Του Γιάννη Παπαμιχαήλ*
Η απολίτικη γλυκανάλατη μπουρδολογία σχετικά με τις διομαδικές
κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις και τους πολέμους, έχει γίνει πια
ιδεολογικό καθεστώς. Συγκαλύπτει όπως όπως την αποτελεσματική
τεχνολογικά αγριότητα με την οποία εξολοθρεύονται κατ’ εξακολούθηση επί
του εδάφους όπου βρίσκονται οι πληθυσμοί των αμάχων και των μαχομένων.
Το υπό πολιτική διεθνοποίηση φιλελεύθερο κράτος ισχυρίζεται, προφανώς με
ψυχρό πάθος, ότι θεμελιώνει την υπό παγκοσμιοποίηση εξατομικευμένη
κοινωνία των πολιτών – υπηκόων του πάνω στην «ειρήνη». Δεν αποδέχεται
επουδενί ότι η βία, οι συγκρούσεις και οι πόλεμοι είναι τραγικά εγγενείς
στην ανθρώπινη κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα, ούτε βέβαια ότι ο
πόλεμος, ως «πατήρ πάντων» (Ηράκλειτος) είναι το αποτέλεσμα της
συλλογικής οργάνωσης των διαφορετικών κοινωνικών και πολιτικών
επιδιώξεων, των αντικρουόμενων σχεδίων και των ομαδοποιημένων, εθνικών ή
ταξικών συμφερόντων. Έτσι, ο πραγματικά λυσσαλέος πολιτικός και
πολιτισμικός πόλεμος, σαν κι εκείνο που διεξάγει σήμερα η Δύση και η
μετανεωτερική αποικιοκρατία κατά των εχθρών τους, γίνεται κατανοητός με
τους ηθικολογικούς, μεσαιωνικούς κυριολεκτικά όρους, του «καλού» κατά
του «κακού»: ο πολιτικός εχθρός εμφανίζεται πάλι ως ο μόνιμος ηθικός
ένοχος. Με ολίγη πολιτική θεολογία, είναι ο πρώην άπιστος, ο αιρετικός, ο
δαιμονοποιημένος, εναντίον του οποίου τα πάντα επιτρέπονται (στο όνομα
προφανώς του «δικαίου», του «καλού», της «ηθικής» και βεβαίως της
«ειρήνης» και της «προόδου»).
Ποιοι είναι οι συνήθεις κακοί; Στις περισσότερες περιπτώσεις μπορεί να είναι η πλειοψηφία των ανθρώπων μιας «καθυστερημένης» (;) κοινωνίας ή ακόμα ενός αυταρχικού κράτους που δεν έχουν τοποθετηθεί αδιαμαρτύρητα στην «σωστή πλευρά του πολιτισμού και της ιστορίας», όπως την υποδεικνύουν με τα αξιακά και οικονομικά τους συστήματα οι ηγεμονεύουσες «μεγάλες δυνάμεις». Εκείνοι επίσης που δεν συμβιβάζονται με τις επιλεκτικές, συχνά σε βάρος τους, ερμηνείες του καταταλαιπωρημένου «διεθνούς δικαίου».
Ο νέος δυτικός ηγεμόνας είναι άλλωστε ήδη σε θέση να διαμορφώσει στις νοοτροπίες και στις παραστάσεις των υπηκόων του, την εκάστοτε επιθυμητή γι’ αυτόν εικόνα, τόσο των αφ’ υψηλού, «αυτοκρατορικών», ουδέτερων «ίσων αποστάσεων» από τους εμπλεκόμενους σε συγκρούσεις που του είναι κάποτε διπλωματικά χρήσιμη, όσο ιδίως στην εικόνα του «καλού» και του «κακού», όπως ακριβώς το είχε περιγράψει ο Όργουελ. Αντίθετα, ο ανιστόρητος, «εγγράμματος και πληροφορημένος πολίτης» δεν έχει κανένα τρόπο να προσεγγίσει με κριτικό βλέμμα τα ψευδεπίγραφα, «ηθικά διλήμματα». Έτσι, ο ανιστορικός διάχυτος ειρηνισμός που διακατέχει ιδεολογικά τις παγκοσμιοποιημένες κοινωνίες των εξατομικευμένων πολιτών που ζουν στο αέναο παρόν των αγορών και αγωνίζονται για την ατομική καταναλωτική τους αυτοπραγμάτωση, διαχειρίζεται ψυχοπολιτικά και ιδεολογικά τις πραγματικές κοινωνιοπολιτικές ανισότητες και τις ιστορικές συγκρούσεις, μέσα σε ένα φιλοσοφικά «στωικό» πλαίσιο σκέψης. Αυτή η μορφή σκέψης είναι επικεντρωμένη στο παρόν και στον «εαυτό», καθώς και στις ατομικές δυσφορίες του για τις εκάστοτε παραβιάσεις των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» και της ειρήνης επί γης από τους εκάστοτε κακούς, όπως τους υποδεικνύει ο εκάστοτε «καλός ηγεμόνας» με τα καθεστωτικά του ιερατεία (ιερείς, δημοσιογράφους, εκπαιδευτικούς κλπ.). Πρόκειται για ένα πλαίσιο σκέψης και ενσυναίσθησης ήδη από την αρχαιότητα χαρακτηριστικό ή ενδεικτικό των περιόδων της ιδιώτευσης και της θανάσιμης πολιτικής παρακμής.
Έτσι ξαφνικά, τα πολιτικώς ορθά αμερικάνικα πανεπιστημιακά campus, παράλληλα με τις woke κουλτούρες που καλλιεργούν και εξάγουν, θυμήθηκαν, με 70 χρόνια καθυστέρηση, το δράμα και τη γενοκτονία των Παλαιστινίων. Αυτό δηλαδή ακριβώς που με μπόλικη συστολή είχαν ξεχάσει στο όνομα της αποκατάστασης της δικαιοσύνης για όσα είχαν υποστεί οι Εβραίοι από το χιτλερικό ολοκαύτωμα, σε βάρος αυτή τη φορά των Παλαιστινίων. Το φαιδρό διεθνές ποινικό δικαστήριο έσπευσε να συμπληρώσει τις «ειρηνόφιλες» κινήσεις του, κατά του πολεμοχαρούς Πούτιν ή κατά των τρομοκρατών της ηγεσίας της Χαμάς, με την πρόταση να εκδοθεί ένα ένταλμα σύλληψης κατά του Ισραηλινού Πρωθυπουργού.
Το αδιαμόρφωτο σώμα και ταυτόχρονα, δημόσιο πτώμα που αποκαλείται εύηχα κοινή δυτική γνώμη, με τα μοντέρνα δημοσιογραφικά στερεότυπα και τους κοινούς τόπους της πολιτικά ορθής ψευτοπροοδευτικής κοινωνικής σκέψης του, καθίσταται λοιπόν κάθε μέρα και περισσότερο ταυτόχρονα «φιλειρηνικό» και «φιλοπόλεμο». Με ένα αξιακό πλαίσιο εδραιωμένο περισσότερο στην προσχηματική «ευαισθησία» παρά στην ιστορική ανάλυση ή την λογική και πολιτική σκέψη, αντιλαμβάνεται τον πόλεμο ως κάτι «απολύτως κακό και ανεπίτρεπτο». Συνεπώς, στο όνομα της «ανθρωπότητας» και του «ανθρωπισμού» επιδοκιμάζει τον «πόλεμο με όλα τα μέσα κατά του πολέμου», θεωρώντας τον σαν μια ηθικά νόμιμη και πολιτικά αναγκαία επιχείρηση κατά του «κακού».
Τα «φοιτητ@» των ελληνικών πανεπιστημίων, ως πολιτισμικά καλοεκπαιδευμένα μαϊμουδάκια, δηλαδή ως αποικιοκρατούμενοι μιμητές, έσπευσαν αμέσως να αναπαράγουν τις αντίστοιχες αμερικάνικες «προοδευτικές κινητοποιήσεις». Σε αυτά τα «φοιτητ@», τόσο εμφανώς φυτευτά στο μεταμοντέρνο κόσμο τους και φυτοποιημένα από τον διακοσμητικό δήθεν αντικομφορμιστικό κομφορμισμό τους, προστίθενται βέβαια κάποιοι ανάλογοι καλλιτέχνες, από εκείνους λόγου χάρη που υποτίθεται ότι «εκπροσωπούν την χώρα μας» (;) σε διαγωνισμούς τραγουδιού και με την αψεγάδιαστη πολιτική τους ευαισθησία χασμουριούνται περιφρονητικά προς τους εκπροσώπους του Ισραήλ στους ίδιους διαγωνισμούς. Όλα αυτά στο όνομα μιας συμβολικής διαμαρτυρίας, δηλαδή της απομίμησης μιας εξέγερσης (που για τον Πλάτωνα ήταν ο δυσκολότερος πόλεμος). Μια τέτοια προσχηματική διαμαρτυρία μοιάζει να υποδηλώνει σήμερα μια κάποια «πολιτικά ορθή», συναισθηματική αλληλεγγύη, όχι βέβαια στον από δεκαετίες μαχόμενο παλαιστινιακό λαό και στον πατριωτισμό του, όσο στους «ανθρώπους» γενικά και αφηρημένα, που «τυγχάνει» αυτή τη φορά να ζουν στη λωρίδα της Γάζας, όπως και «τυγχάνει» να είναι τα πιο πρόσφατα θύματα της σιωνιστικής θηριωδίας...
Αυτός ο ανιστόρητος τρόπος σκέψης του «καλού εναντίον του κακού» οδήγησε σε στιγματισμούς και εγκλήματα που, ακόμα και στην σύγχρονη ιστορία, σπανίως τιμωρήθηκαν. Λόγου χάρη, η πολιτικά κατανοητή μεταπολεμική αντιφασιστική λύσσα σε πολλές χώρες της Ευρώπης στο όνομα της αντίθεσης στο υπέρτατο φασιστικό κακό, οδήγησε πολλές ευρωπαϊκές χώρες σε εξίσου φασίζουσες υπερβολές, όπως οι γνωστές διαπομπεύσεις Γαλλίδων γυναικών, που συνήθως για λόγους επιβίωσης, είχαν σχετιστεί με Γερμανούς κατά το διάστημα της κατοχής. Ακόμα να θυμήσουμε πως την ημέρα που στο Βερολίνο αυτοκτονούσε ο Χίτλερ μαζί με την σύζυγό του (30/04/1945) στην Σαβόνα της Ιταλίας, μια μαθήτρια 13 ετών, η Γκιουζεπίνα Γκέρσι, βιάστηκε, βασανίστηκε και τελικά εκτελέστηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι από κομμουνιστές αντάρτες, απλώς επειδή σε μια μαθητική έκθεση είχε πλέξει το εγκώμιο του Μουσολίνι. Κατά την ίδια περίοδο στην Ελλάδα, οι εθνικόφρονες υπερασπιστές του «καλού», χίτες και δωσίλογοι ταγματασφαλίτες, ξεκινούσαν την καταδίωξη και την εξόντωση των ανταρτών του ΕΑΜ ΕΛΑΣ. Το αμερικανόπνευστο εμφυλιακό και μετεμφυλιακό καθεστώς της Ελλάδας έδινε τότε τον δικό του «υπέρ πάντων αγώνα» κατά του άλλου υπέρτατου κακού: εκείνου των αμετανόητων «κομμουνιστοσυμμοριτών»…
Οι χειρότεροι, ολοκληρωτικότεροι πόλεμοι της Δύσης, εκείνοι που με σύγχρονες προπαγανδιστικές και πολεμικές τεχνολογίες επιστρέφουν ιδεολογικά στον μεσαίωνα, είναι μάλλον ξανά μπροστά μας, στο όνομα πάλι της ειρήνης και της πάλης του «καλού κατά του κακού»,
Αφού λοιπόν γίνεται τόσος επίκαιρος λόγος για την «Ευρώπη που θέλουμε», ίσως εν κατακλείδι θα πρέπει να οραματιστούμε μια δυτική Ευρώπη απαλλαγμένη από τις σταυροφορικές λογικές, τις πολύμορφες αποικιοκρατικές παραδόσεις της, τις φραγκοκρατίες της, ή τις ιστορικές της αντιπαλότητες με την ανατολική Ευρώπη. Δηλαδή μια πραγματική Ευρώπη των λαών. Ακριβώς εκείνη που μισούν οι σημερινοί φιλελεύθεροι, μικροηγετίσκοι, πολέμαρχοι τύπου Μακρόν – την θεωρούν μάλιστα μια θανάσιμη απειλή για τη δική τους μεταδημοκρατική, απολυταρχική, φιλελεύθερα αντιλαϊκή Ευρώπη. Μια τέτοια Ευρώπη των λαών, δεν θα γίνει εύκολα τόσο ειρηνική, όσο ίσως εύχονται οι περισσότεροι ευρωπαίοι πολίτες. Πιθανόν όμως θα έπαυε να είναι τόσο αγοραία ολοκληρωτική, τόσο πολιτικά άδικη και ανυπόληπτη, όσο την κάνουν, πάντα από την «σωστή πλευρά της ιστορίας», οι σύγχρονοι επίδοξοι δυτικοί σταυροφόροι και πολεμοκάπηλοι ειρηνιστές.
*(π. καθηγητή Ψυχολογίας Παντείου Πανεπιστημίου)