Το παρακάτω άρθρο γίνεται εξαιρετικά και τραγικά επίκαιρο.
Μία από τις κεντρικές συνιστώσες της κατάφορης μυθολογίας περί οικονομικής «χρεοκοπίας» είναι η εκ νέου αναδιάταξη των συνόρων και η κατάτμηση της Ελλάδας.
Ο «αποκεφαλισμός» του Επισκόπου Αρτεμίου και η βίαιη «επιβολή» του Οικουμενισμού και του παπισμού στη Σερβία αποτελεί ένα επιπρόσθετο συμβάν επιβεβαίωσης των εφιαλτικών νεοταξικών σχεδιασμών.
Το Κόσοβο και η γεωπολιτική των Βαλκανίων
Του Pierre Hillard, διδάκτορα Πολιτικών Επιστημών
Reseau Voltaire, 28 Φεβρ. 2008
Μετάφραση-επιμέλεια: Kleopatra Katakalos
ΡΕΣΑΛΤΟ, τεύχος-27
Η μονομερής ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου σκηνοθετήθηκε από τα ατλαντικά ΜΜΕ σαν μία νίκη των λαών για την αυτοδιάθεσή τους. Ουδέν απατηλότερον, επισημαίνει ο Pierre Hillard: Η απόφαση αυτή δεν ελήφθη από τους ενδιαφερόμενους, αλλά από τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τελικά το «ανεξάρτητο» Κόσοβο δεν είναι κυρίαρχο και η νόμιμη οικονομική του δραστηριότητα περιορίζεται στο να φιλοξενεί την πιο σύγχρονη αμερικάνικη στρατιωτική βάση, που εμφυτεύθηκε στη Γηραιά Ήπειρο, το Bondsteel. (Πρόλογος από Reseau Voltaire, 28 Φεβρ. 2008)
Η ανεξαρτησία του Κοσόβου της 17ης Φεβρουαρίου 2008, αποτελεί καμπή στα Βαλκάνια. Ένα δάσος από αλβανικές, αμερικάνικες και αγγλικές σημαίες ανέμιζε μέσα στους δρόμους της καινούργιας πρωτεύουσας, της Πρίστινα. Εδώ κι εκεί, ένα «Ευχαριστώ Γερμανία», («Danke Deutschland»), διακοσμούσε τις μετώπες των περισσοτέρων κτηρίων, θυμίζοντας την αδιάσειστη συμβολή του Βερολίνου στη γένεση του καινούργιου αυτού κράτους.
Η αναγνώριση της τελευταίας επαρχίας της Ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας δείχνει να ολοκληρώνει τον κατακερματισμό αυτής της χώρας ο οποίος ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Στην πραγματικότητα, η καταστροφή της Ομοσπονδίας αυτής εντάσσεται σ' ένα ευρύτερο σχέδιο εδαφικής και οικονομικής αναδιάρθρωσης των Βαλκανίων, σε σχέση με τη Μαύρη Θάλασσα και την Εγγύς-Ανατολή.
Η Γιουγκοσλαβία πρέπει να καταστραφεί
Η καταστροφή αυτής της χώρας οφείλεται στη Γερμανία. Πράγματι, ήδη από το 1970, οι πολιτικές αρχές της Βαυαρίας υπό τη διεύθυνση του υπουργού-προέδρου Franz Josef Strauss οργάνωσαν πολλαπλές επαφές με τους ιθύνοντες των Σλοβένων και Κροατών. Ο λόγος ήταν να αποσπάσουν οικονομικά τα βόρεια κράτη της Γιουγκοσλαβίας, προκειμένου να τα εντάξουν στην οικονομία της Δύσης, κατά πρώτον στην Αυστρία και τη Γερμανία. Το εργαλείο που επέτρεψε στο Βερολίνο ν' αρχίσει την διάσπαση αυτής της χώρας πέρασε υπό την μορφή μιας «Κοινότητας εργασίας», (Αrbeitsgemeinschaft), Alpen-Adria. Ιδρυθείσα στις 20 Νοεμβρίου 1978, η Κοινότητα αυτή, συγκέντρωσε διάφορες περιοχές, προερχόμενες από διαφορετικές χώρες .
Εκτός από τη Βαυαρία συναντάμε εκεί περιοχές ελβετικές, αυστριακές και ιταλικές. Σ' αυτές προστέθηκαν μετά την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου και περιοχές ουγγρικές καθώς επίσης οι βόρειες επαρχίες της παλαιάς Γιουγκοσλαβίας. Ισχυρή, έχοντας μία έκταση 306.000 χλμ2, η εδαφική αυτή οντότητα αποδεσμεύτηκε σταδιακά από την εξουσία των επί μέρους κρατών και ανέλαβε τομείς όπως τη χωροταξία, τις συγκοινωνίες κι ακόμη τη γεωργία. Αυτή η δυναμική ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο με τη δράση της Association des Regions Frontalieres Europeennes (ARFE), (Ένωσης Ευρωπαικών Παραμεθορίων Περιοχών), ενός γερμανο-ευρωπαικού ιδρύματος, του οποίου ο δηλωμένος σκοπός συνίσταται στο να μετατρέψει τα εθνικά σύνορα σε απλά διοικητικά όρια.
Το προοίμιο της απόσχισης της Σλοβενίας και της Κροατίας ξεκίνησε το 1987 όταν το γιουγκοσλαβικό κράτος, μη δυνάμενο να ανταποκριθεί στα χρέη του, βρέθηκε στο χείλος της χρεοκοπίας. Η κατάσταση αυτή υποχρέωσε την κυβέρνηση της χώρας να υποκύψει στον ταπεινωτικό ζυγό (Καυδιανά δίκρανα) του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (FMI). Αυτό υπήρξε και η αρχή του τέλους. Το εκμεταλλεύθηκε η γερμανική κυβέρνηση για να υποστηρίξει ότι η Σλοβενία και η Κροατία, όντας περιοχές πιο εύπορες σε σύγκριση με τις υπόλοιπες του Νότου, είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να ενταχθούν στην Ευρωπαική Ένωση (ΕΟΚ, ακόμη, κατά την εποχή εκείνη). Το δέλεαρ αυτό, σαν τραγούδι σειρήνας, επέφερε το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Τον Ιούνιο του 1991 οι δύο δημοκρατίες της Βορείου Γιουγκοσλαβίας κήρυξαν την ανεξαρτησία τους, την οποία αναγνώρισε ρητά ο υπουργός Εξωτερικών, Hans-Dietrich Genscher, τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους. Η απόφασή του παρέσυρε και άλλα ευρωπαικά κράτη, πυροδοτώντας έτσι το γιουγκοσλαβικό καμίνι. Στην πραγματικότητα, η Alpen-Adria είχε προηγηθεί της καθοριστικής αυτής πράξης της Γερμανίας για τον διαμελισμό του γιουγκοσλαβικού κράτους, όταν στις 3 Ιουλίου 1991 σε μία σύνοδο της ολομέλειας δήλωσε :
«Τα μέλη της Κοινότητας εργασίας Αlpen-Αdria παρακολουθούν με μεγάλη ανησυχία την κλιμάκωση της βίας στη Γιουγκοσλαβία που απειλεί την ειρήνη στην Ευρώπη (...). Φρονούν ότι είναι καθήκον τους να ενεργήσουν μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων τους, ώστε να αναγνωρισθεί το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών της Γιουγκοσλαβίας και να γίνονται σεβαστές οι αποφάσεις που πηγάζουν από όργανα εκλεγμένα με δημοκρατικές διαδικασίες. Στηρίζουν πάνω απ' όλα τις δημοκρατικές, φιλειρηνικές προσπάθειες των μελών κρατών της Σλοβενίας και Κροατίας, προκειμένου να ασκήσουν τα δικαιώματά τους για αυτοδιάθεση. Είναι πεπεισμένα ότι οι δημοκρατίες αυτές έχουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν την ανεξαρτησία, την ελευθερία και την αλληλεγγύη μέσα στους κόλπους της Κοινότητας Εργασίας Alpen-Adria».
Η διάσπαση της γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας κατέληξε στην εμφάνιση πολλαπλών ανεξαρτήτων μονάδων. Οι συμφωνίες Dayton που υπεγράφησαν το 1995 προσδιόρισαν προσωρινά τα σύνορα των νεοσυσταθεισών αυτών οντοτήτων που αναδύθηκαν μέσα από αίμα. Εν τω μεταξύ η υπόθεση του Κοσόβου δεν είχε κλείσει. Αυτή η αυτόνομη σερβική επαρχία, πραγματική εστία του πολιτισμού αυτής της χώρας, κατοικήθηκε σταδιακά από μουσουλμάνους, προερχόμενους από την Αλβανία. Αξιώνοντας την ανεξαρτησία τους απέναντι στο Βελιγράδι, οι αλβανοί αντιπρόσωποι του Κοσόβου δέχθηκαν την πλήρη στήριξη της «Ομοσπονδιακής Ένωσης Ευρωπαικών Εθνοτήτων» (UFCE), ενός ευρωπαικού ιδρύματος -στην ουσία όμως γερμανικού- που προάγει την οργάνωση των εθνοτήτων της Ευρώπης.
Έχοντας τη συμπαράσταση ενός υψηλού αξιωματούχου του Υπουργείου Εσωτερικών της Γερμανίας, η UFCE υποστήριξε πλήρως τις διεκδικήσεις των Κοσοβάρων. Συνελθούσα, υπό την ονομασία «Ένωσις Κοσοβάρων», η οργάνωση αυτή δέχθηκε την στήριξη του Βερολίνου, έχοντας όμως την έδρα της ...στις ΗΠΑ, στο Ιλινόις.
Η στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ, το Μάρτιο του 1999, λύγισε τη Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας η οποία αναγκάστηκε στο εξής να υποστεί αναδιοργάνωση του γεωγραφικού της χώρου.
Τα Βαλκάνια ως ζώνη τράνζιτ
Το μεγάλο «σφάλμα» του σέρβου προέδρου Μιλόσεβιτς στα μάτια των παγκοσμιοποιητών ήταν ότι αρνήθηκε να ενταχθεί στην πολιτική και οικονομική οργάνωση που εκθείαζε η ευρω-ατλαντική κοινότητα. Πράγματι, η καταστροφή της Γιουγκοσλαβίας επέτρεψε μία πλήρη αναδιοργάνωση του πολιτικού, οικονομικού και στρατιωτικού σκηνικού. Μετά το πέρας του πολέμου του 1999 οι ΗΠΑ κατασκεύασαν μια στρατιωτική βάση στο Κόσοβο, την πιο σύγχρονη και πιο σημαντική στην Ευρώπη: το Bondsteel. Έχοντας τη δυνατότητα να στεγάσει έως 7.000 στρατιώτες, αυτή η υπερσύγχρονη βάση, είναι σε θέση να παρακολουθεί το σύνολο των Βαλκανίων καθώς και τη Μαύρη Θάλασσα και την Τουρκία.
Αυτή η αμερικανική παρουσία, πρώτος εργοδότης των Κοσοβάρων, προσελκύει πελατεία στη μόλις συσταθείσα, ανεξάρτητη κυβέρνηση της Πρίστινα. Με πιο σαφείς όρους, το Κόσοβο αποτελεί ένα παράρτημα της αμερικανικής επικράτειας στην Ευρώπη.
Η βούληση αυτή των ΗΠΑ, να αναμιχθούν στη ζώνη αυτή, εξηγείται λόγω της αποφασιστικής σπουδαιότητας της διοχέτευσης των υδρογονανθράκων με προέλευση την Κασπία θάλασσα, πιο συγκεκριμένα το Μπακού. Ανάμεσα στους πολυάριθμους αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου μπορούμε να σημειώσουμε το διαβαλκανικό Μπουργκάς-Βλόρα (=λιμάνι της Αλβανίας), το BTC (Μπακούν-Τσευχάν),το Blue Stream, το Nabucco,...ανταγωνιστικά του ρωσικού αγωγού φυσικού αερίου Southstream.
Η πολιτική των ΗΠΑ έχει στόχο να ελέγχει τα Βαλκάνια, περνώντας από την κεντρική Ασία μέχρι την Εγγύς Ανατολή. Αυτό επιχειρείται αναπόφευκτα με μία «βαλκανοποίηση» (κατακερματισμό) αυτής της ζώνης, σύμφωνα με την παλαιά καλή συνταγή του «διαίρει και βασίλευε».Ο τεμαχισμός της Ευρώπης λόγω εφαρμογής των γερμανο-ευρωπαικών σεναρίων συνοδεύεται κι από τη βούληση να διασπασθούν τα κράτη της Εγγύς Ανατολής σε μία πληθώρα από εθνικές και θρησκευτικές οντότητες.
Η φιλοδοξία αυτή παρουσιάστηκε επίσημα στο στρατιωτικό περιοδικό AFJ (Armed Forces Journal) τον Ιούνιο του 2006 από την πέννα του Ralph Peters, παλαιού αξιωματικού πληροφοριών. Στην πράξη, οι εργασίες αυτές στηρίχθηκαν κατά πολύ στις αντίστοιχες του βρετανού ισλαμολόγου Bernard Lewis, προσκείμενου στους νέο-συντηρητικούς.(7).
Η σπουδαιότητα διασφάλισης της μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου ανάμεσα στην Εγγύς Ανατολή και τα Βαλκάνια εξηγεί επίσης την επιθυμία να στηθεί μία ευρω-περιοχή στη Μαύρη Θάλασσα. Αυτή η αντίληψη καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των πολλαπλών συνεδριάσεων μεταξύ του πολύ ισχυρού Bruce Jackson, προσκείμενου στους νέο-συντηρητικούς κύκλους και των φορέων των ευρωπαιστών. Όπως υποστηρίζει με σαφήνεια ο αντιπρόσωπος των ΗΠΑ:
«Η Μαύρη θάλασσα αποτελεί το καινούργιο σημείο επαφής ανάμεσα στην ευρωατλαντική κοινότητα και τη μεγάλη Μέση Ανατολή».
Κατά συνέπεια αντιλαμβανόμαστε καλύτερα την έμφαση που δίνεται στην ανεξαρτησία του Κοσόβου, το οποίο μέσω της αμερικανικής βάσης που διαθέτει θα αποτελέσει για την Ουάσιγκτον ένα πραγματικό αεροπλανοφόρο που θα «χτενίζει» κυριολεκτικά το σύνολο αυτής της ζώνης.
Τα γεγονότα που επέσπευσαν την ανεξαρτησία του Κοσόβου είχαν αναγγελθεί κατά την διάρκεια συσκέψεων των ευρωβουλευτών και των αντιπροσώπων του Κογκρέσσου των ΗΠΑ. Πράγματι μέσα στα πλαίσια του Transatlantic Legislators Dialogue (TLD) (Υπερατλαντικού Διαλόγου Νομοθετών) σε μία σύνοδο από τις 18 ως 21 Απριλίου 2006 στη Βιέννη, φάνηκε ήδη το κλίμα. Σύμφωνα με την τελική έκθεση του ΤDL: «Η αμερικανική αντιπροσωπεία επικεντρώνεται στο θέμα του Κοσόβου κι επισημαίνει ότι η ημι-ανεξαρτησία του Κοσόβου δεν είναι η πιο καλή επιλογή.
Αντιθέτως θα πρέπει να εφαρμοσθεί η αυτοδιάθεση και η Σερβία να γίνει μία χώρα ομαλή, πλήρως ενταγμένη στη διεθνή κοινότητα». Αυτή η ίδια αντιπροσωπεία δηλώνει : « Υπάρχει βεβαίως ένα ευρύτερο πρόβλημα: Θα πρέπει να διαθέτει κάθε γλώσσα, κάθε διάλεκτος και δική της σημαία και ανεξάρτητο κράτος;». Εν πάση περιπτώσει είναι πλέον κάπως αργά για να τα σκεφθούμε αυτά.
Η αναγνώριση της κυριαρχίας του Κοσόβου από τις βασικές δυνάμεις της Δύσης αποτελεί μία πραγματική καμπή στις διεθνείς σχέσεις. Σε συνέχεια του πολέμου του 1999, το Συμβούλιο Ασφαλείας με το ψήφισμα 1244 ανεγνώρισε την ακεραιότητα του σερβικού εδάφους, συμπεριλαμβανομένου και του Κοσόβου, το οποίο τύγχανε κάποιας ενισχυμένης αυτονομίας.
Η κατάφωρη παράβαση αυτού του ψηφίσματος κονιορτοποιεί το διεθνές δίκαιο. Προς τι λοιπόν να συντάσσονται ψηφίσματα που θα καταπατηθούν; Άλλωστε, η αναγνώριση αυτού του κράτους ανοίγει διάπλατα το κουτί της Πανδώρας. Τι απάντηση να δοθεί στις άλλες περιοχές στην Ευρώπη και πανταχού ανά τον κόσμο, που επιθυμούν με τη σειρά τους να αποκτήσουν ανεξαρτησία; Υπό το πνεύμα της παγκοσμιοποίησης, εχθρού των Εθνών-Κρατών, η ανάδειξη αυτού του κράτους προδιαγράφει σειρά αλυσιδωτών αντιδράσεων ( domino effect) που θα καταλύσουν την εδαφική ακεραιότητα πολλών άλλων χωρών.
Ακόμη κι αν το επεδίωκαν, δεν θα μπορούσαν να το πετύχουν καλύτερα. Αλλά ακριβώς πρέπει να πιστέψουμε ότι οι Αλ Καπόνε της παγκοσμιοποίησης το έπραξαν έχοντας πλήρη επίγνωση. Στην ανατολή του 21ου αιώνα καμμία ανθρώπινη εξουσία δεν φαίνεται να είναι ικανή να αναχαιτίσει το κτίσιμο του πύργου της Βαβέλ.