Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2025

Συντηρητισμός VS Ριζοσπαστισμός (Μέρος 4ο)

 


 ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΔΙΕΞΟΔΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟΥ ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΛΑΪΚΙΣΜΟΥ

Του Γιάννη Παπαμιχαήλ

Πέραν της συζήτησης περί του «βαθέως κράτους» στην Αμερική και σε όλο το δυτικό κόσμο, (ποιες θεσμικές και εξωθεσμικές μορφές έχει, ποιες κοινωνικές δυνάμεις και συμφέροντα το ελέγχουν, ποιοι οι κεντρικοί του προσανατολισμοί ως προς τη διαχείριση των ροών κεφαλαίου και ανθρώπινου δυναμικού κλπ.), το πρόβλημα με την εκλογική επικράτηση των φιλελεύθερων λαϊκιστών τόσο στις ΗΠΑ, όσο και σε χώρες όπως η Ιταλία, ή σε λίγο η Γερμανία και η Γαλλία, δεν είναι πια τόσο οι κίνδυνοι της επιστροφής σε εθνικιστικούς και «παλαιο φασίζοντες» ολοκληρωτισμούς. Είναι η δυσκολία του φιλελεύθερα σκεπτόμενου συντηρητισμού και του εθνοκεντρικού-κρατοκεντρικού λαϊκισμού του, να δώσουν ένα νέο ιδεολογικό κοινωνιο- πολιτικό περιεχόμενο στην όλο και πιο έντονη, περιρρέουσα κοινωνική δυσφορία και λαϊκή οργή. Με άλλα λόγια, κάποιο νέο πολιτικό νόημα στην γενικευμένη κοινωνική ανησυχία που κατά καιρούς, εκτονώνεται με βίαιες αντιδράσεις έναντι της απειλητικής κοινωνικής αποσύνθεσης, χωρίς να έχει κάποιο σαφή πολιτικό στόχο. Που συχνά εκφράζεται με «αλλεργικές» επιδερμικές αντιδράσεις και πολιτικές εκδηλώσεις πολιτισμικού «ταλιμπανισμού», οι οποίες, όσο και αν είναι κατανοητές, δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τις οικείες παραδόσεις του νεότερου δυτικού κόσμου (συνήθως οι νεότερες δυτικές κοινωνίες, για να στιγματίσουν τις βλάσφημες υπερβολές, ήταν πιο πρόθυμες να προσφύγουν σε σαρκασμούς και ειρωνείες παρά σε θρησκόληπτα αναθέματα).



Τέτοιες κοινωνικές αντιδράσεις ωστόσο εύκολα, ίσως κάποτε και δικαίως, ταξινομούνται από τους καθεστωτικούς προπαγανδιστές που παριστάνουν τους διαφωτισμένους «αντι- σκοταδιστές», κοντά στα γνωστά σκιάχτρα της παραδοσιακής ακροδεξιάς. Με άλλα λόγια, οι αντανακλαστικά βίαιες αντιδράσεις της δυτικής κοινής γνώμης έναντι της απειλής της επερχόμενης κοινωνικής αποσύνθεσης είναι, θα λέγαμε, «βούτυρο στο ψωμί» του καθεστωτικού αντιλαϊκισμού. Τροφοδοτούν την πολιτική θεολογία του δικαιωματισμού και της «χειραφέτησης από τα στερεότυπα και τις εχθροπάθειες του ιστορικού παρελθόντος». Προσφέρουν τρόπον τινά τα «κακά παραδείγματα» που χρειάζεται το καθημερινό κατηχητικό της καθεστωτικής πολιτικής ορθότητας. Διευκολύνουν τους εγκάθετους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, όταν στα σχολεία και στα διάφορα «πρωινάδικα», πλασάρουν σε αυτή την υπό μόνιμη διαμόρφωση, κοινή γνώμη, ως ριζοσπαστική μορφή «εκδημοκρατισμού», το νεοταξίτικο αξιακό σύστημα της απεριόριστης ανεκτικότητας, της αντι-συνεκτικής «διαφορετικότητας» και της «παγκόσμιας συμπερίληψης».

Σε πείσμα λοιπόν του ιδεολογικά εθνικόφρονος, φιλελεύθερου ρεύματος που ενισχύει λίγο-πολύ παντού τον «αντι-γκλομπαλιστικό συντηρητισμό», είναι ίσως απαραίτητο να υπενθυμίσουμε ότι είναι ο ίδιος ο φιλελεύθερος καπιταλισμός που, λειτουργώντας αποκλειστικά με όρους ατομικών συμφερόντων, αναπόφευκτα αναπαράγει ανισότητες πολιτικά ανυπόφορες, οι οποίες φθείρουν ακατάπαυστα τον κοινωνικό ιστό. Ότι είναι οι φιλελεύθερες ιδεολογίες που τείνουν να παραγνωρίζουν σχεδόν ως ανύπαρκτη την συλλογική διάσταση της πολιτικής ελευθερίας. Είναι εκείνες που αποδέχονται ως μοιραία τη διάλυση των επιμέρους παραδόσεων και πολιτισμών, την εξατομίκευση των κοινωνιών, την υποταγή τους στις προτεραιότητες του ιδιωτικού κέρδους στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς.

Οι πιο συντηρητικοί κύκλοι του φιλελεύθερου χώρου, ιδίως εκείνοι οι εθνοκεντρικοί, που στην γραμμική πολιτική «γεωμετρία» αυτοτοποθετούνται πρόθυμα «δεξιότερα της δεξιάς», (ενώ στην πολιτική πραγματικότητα, έστω άθελά τους, στις σημερινές τουλάχιστον συγκυρίες, είναι πιθανό ότι κινούνται μάλλον «αριστερότερα» από αυτήν), δεν εννοούν με άλλα λόγια να κατανοήσουν ότι ο οικονομικός φιλελευθερισμός στον οποίο πιστεύουν οδηγεί αναπότρεπτα στον πολιτισμικό και εθιμικό φιλελευθερισμό, που οι συντηρητικοί αυτοί δηλώνουν ότι απεχθάνονται: και οι δύο θεμελιώνονται πάνω στο ίδιο ιδεολογικό και ανθρωπολογικό υπόβαθρο. Πάνω στις ίδιες πραγματιστικές αξίες της αέναης προόδου. Πάνω στα ίδια μοντέλα κοινωνικής αντι- συνεκτικότητας. Πάνω στον ίδιο μεθοδολογικό ατομισμό. Ορισμένοι φιλελεύθεροι συντηρητικοί επικαλούνται μια κάποια πατριωτική αστική τάξη του πρόσφατου ιστορικού παρελθόντος, (επιβιώματα της οποίας υπάρχουν διάσπαρτα και στο σημερινό διεθνοποιημένο δυτικό κοινωνιο -οικονομικό τοπίο), χωρίς όμως να βλέπουν ότι συνολικά, πέραν των ιστορικών περιόδων της κυριαρχίας τους στο επίπεδο των εθνικών αγορών και των συνόρων τους, οι αστικές κοινωνικές τάξεις και ο ίδιος ο καπιταλισμός ως σύστημα κοινωνικών σχέσεων, δεν μπορούν να υπάρξουν για να διατηρηθούν, παρά επεκτατικά, ενδεχομένως ιμπεριαλιστικά, καινοτομώντας διαρκώς, δηλαδή όχι συντηρητικά, αλλά ριζοσπαστικά, με την επέκταση των ανταγωνισμών και του εμπορεύματος σε όλες τις σφαίρες της ζωής, σε όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου.

Από την άλλη και παράλληλα με τον φιλελεύθερο λαϊκισμό, έστω στο επίπεδο του δυτικού εκλογικού σώματος, ένα πολυπληθές κοινό από εύπιστους «προοδευτικούς ριζοσπάστες», ιδεολογικούς αντιπάλους κάθε συντηρητισμού, παρέχεται μαζικά στο σύστημα του διεθνοποιημένου καπιταλισμού, από την αξιοθρήνητη κι αντιπατριωτική σημερινή «δημοκρατική» , μετα-σταλινική «αριστερά».

Όμως, λόγω ακριβώς του ελευθεριάζοντος σχεδόν ριζοσπαστισμού του, το προσχηματικά ελιτοποιημένο τμήμα αυτής της πληθυσμιακής μάζας των «πολιτών- του -κόσμου», (όχι πλέον θρησκόληπτο ή αγράμματο όπως στο παρελθόν, αλλά σπουδαγμένο, διπλωματούχο, «άθεο», κοινωνικά διακεκριμένο κλπ.), δηλαδή η κοινωνική κορυφή του μετανεωτερίζοντος ιδεολογικού «προοδευτισμού» που κοινοβουλευτικά εκπροσωπείται από τοπικούς πολιτικούς διαχειριστές όπως ο Μακρόν, ο Στάρμερ ή η Καμάλα Χάρις (και που προφανώς «ψοφάει» για «ανοικτές» και χωρίς σύνορα, ανομοιογενείς πολιτισμικά κοινωνίες «ίσων και απαρεγκλίτως διαφορετικών πολιτών», ταυτοτικές μειονότητες, μονομερώς οικειόφοβους ρατσισμούς που συνήθως αποκαλούνται «αντι-ρατσισμός» και νομικά «ατομικά δικαιώματα»), αποτελεί για τους φιλελεύθερους συντηρητικούς κρατικιστές, τους δεξιόστροφους εθνοκεντρικούς λαϊκιστές, κάτι σαν «αριστερό εξτρεμισμό», σαν «πολιτισμικό μαρξισμό», σαν νέο «μαρξιστικό κίνδυνο», ή «μετα-κομμουνιστικό» αντίπαλο δέος.

Έτσι, οι φιλελεύθεροι συντηρητικοί λαϊκιστές, με την ιστορικά ξεπερασμένη αντικομμουνιστική ρητορική τους, φτάνουν σε προφανώς παράλογα και αδιέξοδα συμπεράσματα. Θεωρούν λόγου χάρη ότι ο σημερινός δυτικός κόσμος καθοδηγείται συνήθως από «νεομαρξιστές», ή, στα καθ’ ημάς, ότι, όχι μόνο ο Σύριζα και το Πασόκ, αλλά και η ΝΔ είναι μία «αριστερή» πολιτική παράταξη, με εξίσου «αριστερή» ιδεολογία. Λες και δεν είναι ο φιλελευθερισμός και ο καπιταλισμός, αλλά ο «μαρξισμός», καλός ή κακός, παλαιός ή νέος, ή ο «σοσιαλισμός» (ποιος από όλους άραγε;) που περιγράφουν την ισχύουσα και επικυρίαρχη κοινωνική, πολιτική και οικονομική παγκόσμια πραγματικότητα. Που είναι δηλαδή συμβατές ως θεωρίες και ως πρακτικές, είτε οικονομικές, είτε κοινωνιο- πολιτικές, με την σημερινή επέκταση και τη διεθνοποίηση των αγορών, την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση των πάντων, την όξυνση των ανισοτήτων, του καταναλωτισμού και των ιδιωτικών ανταγωνισμών στη σφαίρα ιδίως της διανομής του πλούτου, τη διόγκωση της κερδοφορίας και του πλουτισμού μέσω της χρηματοπιστωτικής σφαίρας, την εξατομίκευση των πολιτών. Λες και δεν είναι οι πασίγνωστοι νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι και στοχαστές, αλλά οι διάφοροι, καλοί ή κακοί, μαρξίζοντες αναλυτές ,που επέκτειναν το κλασικό φιλελεύθερο σκεπτικό μέχρι το «αδιέξοδο Ανταμ Σμιθ» σύμφωνα με την εύστοχη έκφραση του Ζ.Κ. Μισεά. Που προκρίνουν συνεπώς την πλήρη χειραφέτηση της ελεύθερης οικονομίας της αγοράς από την πολιτική σφαίρα ή την οικονομική χειραγώγηση και την πολιτική καθυπόταξη των εθνικών κρατών μέσω της διεθνοποιημένης ιδιωτικής εκμετάλλευσης του διογκωμένου δημοσίου χρέους τους.

Η ιδεολογική προσήλωση των φιλελεύθερων συντηρητικών στον φιλελευθερισμό, τους εμποδίζει όμως να αναγνωρίσουν στον καθρέφτη της ιστορίας των τελευταίων δεκαετιών, τα πολιτισμικώς αντι- συνεκτικά και αποεθνοποιημένα κοινωνικά σύνολα πού οι ίδιοι επίμονα κατακρίνουν, ως δημοκρατικά ευαίσθητοι και συντηρητικοί πολίτες. Στα αποδυναμωμένα εθνικά κράτη , στις πολιτικές επικράτειες που φαίνονται σαν πολιτικώς και ιδεολογικώς χειραφετημένες από τις εθνικές συνειδήσεις του ιστορικά νεότερου δυτικού κόσμου, οι φιλελεύθεροι συντηρητικοί δεν βλέπουν καθόλου τα απογυμνωμένα από κοινωνική ιστορία και πολιτικές παραδόσεις, είδωλα της ίδιας της δικιάς τους φιλελεύθερης κοσμοθεωρίας. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι αυτοί δεν θέλουν (ή δεν μπορούν λόγω ιδεολογικού στραβισμού, ή κάποτε και πολιτικής μυωπίας), να αντιληφθούν ότι ο λεγόμενος γκλομπαλισμός, καθώς και οι πολύμορφες μετανεωτερικές και μετα- δημοκρατικές αποδομήσεις που οι ίδιοι ως συντηρητικοί απεχθάνονται, αποτελούν ιστορικά τις ριζοσπαστικές προεκτάσεις του φιλελεύθερου προοδευτισμού, που εδώ και μισό αιώνα απορρόφησε τις συνθηματολογίες των διαφόρων «Μάηδων 68», μαζί με όλα τα ιδεολογικά και θεωρητικά υποπροϊόντα περί κοινωνίας και πολιτισμού της εκφυλισμένης πολιτικά και θεωρητικά, κοσμοπολίτικης «αριστεράς». Με αυτή τους τη μυωπία, οι φιλελεύθεροι συντηρητικοί συμβάλλουν λοιπόν άθελά τους στο γνωστικό και πολιτικό χάος που χαρακτηρίζει τη μετανεωτερικότητα και τους αποδομισμούς της.

Στην πραγματικότητα ωστόσο, η εθνομηδενιστική και κοσμοπολίτικη αριστερά του δικαιωματισμού και της «διαφορετικότητας» στην οποία δικαίως αναφέρεται απαξιωτικά ο φιλελεύθερος συντηρητικός λαϊκισμός, έχει τόση σχέση φιλοσοφικά τουλάχιστον, με τον μαρξισμό, πρακτικά με τον σοσιαλισμό, ηθικά και πολιτισμικά με την παραδοσιακή «λαϊκή» αριστερά, όση ο Ζαμπέτας με τον… Κομφούκιο. Χωρίς πλέον τις παραδοσιακές αναφορές στις κοινωνικές αντιπαλότητες ή στην ταξική πάλη, η έστω, στον οραματικό πολιτικό στόχο της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τον λαό στον οποίο εντάσσεται η τάξη αυτή, ο δυναμισμός αυτής της γραφειοκρατικής και μικροαστικής «μετα-σταλινικής αριστεράς» εκτονώθηκε προς το πολιτικά του αντίθετο, δηλαδή προς την αποδοχή από τις δυτικές πληβειακές μάζες, της πολιτικής θρησκείας του νομικού δικαιωματισμού, που ιδεολογικά και κοσμοθεωρητικά, τις εξατομίκευε και τις κατακερμάτιζε, καθιστώντας τες «κοινωνιο-ιδεολογικά ερείπια», πολιτικώς ηττημένα συλλογικά υποκείμενα «του ιστορικού παρελθόντος». Κατά συνέπεια, οι νέες «αριστερές» δυτικές χρηστοήθειες κινήθηκαν ιδεολογικά προς την καλλιέργεια του δικαιωματισμού και της αντι- συνεκτικής, ταυτοτικής «διαφορετικότητας» με την οποία βαυκαλίζεται από νηπιακής ηλικίας ο κάθε σημερινός «εγγράμματος και πληροφορημένος» δυτικός «κοσμοπολίτης». Ο κάθε ταλαίπωρος, αλλά ναρκισσευόμενος, εν δυνάμει κοινωνικά «διακεκριμένος» μέσα από τις διάφορες, λαιφσταιλάτες «διαφορετικότητές» του, «προοδευτικός» μικροαστός.

Παράλληλα, οι όποιοι μαρξιστογενείς διανοούμενοι εκφράζουν με τη ρητορική τους, αυτή την ριζοσπαστική «αριστερά» των ατομικών νομικών δικαιωμάτων του «καθενός» στην καταναλωτική ευημερία, στην «ισότητα των ευκαιριών», στην ψυχο-πολιτική, φαντασιακή έστω «εξίσωση των συνθηκών» κοινωνικής διάκρισης και αυτοπραγμάτωσης στο αέναο, αγοραίο παρόν, φροντίζουν πάντα να αποσιωπούν την αναγκαστική σχέση της πραγματικής «ταξικής πάλης» με ένα ιστορικά συγκεκριμένο έδαφος διεξαγωγής των συλλογικών κοινωνικών αγώνων. Ένα έδαφος δηλαδή επί του οποίου καθίστανται εφικτές και οι απαραίτητες κοινωνικές συμμαχίες της «εργατικής τάξης» ή πιο γενικά, των εργαζομένων, των ανέργων, των α-έργων, των ημι-απασχολούμενων κλπ., με άλλα λαϊκά κοινωνικά στρώματα της ίδιας πολιτικής και πολιτισμικής κοινότητας. Ο αναρχο- φιλελεύθερος ριζοσπαστισμός αυτών των δήθεν ή πρώην αριστερών, τους απαγορεύει άλλωστε να θυμηθούν ό τι, όπως το είχε διαισθανθεί ο ουτοπιστής Βάλτερ Μπένζαμιν, το φρένο στην απότομη κατηφόρα προς τον γκρεμό- ενδεχομένως και η «όπισθεν», είναι ένα αντανακλαστικό επιβίωσης. Πως σε ιστορικές περιόδους αναδίπλωσης των αγώνων για την ελευθερία ή την πολιτική και κοινωνική ισότητα όπως η σημερινή, δηλαδή σε εποχές εξατομίκευσης των κοινωνιών, μειονοτοποιήσεων και ταυτοτικής αποσύνθεσης των συλλογικών υποκειμένων, η διατήρηση στη ζωή των συλλογικών ιστορικών συνειδήσεων, έστω στο στοιχειώδες επίπεδο του πατριωτισμού και της κοινής λογικής, καθώς και η συντήρηση των οποίων ιστορικών κεκτημένων, υλικών ή συμβολικών, είναι ήδη μια επαναστατική πράξη.

  © Blogger templates Newspaper by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP