Ένας Χερουβικός Ύμνος, που ψάλλεται στη Λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου, από τα συγκλονιστικότερα υμνογραφικά κείμενα. Ακούγεται στην «πρώτη», λεγόμενη, «Ανάσταση», με τον Χριστό ακόμη στον Άδη.
Ενός των ανωνύμων υμνογράφων που χάρισαν στη βυζαντινή ποίηση εξαίσιους στίχους, γεμάτους γλωσσικό πλούτο, λυρικότητα καθώς και υποβλητικότητα.
«Σιγησάτω πάσα σαρξ βροτεία, και στήτω μετά φόβου και τρόμου, και μηδέν γήινον εν εαυτή λογιζέσθω· ο γαρ Βασιλεύς των Βασιλευόντων, και Κύριος των κυριευόντων προσέρχεται σφαγιασθήναι και δοθήναι εις βρώσιν τοις πιστοίς· προηγούνται δε τούτου οι Χοροί των αγγέλων μετά πάσης αρχής και εξουσίας, τα πολυόμματα Χερουβείμ και τα εξαπτέρυγα Σεραφείμ, τας όψεις καλύπτοντα και βοώντα τον ύμνον· αλληλούϊα».
«........Έτσι εν φόβω και τρόμω και εν σιγή ενώπιον του γεγονότος του Θανάτου και της Ταφής του Κυρίου. Κι ας έχει προηγηθεί η ανθοφορία του επιταφίου, με την ατμόσφαιρα να λάμπει, παρά το πένθος, και να μυροβλύζει, εαρινή και ανθοφορούσα. Με την ανάδειξη της ωραιότητος του θανόντος Χριστού με τους στίχους των εγκωμίων:
«Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος;»
Κι ας έχει ακόμα λίγο πριν ακουστεί το σεισμικό «Ανάστα, ο Θεός, κρίνον την γην». Κι ας γέμισαν οι ναοί δάφνες. Κι ας κουνιούνται οι πολυέλαιοι πανηγυρικώς. Κι ας ηχούν εκρηκτικώς και βροντερώς τα στασίδια των ναών [έθιμο της Κύπρου]. Με το πλήθος των πανηγυριζόντων και εορταζόντων, με πρωταγωνιστές τους ίδιους τους ιερείς, που αφήνουν οπίσω το πένθος, για να αποκαλύψουν σπεύδοντες, εν χορώ, το φως και τη χαρά, προετοιμάζοντάς μας για την πρωία της επομένης, για την Ημέρα της Λαμπρής, με το «Δεύτε Λάβετε φως». Και τούτο, γιατί είμαστε λαός της αναστάσεως και του φωτός και του κάλλους και της ωραιότητος και της χαράς, σκέφτομαι. Και της ανοίξεως......».
Από το «Πορεία προς
την Ζωηφόρον Ανάστασιν, Δώδεκα κείμενα για την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα και την
Ανάσταση του Κυρίου», του Νίκου Ορφανίδη.