Του Απόστολου Λυκεσά*
Το κείμενο αποτελεί εισήγηση του υπογράφοντος σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2008 στο αμφιθέατρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης από την συνδικαλιστική παράταξη «Ασύνταχτος Τύπος» και είχε τίτλο «Ψωμί Παιδεία Ελευθερία – 35 χρόνια μετά». Στην εκδήλωση μετείχαν με εισηγήσεις τους ο Δημήτρης Παπαχρήστος, (συγγραφέας, εκφωνητής του ραδιοσταθμού στην κατάληψη του Πολυτεχνείου Αθηνών το 1973), ο Γιώργος Μαργαρίτης, (καθηγητής σύγχρονης ιστορίας ΑΠΘ), ο δημοσιογράφος Γιάννης Γκίρμπας και είχε συντονίσει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Μακρής. Το κείμενο γράφηκε πάνω στη φόρμα του ποιήματος του Έκτορα Κακναβάτου «Στώμεν» και δεν υπέστη καμία παρέμβαση ή διόρθωση.
Αυτό που άλλαξε είναι ότι η Νεφελοκοκκυγία έμελλε να πραγματοποιηθεί για πέντε μήνες τώρα στις ραδιοφωνικές συχνότητες της ΕΡΤ3, χάρις στην σύμπραξη όσων συναδέλφων των τριών ραδιοφωνικών σταθμών (102 fm, 9.58fm, βραχέα) βάστηξαν και –μετά την «πτώση» του ραδιομεγάρου- βαστούν ακόμη την «βόρεια ντάπια», εκπέμποντας πρόγραμμα για ολόκληρη την Ελλάδα και τους απόδημους Έλληνες. Αφιερώνεται μάλιστα στον καθένα και την κάθε μία χωριστά διότι έδειξαν ότι ο δρόμος που συνδέει το όνειρο με την πραγματικότητα είναι ακόμη ανοιχτός.
ΣΤΩΜΕΝ
Από το ραδιοφωνικό σταθμό του Πολυτεχνείου στις ληγμένες κονσέρβες.
Πρώτο
που ο ενθουσιασμός διατίθεται μόνο ως μπαναλιτέ λαογραφία για επετείους και διαφημίζεται ως αλεξικέραυνο, εθνικό κατάλοιπο γειωμένο λυτρωτικά με την ύπαρξή μας, την ώρα της -όποιας- καταστροφής ή ανάγκης. Τις καθημερινές αναλαμβάνει ο ερμαφρόδιτος επαγγελματισμός να μας σώζει με προσχήματα, ντύνοντας τους συμβιβασμούς και το επέκεινα των επιθυμιών με παυσίλυπες αναγκαιότητες. Ως εκ τούτου, ακούγεται λογικός ο ισχυρισμός ότι η φωνή του ραδιοφώνου, από το Πολυτεχνείο του 1973, έχει τόση σχέση με την καθημερινότητά μας όση οι σημερινοί ακροατές μιας ραδιοφωνικής λίστας με αυτούς που έβγαιναν από τα σπίτια τους πανικόβλητοι, όταν ο Όρσον Ουέλς ανακοίνωνε την εισβολή των Αρειανών στη γη.
Δεύτερο
που το ραδιόφωνο ως μέσο επικοινωνίας, ενημέρωσης, επιβολής ή απελευθέρωσης είναι παλιομοδίτικο. Όπλο σε εγκαταλειμμένη αποθήκη του στρατού ή απαραίτητο μόνο σε οικογενειακές συγκεντρώσεις. Παραμένει φυσικά αγχέμαχο. Συνιστάται σε συγκρούσεις σώμα με σώμα, για αναγνωρίσεις και τελικές εκκαθαρίσεις. Τελευταία φορά χρησιμοποιήθηκε ως άρμα μάχης από τον ποιητή και διακεκριμένο φασίστα Έζρα Πάουντ ο οποίος συνελήφθη με ένα μικρόφωνο στο χέρι να υπερασπίζεται τον Μουσολίνι.
Τρίτο
η προσωρινή ενσωμάτωση -για πρώτη φορά στην Ελλάδα- αυτού του όπλου από ένα κίνημα, όπως του Πολυτεχνείου ‘73 έγινε δυνατή, για τον λόγο και μόνο, ότι τότε… δεν υπήρχαν μετρήσεις ακροαματικότητας. Πάει να πει πως οι εκπομπές εκείνων των ημερών δεν θα ήταν τίποτα χωρίς το ανιδιοτελές και αλογόκριτο περιεχόμενο που ξεχείλιζε κοχλάζοντας από τα οργισμένα στόματα και τις καρδιές των δημιουργών του. Το ραδιόφωνο του Πολυτεχνείου απάντησε άπαξ δια παντός στο ερώτημα: το μέσον καθορίζει τις μάζες ή καθορίζεται από αυτές; Η απεγνωσμένη χαρά των δημιουργών του σπαρταράει ακόμη στα όνειρα όσων κάνουν ραδιόφωνο και δεν δουλεύουν σ’ αυτό.
Τέταρτο
Έπρεπε να περάσουν δεκατέσσερα χρόνια από την πτώση της χούντας, και χρειάστηκαν μόλις λίγοι εμπνευσμένοι για να ξαναβγεί από το θηκάρι του τούτο το αρχαίο όπλο. Θα πει κάποιος: και μια δεξιά αντιπολίτευση. Για λόγους που δεν είναι της παρούσης. Άνοιξαν τότε, το 1988, το δρόμο στα επελαύνοντα τηλεοπτικά άρματα, θα ισχυριστεί άλλος και με το δίκιο του. Μα φυσικά. Τι θαρρείτε; Την απάντηση στο ερώτημα που έθεσα πιο πάνω δεν την γνώριζαν οι εξουσιαστές;
Ως εκ τούτου η «ελεύθερη ραδιοφωνία» μεταλλάχθηκε, εν ριπή οφθαλμού, σε ιδιωτική. Και δημοτικό – κρατική. Διανύσαμε αστραπιαία την απόσταση για να φτάσουμε στο σημερινό ράδιο κομπιούτερ που παίζει μουσική (;) κονσέρβα κατάλληλη μόνο για στιγμές καταναλωτικής νιρβάνας σε σούπερ μάρκετ. Κι όμως, ενόσω διανύουμε την έρημο του πραγματικού χρειαζόμαστε όσο άλλοτε το σπινθηροβόλο και αναζωογονητικό ραδιόφωνο. Επικαιρικό: ακόμη και τα εναπομείναντα δημοτικά ραδιόφωνα μετατρέπονται σε σκέλεθρα του αλλοτινού εαυτού τους αφού δρομολογείται η μεταλλαγή τους σε ιδιωτικά. Το ψωμί, η παιδεία και η ελευθερία που ευαγγελίζονται τα ιδιωτικά είναι φυσικά αυτά των ιδιοκτητών τους και των διαφημιζομένων. Σε όσα παρεισέφρησε η ευγενής πρόθεση, τερμάτισαν το βίο τους ως παλιομοδίτικα πανωφόρια ή ιδεολογική παλιατσαρία.
Γεγονός προχωρημένο σήμερα
Η υπεράσπιση του στοιχειώδους. Αντικειμενική, ολοκληρωμένη, έγκυρη ενημέρωση για τα συμβαίνοντα. Η επίκληση έστω της «ανάπηρης ελευθερίας» που μας τάζουν. Η μεταφορά στο κοινό των γεγονότων. Κόντρα στη διαστρέβλωση, την αυτολογοκρισία και την απόκρυψη. Επιπλέον το ραδιόφωνο δεν είναι μέσο διασκέδασης. Αντιθέτως μπορεί και οφείλει να είναι και ψυχαγωγία. Τούτο εξάλλου το ξεχωρίζει από τα νυχτερινά κέντρα. Να στοιχηθούμε προς υπεράσπιση της επιβίωσης δημοσιογράφων – τεχνικών που κατέχουν πώς να συντηρούν άσβηστη τη φλόγα της αξιοπρέπειας του ερασιτέχνη. Γνώση πολύτιμη που τείνει να απαξιωθεί μέχρις εξαφανίσεως και χρήζει υπεράσπισης στα χρόνια της παρατεταμένης δυσανεξίας που διατρέχουμε.
Έσχατο
Σχήμα καθ’ υπερβολή: Το ραδιόφωνο είναι ένα μικρό Πολυτεχνείο των καιρών μας. Τα άρματα έχουν διαβεί φυσικά την πύλη. Ιδιωτικά συμφέροντα και κράτος εκκαθαρίζουν τους τελευταίους τυφεκιοφόρους. Διαπραγματεύονται κάτω από το τραπέζι τις άδειες. Απειλούν με λόγο άναρθρο και ρητορεύουν με στραπατσαρισμένη γλώσσα, χαϊδεύουν με διαφημιστικά πακέτα ντεκολτέ, ξιπάζονται με γκρίγκλις και τραγουδιστικούς βρυχηθμούς.
Με ποια όπλα είναι δυνατή η αντίσταση; Πρώτο και ακαταμάχητο η διαμαρτυρία. Δεύτερο η τεκμηριωμένη παρατήρηση. Τρίτο η διαυγής πρόταση – απαίτηση. Το διαδίκτυο μπορεί να παίξει καίριο λόγο και οι μπλόγκερς, δηλαδή οι ενεργοί πολίτες, να είναι σύμμαχοι με κοινά συμφέροντα. Η κριτική τους στάση προαπαιτούμενο. Από κοντά η ουσιαστική υπεράσπιση του δημόσιου και όχι λεγόμενου κρατικού ραδιοφώνου παράλληλα με την οξύτητα των επιχειρημάτων, τη ζεστασιά που φέρει η επικοινωνία, την άδολη συμπαράσταση σε αυτούς, και είναι πολλοί, που είναι αποκλεισμένοι από την τηλεόραση.
Καταλήγω: δεν θεωρώ όνειρο την πιθανότητα κάποιο πρωί να ξεκινάς με μουσικό πέρασμα τους ουγγρικούς χορούς του Μπραμς όχι ως διανοουμενίστικη εξτραβαγκάνσα αλλά σαν μια φέτα απελευθερωτικής και όχι καταναγκαστικής παιδείας. Μπορούμε, γιατί το δικαιούμαστε, να διεκδικήσουμε έναν νέο αναδασμό στην εξουσία του Αιθέρα. Με αρχές, αξίες, και ενθουσιασμό ανάλογο της οργής, αντίστοιχο της απούσας τρυφερότητας. Μπορεί ο Αχιλλέας να πέθανε αλλά δεν θα παραδώσουμε τα όπλα του. Μια ραδιοφωνική νεφελοκοκκυγία, που μοιάζει με ευσεβή πόθο, είναι ήδη κάτι περισσότερο από τη δικτατορική σιωπή.
ΠΗΓΗ:
http://kyrgiakischristos.wordpress.com/
Το κείμενο αποτελεί εισήγηση του υπογράφοντος σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2008 στο αμφιθέατρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης από την συνδικαλιστική παράταξη «Ασύνταχτος Τύπος» και είχε τίτλο «Ψωμί Παιδεία Ελευθερία – 35 χρόνια μετά». Στην εκδήλωση μετείχαν με εισηγήσεις τους ο Δημήτρης Παπαχρήστος, (συγγραφέας, εκφωνητής του ραδιοσταθμού στην κατάληψη του Πολυτεχνείου Αθηνών το 1973), ο Γιώργος Μαργαρίτης, (καθηγητής σύγχρονης ιστορίας ΑΠΘ), ο δημοσιογράφος Γιάννης Γκίρμπας και είχε συντονίσει ο δημοσιογράφος Δημήτρης Μακρής. Το κείμενο γράφηκε πάνω στη φόρμα του ποιήματος του Έκτορα Κακναβάτου «Στώμεν» και δεν υπέστη καμία παρέμβαση ή διόρθωση.
Αυτό που άλλαξε είναι ότι η Νεφελοκοκκυγία έμελλε να πραγματοποιηθεί για πέντε μήνες τώρα στις ραδιοφωνικές συχνότητες της ΕΡΤ3, χάρις στην σύμπραξη όσων συναδέλφων των τριών ραδιοφωνικών σταθμών (102 fm, 9.58fm, βραχέα) βάστηξαν και –μετά την «πτώση» του ραδιομεγάρου- βαστούν ακόμη την «βόρεια ντάπια», εκπέμποντας πρόγραμμα για ολόκληρη την Ελλάδα και τους απόδημους Έλληνες. Αφιερώνεται μάλιστα στον καθένα και την κάθε μία χωριστά διότι έδειξαν ότι ο δρόμος που συνδέει το όνειρο με την πραγματικότητα είναι ακόμη ανοιχτός.
ΣΤΩΜΕΝ
Από το ραδιοφωνικό σταθμό του Πολυτεχνείου στις ληγμένες κονσέρβες.
Πρώτο
που ο ενθουσιασμός διατίθεται μόνο ως μπαναλιτέ λαογραφία για επετείους και διαφημίζεται ως αλεξικέραυνο, εθνικό κατάλοιπο γειωμένο λυτρωτικά με την ύπαρξή μας, την ώρα της -όποιας- καταστροφής ή ανάγκης. Τις καθημερινές αναλαμβάνει ο ερμαφρόδιτος επαγγελματισμός να μας σώζει με προσχήματα, ντύνοντας τους συμβιβασμούς και το επέκεινα των επιθυμιών με παυσίλυπες αναγκαιότητες. Ως εκ τούτου, ακούγεται λογικός ο ισχυρισμός ότι η φωνή του ραδιοφώνου, από το Πολυτεχνείο του 1973, έχει τόση σχέση με την καθημερινότητά μας όση οι σημερινοί ακροατές μιας ραδιοφωνικής λίστας με αυτούς που έβγαιναν από τα σπίτια τους πανικόβλητοι, όταν ο Όρσον Ουέλς ανακοίνωνε την εισβολή των Αρειανών στη γη.
Δεύτερο
που το ραδιόφωνο ως μέσο επικοινωνίας, ενημέρωσης, επιβολής ή απελευθέρωσης είναι παλιομοδίτικο. Όπλο σε εγκαταλειμμένη αποθήκη του στρατού ή απαραίτητο μόνο σε οικογενειακές συγκεντρώσεις. Παραμένει φυσικά αγχέμαχο. Συνιστάται σε συγκρούσεις σώμα με σώμα, για αναγνωρίσεις και τελικές εκκαθαρίσεις. Τελευταία φορά χρησιμοποιήθηκε ως άρμα μάχης από τον ποιητή και διακεκριμένο φασίστα Έζρα Πάουντ ο οποίος συνελήφθη με ένα μικρόφωνο στο χέρι να υπερασπίζεται τον Μουσολίνι.
Τρίτο
η προσωρινή ενσωμάτωση -για πρώτη φορά στην Ελλάδα- αυτού του όπλου από ένα κίνημα, όπως του Πολυτεχνείου ‘73 έγινε δυνατή, για τον λόγο και μόνο, ότι τότε… δεν υπήρχαν μετρήσεις ακροαματικότητας. Πάει να πει πως οι εκπομπές εκείνων των ημερών δεν θα ήταν τίποτα χωρίς το ανιδιοτελές και αλογόκριτο περιεχόμενο που ξεχείλιζε κοχλάζοντας από τα οργισμένα στόματα και τις καρδιές των δημιουργών του. Το ραδιόφωνο του Πολυτεχνείου απάντησε άπαξ δια παντός στο ερώτημα: το μέσον καθορίζει τις μάζες ή καθορίζεται από αυτές; Η απεγνωσμένη χαρά των δημιουργών του σπαρταράει ακόμη στα όνειρα όσων κάνουν ραδιόφωνο και δεν δουλεύουν σ’ αυτό.
Τέταρτο
Έπρεπε να περάσουν δεκατέσσερα χρόνια από την πτώση της χούντας, και χρειάστηκαν μόλις λίγοι εμπνευσμένοι για να ξαναβγεί από το θηκάρι του τούτο το αρχαίο όπλο. Θα πει κάποιος: και μια δεξιά αντιπολίτευση. Για λόγους που δεν είναι της παρούσης. Άνοιξαν τότε, το 1988, το δρόμο στα επελαύνοντα τηλεοπτικά άρματα, θα ισχυριστεί άλλος και με το δίκιο του. Μα φυσικά. Τι θαρρείτε; Την απάντηση στο ερώτημα που έθεσα πιο πάνω δεν την γνώριζαν οι εξουσιαστές;
Ως εκ τούτου η «ελεύθερη ραδιοφωνία» μεταλλάχθηκε, εν ριπή οφθαλμού, σε ιδιωτική. Και δημοτικό – κρατική. Διανύσαμε αστραπιαία την απόσταση για να φτάσουμε στο σημερινό ράδιο κομπιούτερ που παίζει μουσική (;) κονσέρβα κατάλληλη μόνο για στιγμές καταναλωτικής νιρβάνας σε σούπερ μάρκετ. Κι όμως, ενόσω διανύουμε την έρημο του πραγματικού χρειαζόμαστε όσο άλλοτε το σπινθηροβόλο και αναζωογονητικό ραδιόφωνο. Επικαιρικό: ακόμη και τα εναπομείναντα δημοτικά ραδιόφωνα μετατρέπονται σε σκέλεθρα του αλλοτινού εαυτού τους αφού δρομολογείται η μεταλλαγή τους σε ιδιωτικά. Το ψωμί, η παιδεία και η ελευθερία που ευαγγελίζονται τα ιδιωτικά είναι φυσικά αυτά των ιδιοκτητών τους και των διαφημιζομένων. Σε όσα παρεισέφρησε η ευγενής πρόθεση, τερμάτισαν το βίο τους ως παλιομοδίτικα πανωφόρια ή ιδεολογική παλιατσαρία.
Γεγονός προχωρημένο σήμερα
Η υπεράσπιση του στοιχειώδους. Αντικειμενική, ολοκληρωμένη, έγκυρη ενημέρωση για τα συμβαίνοντα. Η επίκληση έστω της «ανάπηρης ελευθερίας» που μας τάζουν. Η μεταφορά στο κοινό των γεγονότων. Κόντρα στη διαστρέβλωση, την αυτολογοκρισία και την απόκρυψη. Επιπλέον το ραδιόφωνο δεν είναι μέσο διασκέδασης. Αντιθέτως μπορεί και οφείλει να είναι και ψυχαγωγία. Τούτο εξάλλου το ξεχωρίζει από τα νυχτερινά κέντρα. Να στοιχηθούμε προς υπεράσπιση της επιβίωσης δημοσιογράφων – τεχνικών που κατέχουν πώς να συντηρούν άσβηστη τη φλόγα της αξιοπρέπειας του ερασιτέχνη. Γνώση πολύτιμη που τείνει να απαξιωθεί μέχρις εξαφανίσεως και χρήζει υπεράσπισης στα χρόνια της παρατεταμένης δυσανεξίας που διατρέχουμε.
Έσχατο
Σχήμα καθ’ υπερβολή: Το ραδιόφωνο είναι ένα μικρό Πολυτεχνείο των καιρών μας. Τα άρματα έχουν διαβεί φυσικά την πύλη. Ιδιωτικά συμφέροντα και κράτος εκκαθαρίζουν τους τελευταίους τυφεκιοφόρους. Διαπραγματεύονται κάτω από το τραπέζι τις άδειες. Απειλούν με λόγο άναρθρο και ρητορεύουν με στραπατσαρισμένη γλώσσα, χαϊδεύουν με διαφημιστικά πακέτα ντεκολτέ, ξιπάζονται με γκρίγκλις και τραγουδιστικούς βρυχηθμούς.
Με ποια όπλα είναι δυνατή η αντίσταση; Πρώτο και ακαταμάχητο η διαμαρτυρία. Δεύτερο η τεκμηριωμένη παρατήρηση. Τρίτο η διαυγής πρόταση – απαίτηση. Το διαδίκτυο μπορεί να παίξει καίριο λόγο και οι μπλόγκερς, δηλαδή οι ενεργοί πολίτες, να είναι σύμμαχοι με κοινά συμφέροντα. Η κριτική τους στάση προαπαιτούμενο. Από κοντά η ουσιαστική υπεράσπιση του δημόσιου και όχι λεγόμενου κρατικού ραδιοφώνου παράλληλα με την οξύτητα των επιχειρημάτων, τη ζεστασιά που φέρει η επικοινωνία, την άδολη συμπαράσταση σε αυτούς, και είναι πολλοί, που είναι αποκλεισμένοι από την τηλεόραση.
Καταλήγω: δεν θεωρώ όνειρο την πιθανότητα κάποιο πρωί να ξεκινάς με μουσικό πέρασμα τους ουγγρικούς χορούς του Μπραμς όχι ως διανοουμενίστικη εξτραβαγκάνσα αλλά σαν μια φέτα απελευθερωτικής και όχι καταναγκαστικής παιδείας. Μπορούμε, γιατί το δικαιούμαστε, να διεκδικήσουμε έναν νέο αναδασμό στην εξουσία του Αιθέρα. Με αρχές, αξίες, και ενθουσιασμό ανάλογο της οργής, αντίστοιχο της απούσας τρυφερότητας. Μπορεί ο Αχιλλέας να πέθανε αλλά δεν θα παραδώσουμε τα όπλα του. Μια ραδιοφωνική νεφελοκοκκυγία, που μοιάζει με ευσεβή πόθο, είναι ήδη κάτι περισσότερο από τη δικτατορική σιωπή.
ΠΗΓΗ:
http://kyrgiakischristos.wordpress.com/