτσι μόνος σου;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ένας φτωχός μόνος είναι ένας φτωχός. Πολλοί φτωχοί μαζί είναι κίνημα. Όλοι οι φτωχοί μαζί είναι επανάσταση.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Χαχαχα, δεν το περίμενα να γίνεις κι επαναστάτης, κακομοίρη μου.


(Ο Καραγκιόζης του ρίχνει φάπα.)


ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Τι βαράς, ρε;

ΚΑΡΑΓΚΟΖΗΣ: Είδες; Ούτε κι αυτό το περίμενες… Πάντα από εκεί που δεν το περιμένεις σου έρχεται. Άρπα άλλη μία.


(Του ρίχνει κι άλλη.)


ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Ως εδώ! Θα πάω να σε καταγγείλω στον Πασά, ότι με χτύπησες δυο φορές κι ότι απεργείς.

ΚΑΡΑΓΚΟΖΗΣ: Πάρε και μια τρίτη για να ολοκληρωθεί η καταγγελία.



(Τον ξαναχτυπάει. Ο Χατζηαβάτης γυρνάει να φύγει.)


ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ: Θα δεις, πάω τώρα στον Πασά.


(Ο Χατζηαβάτης φεύγει προς το σαράι.)


ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ (μονολογεί): Στην Κατοχή, τουλάχιστον, φορούσαν κουκούλες. Τώρα έχουν βγει όλα στη φόρα. Ακόμα κι η ρουφιανιά… (Φωνάζει): Ο επόμενος αλληλέγγυος.



(Μπαίνει ο Μορφονιός.)


ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Ουιτς! Τι κάνεις εκεί, χοντροκέφαλε;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα. Απεργώ, ζώον.

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Ουιτς! Ζώο είσαι και φαίνεσαι… Γιατί απεργείς, ασχημάνθρωπε;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Γιατί μου κλήρωσε ο θεός να έχω συμπολίτες κάποιους σαν την αφεντομουτσουνάρα σου… Μορφονιέ, έχεις ακούσει ποτέ την έκφραση βασικός μισθός;

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Όχι, τι είναι αυτό;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Η κόκκινη γραμμή του Πατσά μας… Δουλεύεις, Μορφονιέ;

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Οι όμορφοι δεν δουλεύουν.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Έλα, και δεν το ήξερα να πάω να μου κόψουν επίδομα ομορφιάς… Και τι κάνεις;

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Θα γίνω σταρ της τηλεόρασης και θα βγάζω πολλές λίρες.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Με τέτοια μύτη;

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Γιατί; Τι έχει η μυτούλα μου; Η μαμά μου λέει ότι είναι γαλλική.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Μάλλον ότι είναι σαν ολόκληρη τη Γαλλία ήθελε να πει.

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Ζηλεύεις, επειδή είμαι όμορφος και θα γίνω σταρ και πλούσιος.

ΚΑΡΑΓΚΟΖΗΣ: Όλοι πλούσιοι θα γίνουν σ’ αυτή τη χώρα. Μόνο εγώ έχω απομείνει φτωχός… Μορφονιέ, να σου πω κάτι; Με τέτοια προσόντα που έχεις, γιατί δεν γίνεσαι πορνοστάρ; Να βγάλεις και ένα διβιδί να σε αποθεώσουν. Οι πορνοστάρ, οι απατεώνες και οι φασίστες πάνε μπροστά σ’ αυτήν τη χώρα.

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Λες; Ό,τι χρειαστεί θα το κάνω, αρκεί να γίνω διάσημος και πλούσιος.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Έλα, σκύψε να σου πω το μυστικό της επιτυχίας.

ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Τι;


(Σκύβει -και ο Καραγκιόζης του ρίχνει μια φάπα.)


ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Τι με βαράς, φτωχέ;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Περίμενε, δεν έχω ξαναδείρει διάσημο.


(Ο Μορφονιός γυρίζει να φύγει.)


ΜΟΡΦΟΝΙΟΣ: Θα σε καταγγείλω στον Πασά. Ουίτς!

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Θα πρέπει να περιμένεις στην ουρά.


(Ο Μορφονιός φεύγει.)


ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ (μονολογεί): Πόσους σταρ μπορεί να αντέξει αυτή η χώρα; (φωνάζει): Ο επόμενος αλληλέγγυος.



(Κλαρίνα και τσάμικα. Μπαίνει ο Μπαρμπα-Γιώργος.)


ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Ντήρι-ντήρι-ντήρι, τι κάν’ς, ωρέ μισοριξιά;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Απεργία, μπάρμπα.

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Τι ‘ν’ τούτο;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Κάτι σαν το κοκορέτσι, αλλά χωρίς κρέας. Μόνο το σουβλί. Ή στον δικό σου θα μπει ή στου Πατσά τον…

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Κωλοπαιδαρίζ’ς πάλι;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Διαμαρτύρομαι, μπάρμπα. Λαός ενωμένος, ποτέ νικημένος.

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Τι κουμμουνιστικά πράματα είναι δαύτα; Ποιος στα ‘μαθε;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Η πείνα μου, μπάρμπα.

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Ντήρι-ντήρι-ντήρι, για την πείνα σου τα φταίει το κακό σου το κεφάλι.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άλλο το κεφάλι κι άλλο το στομάχι. Το ένα λέει υπομονή, το άλλο λέει πεινάω. Και το δεύτερο κερδίζει πάντα στο τέλος.

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Κυργιελέισον, ήσουν ζαβό που ήσουν, σε ‘κοψε κι η λόρδα.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άσε τα κύριε ελέησον, κανείς δεν σώθηκε με τις προσευχές. Τους παπάδες ο θεός τους ταΐζει νομίζεις;

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Κουμμουνιστής κι άθεος, σε λίγο θα μας γίνεις και τοιούτος.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Μόνο ρουφιάνος δεν πρόκειται να γίνω…Έλα, μπάρμπα, εσύ που ‘σαι και χειροδύναμος, κάτσε ‘δω να κάνουμε συμπαράσταση στους καθηγητές.

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Στους δασκαλάκους, τους χαραμοφάηδες; Αυτοί σου βάλανε τα κουμούνια κι τα δαιμόνια στην γκλάβα; Αυτοί, ανηψούδι, δεν ξέρουν τι πα να πει δουλειά.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και ξέρεις εσύ, μπάρμπα;


(Ο Μπαρμπα-Γιώργος τον πλησιάζει απειλητικά.)


ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Με ‘ρωνεύεσαι; Ιγώ ‘χω χίλια κεφάλια ζα και άλλα χίλια ‘κτάρια.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Κι έχεις κι εκατό ζα από το Μπαγλαντές να σου δουλεύουν, όταν εσύ τα ξοδεύεις στα κωλόμπαρα.

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Τους δίνω ψωμί να φάνε τ’ αλλάχια.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ψίχουλα τους δίνεις, όχι ψωμί.

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Μακάρι να ‘ταν κι άλλοι σαν κι ‘μενα.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ναι, θα σωζόταν η ανθρωπότης.

(Ο Μπαρμπα-Γιώργος τον κοιτάζει άγρια.)

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Ανηψούδι, μου φαίνεται σου χάλασαν το μυαλό οι δασκαλάκοι.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άλλοι μου χαλάσαν τη ζωή, αλλά τι να σου λέω τώρα, σάμπως θα καταλάβεις;

ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΩΡΓΟΣ: Πάω να φύω, για να μη σε στουμπήσω, μέρα που ‘ναι.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τράβα, μπάρμπα, άσε να με δείρει κάνας άλλος, μη δερνόμαστε αναμεταξύ μας.


(Ο Μπαρμπα-Γιώργος φεύγει.)


ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ (μονολογεί): Έγιναν οι βλάχοι βλαχομπαρόκ και οι γεωργοί τσιφλικάδες, άμοιρο Κιλελέρ… (Φωνάζει): Ο επόμενος αλληλέγγυος.



(Μπαίνει ο σιορ-Διονύσιος με το κουστουμάκι του.)

ΝΙΟΝΙΟΣ: Ω, Καραγκιόζο, καρδούλα μου, τι κάνεις με τα ταμπλό και τις πλακέτες;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Απεργώ, συκωτάκι μου, Νιόνιο. Για συμπαράσταση στους καθηγητές.

ΝΙΟΝΙΟΣ: Καραγκιόζο, ψυχούλα μου, τι συμπαράσταση; Αυτοί δουλεύουν τρεις μήνες και πληρώνονται για δώδεκα.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Και τα ‘κονομήσανε, Νιόνιο, μεζονέτες χτίζουν.

ΝΙΟΝΙΟΣ: Και πολλά παίρνουν, Καραγκιόζο πενταρούθουνε, για τη δουλειά που κάνουν. Διαλύσανε τη χώρα με τα μισθά τους.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Άσε μας, ρε Νιόνιο, που θα μιλήσεις κι εσύ, που τα μασάς του πατέρα σου.

ΝΙΟΝΙΟΣ: Έτυχε, Καραγκιόζο, να έχουμε δυο σπιτάκια να παίρνουμε τα νοίκια και μια τραπεζούλα να βγάζουμε πέντε φιορίνια, εγώ φταίω;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Η μισή Ζάκυνθος δική σου είναι, Νιόνιο, και η τραπεζούλα σου μας έχει πιεί το αίμα. Και δεν έτυχε, καθόλου δεν έτυχε. Ας είναι καλά ο παππούς σου που πουλούσε χρυσά δόντια και δαχτυλίδια στους Γερμανούς… Μη πω και για τ’ αρχαία.

ΝΙΟΝΙΟΣ: Ας τον πάππου μου, Καραγκιόζο, άγαλμα του στήσανε στο Τζάντε.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Με κρατική επιχορήγηση κι αυτό.

ΝΙΟΝΙΟΣ: Καραγκιόζο, δεν φταίει ο παππούς μου που είσαι εσύ φτωχός και άχρηστος.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Κι εγώ προσπαθώ να καταλάβω, ρε Νιόνιο, γιατί γέμισε η Ελλάδα φτωχούς και άχρηστους, και ποιος φταίει.

ΝΙΟΝΙΟΣ: Το κακό σας το κεφάλι.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Δεν έχεις κι άδικο. Αφού δεν πέφτουμε να σας φάμε, εμείς οι φτωχοί…

ΝΙΟΝΙΟΣ: Καραγκιόζο, ψυχούλα μου, συμπονώ τη φτώχια σου.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Καλά, Νιόνιο. Μην συμπονάς πολύ και πάθεις κάνα έμφραγμα. Οργάνωσε ένα συσσίτιο, κάνε κι ένα φιλανθρωπικό γκαλά και θα είμαστε όλοι καλά.

ΝΙΟΝΙΟΣ: Φεύγω, Καραγκιόζο.


(Ο σιορ-Διονύσιος βγαίνει.)


ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ (μονολογεί): Φύγε, μη βλέπεις τους φτωχούς και σου κόβεται η όρεξη για αστακούς… (Φωνάζει): Ο επόμενος αλληλέγγυος.



(Μπαίνει ο Πασάς με τον Δερβεναγά. Λίγο πιο πίσω ο Χατζηαβάτης.)

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ (ψιθυριστά στον Πασά, δείχνοντας τον Καραγκιόζη): Αυτός είναι!

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πάλι καλά που δεν έρχεσαι να με φιλήσεις, Ιούδα.

ΠΑΣΑΣ (στον Βεληγκέκα): Δωσ’ του ‘το, Δερβεναγά.

ΒΕΛΗΓΚΕΚΑΣ: Για, μάιν φύρερ εφέντη.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Μπα! Έμαθε και γερμανικά ο Τζουρβέναγας;

ΒΕΛΗΓΚΕΚΑΣ (ενώ δίνει στον Καραγκιόζη ένα χαρτί): Να, γκιαούρη.


(Ο Καραγκιόζης το παίρνει και το διαβάζει.)


ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι ‘ν’ αυτό;

ΠΑΣΑΣ: Αυτό είναι πρόσκληση επιστράτευσης.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Κι εγώ που νόμιζα ότι είναι πρόσκληση σε δεξίωση… (Κοιτάει καλύτερα) Εδώ κάτω λέει κάτι για φυλάκιση τριών μηνών.

ΠΑΣΑΣ: Αν απεργήσεις.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ε, αυτό δεν είναι επιστράτευση, είναι προφυλάκιση.

ΠΑΣΑΣ: Αν απεργήσεις.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Δεν υπάρχει αν. Απεργώ.

ΠΑΣΑΣ: Ε, τότε κι εμείς πρέπει να προστατέψουμε την έρρυθμη λειτουργία του κράτους.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Τι κακό κάνω στο κράτος με την απεργία μου; Τι χειρότερο από αυτά που κάνετε εσείς;

ΠΑΣΑΣ: Υπονομεύεις το μέλλον…

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ποιανών;


(Ο Πασάς ψάχνει να βρει κάτι να πει. Βλέπει έναν ποντικό να βγάζει τη μούρη του από την παράγκα και να ξαναχώνεται μέσα.)

ΠΑΣΑΣ: …Των τρωκτικών.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Ορίστε;

ΠΑΣΑΣ: Νομίζεις ότι θα σε αφήσουμε να παίζεις παιχνίδια με το μέλλον των τρωκτικών που ζουν στην… παράγκα σου; Δεν σκέφτεσαι πόσο αγωνιούν αυτά που σε βλέπουν να περιφέρεσαι και να απεργείς; Με τι ψυχολογία θα ροκανίσουν; Με τι ψυχολογία θα ζήσουν, όταν σε βλέπουν εσένα να απεργείς την κρισιμότερη στιγμή;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Αυτό δεν το σκέφτηκα.

ΠΑΣΑΣ: Γι’ αυτό σε καλώ να σταματήσεις την απεργία, πριν να είναι πολύ αργά για όλους. Η Υψηλή Πύλη θα προστατέψει με κάθε κόστος τα τρωκτικά.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πάντα έτσι κάνει.

ΠΑΣΑΣ: Άσε που με το πανί που έχεις κρεμάσει μου προκαλείς δυσθυμία… Τι σημαίνει αυτό το μαύρο πανί; Σαν πένθος είναι.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Πενθώ. Πενθώ για την Ελλάδα.

ΠΑΣΑΣ: Άσε την Ελλάδα. Την Ελλάδα τη φροντίζω εγώ.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Γι’ αυτό πενθώ.

ΠΑΣΑΣ: Βλέπω ότι δεν είσαι μόνο απεργός. Είσαι και αναρχικός. Σπέρνεις επικίνδυνες ιδέες.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Εσείς σπέρνετε θύελλες και θα θερίσετε καταιγίδες.

ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ (ψιθυριστά στον Πασά): Σας το ‘πα ότι είναι επικίνδυνος.

ΠΑΣΑΣ (στον Καραγκιόζη): Λοιπόν; Θα σταματήσεις την απεργία;

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ: Όταν σταματήσετε κι εσείς την άνευ όρων προδοσία.

ΠΑΣΑΣ: Πολύ καλά! (Στον Δερβέναγα): Ρίξτον στο μπουντρούμι. Και κάντου και ένα καλό φότοσοπ, να προσομοιάζει με άνθρωπο.

ΒΕΛΗΓΚΕΚΑΣ (στον Πασά): Μπο, για, μάιν φύρερ εφέντη. (Στον Καραγκιόζη): Ράους, γκιαούρη.

(Αρχίζει να τον δέρνει και να τον σέρνει προς το σαράι. Εκεί στέκονται και παρακολουθούν, ατάραχοι, ο Χατζηαβάτης, ο Μορφονιός, ο Μπαρμπα-Γιώργος και ο σιορ-Διονύσιος.

Ο Καραγκιόζης, ανάμεσα στις κατατραπακιές, σηκώνει το κεφάλι να τους κοιτάξει).



ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ (φωνάζει): ΑΠΕΡΓΙΑ, ΡΕ ΚΟΥΦΑΛΕΣ!!!