Του Χρήστου Επαμ. Κυργιάκη
Την εποχή του Μεσαίωνα οι Κάνες ήταν φέουδο που ανήκε στο Μοναστήρι του Λερέν.
Στο καλύτερο πανδοχείο των Κανών από την προηγούμενη μέρα οι προετοιμασίες έδιναν και έπαιρναν γιατί εκείνο το βράδυ στις 2 Νοεμβρίου του 1211, ημέρα Τετάρτη, λίγο μετά τη δύση του ήλιου θα γινόταν συνάντηση των Μ20, δηλαδή, των αρχόντων των 20 μεγαλύτερων κρατιδίων-φέουδων του τότε γνωστού κόσμου.
Θα συζητούσαν τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο, σχετικά με την αύξηση των τιμών στα σιτηρά, τις αναταραχές που ξέσπασαν σε όλα τα κρατίδια από την άρνηση των μικροκαλλιεργητών να πληρώσουν και άλλους φόρους καθώς επίσης και το τι θα γινόταν με κρατίδιο της Γραικίας το οποίο χρησιμοποιούσαν ως καλοκαιρινό θέρετρο για το οποίο μαθεύτηκε πως τελευταία κινδύνευε με χρεοκοπία.
Πρώτος στο πανδοχείο έφτασε καβάλα στο άλογό του, με την απαραίτητη συνοδεία, ο οικοδεσπότης Δούκας Νικολαλά Σαρκοπεθαινί, χαρούμενος και ευτυχισμένος καθώς πρόσφατα έγινε πατέρας.
Αφού χαιρέτησε τους ανθρώπους του πανδοχείου, κάθισε στην κορυφή του τραπεζιού περιμένοντας να του φέρουν το κόκκινο κρασί που πάντα έπινε σε τέτοιες περιπτώσεις.
Μετά από λίγο, έφτασε και η Βαρόνη Ντιάμπολο Κέλμερ με την άμαξά της που την έσερναν 27 άλογα. Φουριόζα και αλαφιασμένη με το γνωστό, στυλ πάπιας, περπάτημά της μπήκε στο πανδοχείο χωρίς να πει κουβέντα σε κανέναν.
Ο Νικολαλά σηκώθηκε να την υποδεχτεί ρωτώντας την γιατί ήταν τόσο εκνευρισμένη. Εκείνη του απάντησε πως την έκανε έξαλλη ο Κόμης του κρατιδίου της Γραικίας ο γνωστός Γκιώργκος παιντί Αντρέου επειδή αποφάσισε από μόνος του να βάλει όλους τους φτωχούς και τους δούλους του κρατιδίου του να ψηφίσουν. Ευτυχώς που δεν έκανε το λάθος να τους πει και για ποιο θέμα θα ψήφιζαν.
Ο Νικολαλά δεν της είπε τίποτα. Στην κατάσταση που ήταν, φοβήθηκε να της ανακοινώσει την έκπληξη που ετοίμασε για τη σημερινή βραδιά.
Ένας-ένας κατέφτασαν όλοι οι άρχοντες εκτός από τον γνωστό Μελαμψό ΠρίγκιπαΚλάμπακ Ε Μάμπα ο οποίος συνήθιζε να προσέρχεται πάντα τελευταίος για να κάνει εντύπωση.
Ενώ οι άρχοντες έτρωγαν και έπιναν ανοίγει η πόρτα του πανδοχείου και μπαίνει μέσα ένας ψηλόλιγνος άντρας φορώντας ένα μοντέρνο καπέλο. Δεν έγινε αντιληπτός ο ερχομός του γιατί δεν κατέφτασε στο πανδοχείο με άλογο ή άμαξα αλλά με ένα παράξενο μεταφορικό μέσο, άγνωστο στους υπόλοιπους άρχοντες που είχε μόνο δύο ρόδες.
Βλέποντάς τον ο Νικολαλά, τον αναγνώρισε αμέσως.
Ήταν ο Γκιώργκος παιντί Αντρέου. Τον είχε προσκαλέσει κρυφά ο Νικολαλά χωρίς να πει τίποτα στους υπόλοιπους. Ήταν η έκπληξη που ετοίμασε για την αποψινή βραδιά.
Η Βαρόνη Ντιάμπολο Κέλμερ, όταν κατάλαβε ποιος ήταν αυτός ο άντρας που μπήκε στο πανδοχείο, κόντεψε να της πέσει από τα χέρια το αγριογούρουνο που έτρωγε. Σε κάθε τέτοια συνάντηση στη Βαρόνη σέρβιραν το μεγαλύτερο αγριογούρουνο που είχαν αρπάξει οι εισπράκτορες από τους χωρικούς.
Ο Νικολαλά την καθησύχασε λέγοντάς της πως εκείνος τον κάλεσε και πως θα ήταν καλύτερα να περιμένουν και τον Μελαμψό Πρίγκιπα πριν κάνουν οτιδήποτε.
Πάνω στην ώρα, κατέφτασε και ο Πρίγκιπας Κλάμπακ Ε Μάμπα. Μπαίνοντας στο πανδοχείο, προς απογοήτευση των υπολοίπων, προχώρησε κατευθείαν προς τον Κόμη του κρατιδίου της Γραικίας. Αφού του έκλεισε το μάτι, του είπε, στη γλώσσα που και ο Γκιώργκος παιντί Αντρέου, καταλάβαινε καλύτερα από κάθε άλλη:
«Γκίβμι φάιβ Γκιώργκος, καλά τα καταφέραμε» (η απόδοση έγινε σε ελεύθερη μετάφραση) και τον αγκάλιασε με εγκαρδιότητα.
Οι υπόλοιποι άρχοντες σοκαρίστηκαν προς στιγμήν. Το τι ακολούθησε στη συνέχεια κατά τη διάρκεια της πολύωρης συνάντησης δεν το μάθαμε ποτέ.
Ίσως μετά από χρόνια βρεθεί κάποιος πάπυρος που να αναφέρεται στις αποφάσεις της συνάντησης εκείνης.
Αυτό που η Ιστορία κατέγραψε είναι πως οι αντιδράσεις των φτωχών και των δούλων του κρατιδίου της Γραικίας, συνεχίστηκαν πιο έντονες και μετά την συνάντηση των αρχόντων.
ΠΗΓΗ:
http://kyrgiakischristos.wordpress.com/
Την εποχή του Μεσαίωνα οι Κάνες ήταν φέουδο που ανήκε στο Μοναστήρι του Λερέν.
Στο καλύτερο πανδοχείο των Κανών από την προηγούμενη μέρα οι προετοιμασίες έδιναν και έπαιρναν γιατί εκείνο το βράδυ στις 2 Νοεμβρίου του 1211, ημέρα Τετάρτη, λίγο μετά τη δύση του ήλιου θα γινόταν συνάντηση των Μ20, δηλαδή, των αρχόντων των 20 μεγαλύτερων κρατιδίων-φέουδων του τότε γνωστού κόσμου.
Θα συζητούσαν τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο, σχετικά με την αύξηση των τιμών στα σιτηρά, τις αναταραχές που ξέσπασαν σε όλα τα κρατίδια από την άρνηση των μικροκαλλιεργητών να πληρώσουν και άλλους φόρους καθώς επίσης και το τι θα γινόταν με κρατίδιο της Γραικίας το οποίο χρησιμοποιούσαν ως καλοκαιρινό θέρετρο για το οποίο μαθεύτηκε πως τελευταία κινδύνευε με χρεοκοπία.
Πρώτος στο πανδοχείο έφτασε καβάλα στο άλογό του, με την απαραίτητη συνοδεία, ο οικοδεσπότης Δούκας Νικολαλά Σαρκοπεθαινί, χαρούμενος και ευτυχισμένος καθώς πρόσφατα έγινε πατέρας.
Αφού χαιρέτησε τους ανθρώπους του πανδοχείου, κάθισε στην κορυφή του τραπεζιού περιμένοντας να του φέρουν το κόκκινο κρασί που πάντα έπινε σε τέτοιες περιπτώσεις.
Μετά από λίγο, έφτασε και η Βαρόνη Ντιάμπολο Κέλμερ με την άμαξά της που την έσερναν 27 άλογα. Φουριόζα και αλαφιασμένη με το γνωστό, στυλ πάπιας, περπάτημά της μπήκε στο πανδοχείο χωρίς να πει κουβέντα σε κανέναν.
Ο Νικολαλά σηκώθηκε να την υποδεχτεί ρωτώντας την γιατί ήταν τόσο εκνευρισμένη. Εκείνη του απάντησε πως την έκανε έξαλλη ο Κόμης του κρατιδίου της Γραικίας ο γνωστός Γκιώργκος παιντί Αντρέου επειδή αποφάσισε από μόνος του να βάλει όλους τους φτωχούς και τους δούλους του κρατιδίου του να ψηφίσουν. Ευτυχώς που δεν έκανε το λάθος να τους πει και για ποιο θέμα θα ψήφιζαν.
Ο Νικολαλά δεν της είπε τίποτα. Στην κατάσταση που ήταν, φοβήθηκε να της ανακοινώσει την έκπληξη που ετοίμασε για τη σημερινή βραδιά.
Ένας-ένας κατέφτασαν όλοι οι άρχοντες εκτός από τον γνωστό Μελαμψό ΠρίγκιπαΚλάμπακ Ε Μάμπα ο οποίος συνήθιζε να προσέρχεται πάντα τελευταίος για να κάνει εντύπωση.
Ενώ οι άρχοντες έτρωγαν και έπιναν ανοίγει η πόρτα του πανδοχείου και μπαίνει μέσα ένας ψηλόλιγνος άντρας φορώντας ένα μοντέρνο καπέλο. Δεν έγινε αντιληπτός ο ερχομός του γιατί δεν κατέφτασε στο πανδοχείο με άλογο ή άμαξα αλλά με ένα παράξενο μεταφορικό μέσο, άγνωστο στους υπόλοιπους άρχοντες που είχε μόνο δύο ρόδες.
Βλέποντάς τον ο Νικολαλά, τον αναγνώρισε αμέσως.
Ήταν ο Γκιώργκος παιντί Αντρέου. Τον είχε προσκαλέσει κρυφά ο Νικολαλά χωρίς να πει τίποτα στους υπόλοιπους. Ήταν η έκπληξη που ετοίμασε για την αποψινή βραδιά.
Η Βαρόνη Ντιάμπολο Κέλμερ, όταν κατάλαβε ποιος ήταν αυτός ο άντρας που μπήκε στο πανδοχείο, κόντεψε να της πέσει από τα χέρια το αγριογούρουνο που έτρωγε. Σε κάθε τέτοια συνάντηση στη Βαρόνη σέρβιραν το μεγαλύτερο αγριογούρουνο που είχαν αρπάξει οι εισπράκτορες από τους χωρικούς.
Ο Νικολαλά την καθησύχασε λέγοντάς της πως εκείνος τον κάλεσε και πως θα ήταν καλύτερα να περιμένουν και τον Μελαμψό Πρίγκιπα πριν κάνουν οτιδήποτε.
Πάνω στην ώρα, κατέφτασε και ο Πρίγκιπας Κλάμπακ Ε Μάμπα. Μπαίνοντας στο πανδοχείο, προς απογοήτευση των υπολοίπων, προχώρησε κατευθείαν προς τον Κόμη του κρατιδίου της Γραικίας. Αφού του έκλεισε το μάτι, του είπε, στη γλώσσα που και ο Γκιώργκος παιντί Αντρέου, καταλάβαινε καλύτερα από κάθε άλλη:
«Γκίβμι φάιβ Γκιώργκος, καλά τα καταφέραμε» (η απόδοση έγινε σε ελεύθερη μετάφραση) και τον αγκάλιασε με εγκαρδιότητα.
Οι υπόλοιποι άρχοντες σοκαρίστηκαν προς στιγμήν. Το τι ακολούθησε στη συνέχεια κατά τη διάρκεια της πολύωρης συνάντησης δεν το μάθαμε ποτέ.
Ίσως μετά από χρόνια βρεθεί κάποιος πάπυρος που να αναφέρεται στις αποφάσεις της συνάντησης εκείνης.
Αυτό που η Ιστορία κατέγραψε είναι πως οι αντιδράσεις των φτωχών και των δούλων του κρατιδίου της Γραικίας, συνεχίστηκαν πιο έντονες και μετά την συνάντηση των αρχόντων.
ΠΗΓΗ:
http://kyrgiakischristos.wordpress.com/