Του
Γιάννη
Παπαμιχαήλ (ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ !)
τ. Καθηγητή Ψυχολογίας Παντείου Πανεπιστημίου
Το να αποκαλέσει κανείς τις αξίες ή τους κανόνες ζωής μιας κοινωνικής ομάδας ή μιας συλλογικής οντότητας που αρνείται να γίνει πειραματόζωο ενός πειραματικά δοκιμαζόμενου εμβολίου «ψεκασμένες» ή ανορθόλογες, αποτελεί μια ύβρη. Το ίδιο όπως οι χαρακτηρισμοί του «λαϊκισμού» ή ακόμα και του «ρατσισμού» σε οποιονδήποτε εκδηλώσει πατριωτικά συναισθήματα ή κάποια προσήλωση στην πολιτισμική συνεκτικότητα της κοινωνίας στην οποία επιθυμεί να ζήσει. Στους υβριστές, όπως συμβουλεύει ο Σοπενχάουερ, θα πρέπει κανείς να απαντά με ακόμα πιο υβριστικό τρόπο: διότι η ύβρις αποτελεί το κλασσικό σοφιστικό, ρητορικό τέχνασμα εκείνων ακριβώς που, επειδή δεν διαθέτουν ούτε τα επιχειρήματα, ούτε τον πολιτισμό του πραγματικού στοχαστή, ούτε το ήθος του σοβαρού επιστήμονα, στρέφονται κατά του προσώπου του αντιπάλου τους. Δηλαδή αλλάζουν θέμα συζήτησης και «κόβουν το διάλογο», χωρίς κανείς να μπορεί πλέον να τους αντικρούσει, παρά «κατεβαίνοντας στο επίπεδό τους»: το επίπεδο του χλευάζοντος υβριστή. Άλλωστε, ο υβριστής συγκεντρώνει αμέσως γύρω του την συμπάθεια των ηθικά και διανοητικά ομοίων του. Οι ύβρεις και οι χλευασμοί αποτελούν ένα σίγουρο τρόπο εξασφάλισης συμμαχιών για τους καθ’ έξιν υβρίζοντες τους αντιπάλους τους.
Προφανώς, η πιο ιδεολογικά ψεκασμένη ομάδα σχετικά με τα ζητήματα των εμβολίων φαίνεται να είναι εκείνη που πρόθυμα ή απρόθυμα δέχεται να εμβολιαστεί από παρόμοια σκευάσματα, χωρίς να γνωρίζει τις μελλοντικές παρενέργειες των επιλογών της. Εκείνη που καταργεί ή αποδέχεται την κατάργηση του επιστημονικού διαλόγου (στο όνομα μάλιστα του ορθολογισμού και της επιστήμης), κατατάσσοντας όλους τους διακεκριμένους ειδικούς επιστήμονες που αμφισβητούν τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, στην κατηγορία των επικίνδυνων τσαρλατάνων. Με άλλα λόγια, «ψεκασμένοι» είναι πρώτα από όλα εκείνοι οι υγειονομικώς συγκαλυμμένοι φασίστες που δημοσίως καλούν το καθεστώς να ποινικοποιήσει όλες τις ατομικές ή συλλογικές αντιστάσεις στους παρανοϊκούς, μαζικούς εμβολιασμούς. Οι καθεστωτικοί υγειονομικοί δικτατορίσκοι που δεν έχουν εξηγήσει καθόλου γιατί τα κατά γενική ομολογία αποτελεσματικά φάρμακα που υπάρχουν εδώ και αρκετό καιρό κατά του κορωνοϊού, δεν κυκλοφορούσαν στην αγορά, ούτε βρισκόντουσαν στη διάθεση των ασθενών παρά σπανίως και επιλεκτικά, ενώ όλος ο δυτικός πληθυσμός ωθείται μαζικά στις αβέβαιες πρακτικές «πρόληψης» της διάδοσης του ιού. Οι πραγματικά «ψεκασμένοι», δηλαδή οι εμβολιασμένοι που αποκαλούν τους ανεμβολίαστους «ψεκασμένους», κάνουν προφανώς το μαύρο άσπρο. Οι Έλληνες καθεστωτικοί γιατροί δεύτερης και τρίτης κατηγορίας που διαπρέπουν στην τηλεόραση δεν πρωτοτυπούν. Δείχνουν μάλιστα και υπερβάλλοντα ζήλο ως προς την εκτέλεση εντολών που λαμβάνονται για τη διαχείριση της υγείας των κοινωνιών ερήμην των λαών και των πληθυσμών τους. Παραφράζοντας την άποψη του Σοπενχάουερ για τους Γάλλους θα λέγαμε «Οι άλλες ήπειροι έχουν πιθήκους. Η Ευρώπη έχει πολλούς, πολιτικά ορθώς σκεπτόμενους Έλληνες. Το ένα αντισταθμίζει το άλλο.»
Μια γνωστή παροιμία λέει ότι όταν το δάχτυλο δείχνει το φεγγάρι, ο ηλίθιος κοιτάζει το δάχτυλο. Αυτό το δάχτυλο είναι που κοιτάζουν με προσοχή οι εθελοντικώς εμβολιαζόμενοι, πρώην δικαιωματούχοι «πολίτες του κόσμου». Εκείνο που ίσως και κάποιες φορές αδέξια, τείνει να δείξει ότι η παγκόσμια διαχείριση της λεγόμενης πανδημίας, αποτελεί ένα πρώτης τάξεως παγκόσμιο πείραμα για την μελέτη της υποταγής των δυτικών κοινωνιών στα πιο αντιφατικά ενδεχομένως και παράλογα μηνύματα που σχετίζονται με την υγεία των πληθυσμών. Γιατί άραγε το κοιτάζουν με τόσο πάθος; Διότι μετά την συντονισμένη παγκοσμίως άρση του πιο στοιχειώδους δικαιώματος, του αυτεξούσιου επί του σώματος, οι δικαιωματούχοι, ούτε καν δούλοι, αντιλαμβάνονται, κάποιοι με χαρά, κάποιοι με ανησυχία, ότι η επιστροφή στο μεσαίωνα για την οποία μιλούν εδώ και πολύ καιρό αρκετοί πολιτικοί στοχαστές, γίνεται μια καθημερινή πολιτική και πολιτιστική πραγματικότητα του σύγχρονου κόσμου. Ας μην ξεχνάμε ότι η Ιερά Εξέταση για το «καλό» των ίδιων των αιρετικών, των δαιμονισμένων και κατά προέκταση της κοινότητας βασάνιζε καμιά φορά μέχρι θανάτου τα σώματά τους.
Ούτε καν δούλοι λοιπόν, γιατί τα κοπάδια των δούλων και δουλοπάροικων της ιστορίας δεν αποτελούσαν ανθρώπινο πλεόνασμα, αλλά χρήσιμη παραγωγική δύναμη και συνεπώς, έχαιραν της προστασίας (στέγη, τροφή, φροντίδες αναπαραγωγής), από την πλευρά των εκάστοτε κυρίων τους. Η ιστορία δείχνει ότι οι δούλοι αυτοί σπανίως εξεγείρονται. Η ανεκτικότητα και η προσαρμογή πολλών τμημάτων των δυτικών κοινωνιών στις απαράδεκτες αποφάσεις διαχείρισης της σημερινής υγειονομικής κρίσης δείχνει ότι οι πρώην κατά φαντασίαν δικαιωματούχοι πολίτες του κόσμου αποδέχονται σιωπηλά ή ακόμα χειρότερα φωναχτά, την επιστροφή σε καθεστώτα που το κράτος και οι εκάστοτε εξουσίες αποφασίζουν ακόμα και για τα πιο στοιχειώδη δικαιώματα επί του σώματος των υπηκόων.
Ζώα λοιπόν οι εμβολιασμένοι; Ούτε καν ζώα! Τα ζώα δεν έχουν την ανθρώπινη συνείδηση, του χώρου, του χρόνου, του ανθρωπογενούς τεχνολογικά δομημένου περιβάλλοντος. Δεν έχουν την σχέση του ανθρώπινου ατόμου με την φθορά και το θάνατο. Δεν γίνονται εθελοντικά πειραματόζωα, ούτε εκλογικεύουν ως «προοδευτική» ή «ορθολογική» τη συμμετοχή τους σε πειραματισμούς με σκευάσματα που έχουν αβέβαιη αποτελεσματικότητα και μικρές ή μεγάλες επικίνδυνες, άμεσες παρενέργειες. Με άλλα λόγια, τα ζώα διατηρούν το ένστικτο της αυτοσυντήρησης σε όλες τις συνθήκες, ότι και να λένε όποιοι ισχυρίζονται ότι ενεργούν για το καλό του κόσμου, της ανθρωπότητας ή του περιβάλλοντος, ότι κι αν προσπαθούν να τους επιβάλλουν τα ομιλούντα δίποδα που έχουν ενσωματωθεί σε διάφορους ρόλους συμβολικής ή πολιτικής εξουσίας.
Με τέτοια ούτε καν ζώα αναγκάζονται να συγκατοικήσουν όλοι οι «ψεκασμένοι» και πρώην αιρετικοί όλων των ειδών. Το πρόβλημα των σημερινών - «ψεκασμένων» ανεμβολίαστων δεν είναι βέβαια η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών που το δεσποτικό, τεχνοφεουδαρχικό καθεστώς εξαναγκάζει με χίλιους δύο τρόπους να αποδεχτούν την μοίρα των εμβολιασμένων. Τι να κάνουν άλλωστε οι μέσοι πολίτες, όταν το αυταρχικό παγκοσμιοποιημένο καθεστώς έχει και την ευθεία συμπαράσταση όλης της καθεστωτικής δικαιοσύνης, προφανώς ευθυγραμμισμένης, όπως πάντοτε συμβαίνει, με τις εκ των άνω εκπορευόμενες εντολές προς το δικαστικό σώμα; Το πρόβλημα των ανεμβολίαστων είναι κυρίως εκείνο το φασίζον, λογικά και ιδεολογικά εξαθλιωμένο τμήμα των πρόθυμα ή απρόθυμα εμβολιασμένων που εκ των υστέρων, δηλαδή μετά τον εμβολιασμό τους αποδέχτηκαν τον δήθεν ορθολογικό και ηθικό χαρακτήρα του εμβολιασμού τους, είτε σαν μια κοινωνική υποχρέωση, είτε σαν μια πρακτική αναγκαιότητα. Είναι κατά πρώτο λόγο οι εμβολιασμένοι που εκλογίκευσαν την συμμόρφωση, την υποταγή και τη δουλική τους στάση. Όσοι, αφού σήκωσαν το μανίκι και έσκυψαν τον σβέρκο τους, έγιναν βασιλικότεροι του βασιλέως και έκτοτε στιγματίζουν και καθυβρίζουν σε κάθε ευκαιρία τους ανεμβολίαστους: από τα μέσα του ψυχρού πολέμου είναι γνωστά τα πειράματα γνωστικής ασυμφωνίας με στόχο την αλλαγή στάσεων και πεποιθήσεων των κοινωνικών υποκειμένων. Τα πειράματα αυτά απαιτούν «ελεύθερους» ανθρώπους, κατά φαντασίαν δικαιωματούχους, που χωρίς εμφανή ίχνη βίας ή εξαγοράς των συνειδήσεών τους, δηλαδή για λόγους φαινομενικά «δικής τους πολιτικά ορθής και ορθολογικής επιλογής» εκλογικεύουν την συμμόρφωσή τους. Δηλαδή, για να δικαιολογήσουν μια αδιανόητη ως τότε συμπεριφορά (π.χ. να φάνε ακρίδες), διατηρώντας παράλληλα την εσωτερική τους ψυχική ισορροπία, την εικονική αξιοπρέπεια του ελευθέρως αποφασίζοντος και επιλέγοντος πολίτη, οδηγούνται εκ των υστέρων να αναδιαμορφώσουν τη στάση τους, τις πεποιθήσεις και τις αξίες στις οποίες αναφέρονται (ΩΩΩ! Τι νόστιμες και θρεπτικές, καλές για την υγεία που είναι οι ακρίδες. Πόσο προκατειλημμένοι είναι αυτοί που δεν τις τρώνε…). Έτσι, ώστε να φαίνεται ότι η συμμόρφωση στις καθεστωτικές υποδείξεις στο πεδίο των έμπρακτων συμπεριφορών τους δεν απορρέει από τη δουλική υποταγή τους, αλλά από την ελεύθερη συνειδητή επιλογή τους.
Διότι οι άνθρωποι αυτοί, οι «ενημερωμένοι
πολίτες του κόσμου», οι ούτε καν δούλοι, τα δίποδα ούτε καν ζώα, βεβαίως
πληροφορήθηκαν πολλά πράγματα, πρώτα από όλα από την τηλεόραση. Εκεί έμαθαν τα
περί πανδημίας, μασκοφορίας και εμβολιασμού. Εκεί πείστηκαν από τους
ορθολογιστές – υπαλλήλους διαμορφωτές συνειδήσεων του καθεστώτος. Με ένα λόγο,
οι δυστυχείς αυτοί άνθρωποι, οι πρώην δικαιωματούχοι έχασαν «εντελώς ξαφνικά»
το δικαίωμα να εξουσιάζουν ακόμα και το σώμα τους. Όλοι αυτοί οι ταλαίπωροι που
αποδέχτηκαν τόσα χρόνια την επίμονη και μονομερή ανάδειξη των διαφορετικοτήτων
όλων των ειδών που αποδομούν την συνεκτικότητα κάθε κοινωνίας στο όνομα του
δικαιώματος του καθενός σε ίσες ευκαιρίες και άλλες τόσες ατομικές ελευθερίες
αυτοπροσδιορισμού, μετά την παγκόσμια σφαλιάρα της διαχείρισης της πανδημίας
του κορωνοϊού, σκύβοντας το σβέρκο τους για την παραπάνω σφαλιάρα, αισθάνονται πλέον
ότι εμβολιαζόμενοι, προόδευσαν γνωστικά και ηθικά.
Για ένα τοπικό ή παγκόσμιο καθεστώς όλο και λιγότερο δημοφιλές, μια είναι και ήταν πάντα η λύση, όπως το είχε προβλέψει ο Μπρεχτ: η διάλυση αυτού του λαού και η κατασκευή ενός άλλου. Μα για να γίνει αυτό έπρεπε πρώτα να αποδομηθεί η ταυτότητα των λαών. Και όπως ξέρουμε με αυτό το έργο ασχολήθηκαν εδώ και δεκαετίες όλοι οι λεγόμενοι μεταμοντέρνοι ιστορικοί, οι εθνομηδενιστές φιλόσοφοι και αρκετοί άλλοι κοινωνικοί και πολιτικοί επιστήμονες του συρμού: Με μια συστηματική επίθεση στην πολιτισμική και πολιτική ταυτότητα στηριγμένη σε σοφιστείες, σε ύβρεις και σε γελοία ψευδοεπιχειρήματα. Εντούτοις, το πραγματικό νόημα της ταυτότητας δεν αποδομείται τόσο εύκολα. Συγκροτεί αυτό το Dasein, το «είναι – εδώ», στο θεμέλιο της συλλογικής εμπειρίας και της ιστορικής ύπαρξης των λαών. Αυτό το «είναι – εδώ» περιλαμβάνει το «εδώ – κείται», όχι των νεκρών στα νεκροταφεία τους, αλλά των επίμονα ζώντων, όσων «μένουν στον τόπο» όχι μόνο με την ιδιότητα του αιφνίδιου θανάτου τους, αλλά με την ιδιότητα του μονίμως ενεργού ζώντος πολίτη μιας κοινότητας ανθρώπων, κειμένων ιστορικά στο ιστοριοποιημένο έδαφός τους, στο χώρο δηλαδή που νοηματοδοτούν ως δικό τους, ως πατρίδα τους. Η παγκοσμιοποιημένη ανεθνική δήθεν αριστερά και ο αναρχοφιλελεύθερος προοδευτισμός στράφηκαν με όλο το αντιλαϊκίστικο μένος τους κατά των επιβιωμάτων των πολιτικών και πολιτισμικών ταυτοτήτων που συγκροτούν ιστορικά τους λαούς και τα έθνη.
Όσο λοιπόν η κοινότητα αυτή συνεχίζει να υπάρχει, δεν επιδέχεται εύκολα ισοπεδωτικούς διαχωρισμούς με υγειονομικού τύπου κριτήρια. Διότι ο εμβολιασμός δεν μπορεί να αποτελέσει στοιχείο ταυτότητας κανενός, αλλά στοιχείο της εξέλιξης και της κρίσης της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης. Όσο κι αν διχάζει στο όνομα υγειονομικής βιοπολιτικής δικτατορίας ή ανθρωπολογικά, στο όνομα μιας ζωής που αποκτά το γυμνό της νόημα από την μέριμνα να μην νοσήσουν ή να μην πεθάνουν οι πολίτες, ο τρόπος διαχείρισης της πανδημίας θα μείνει στην ανθρώπινη ιστορία σαν κι αυτό που είναι: ένα εκφοβιστικό, τρομοκρατικό, απόλυτο τίποτα ενός άθλιου, απάνθρωπου, διεθνοποιημένου πολιτικού καθεστώτος που ασκεί την εξουσία του στο αέναο παρόν ωθώντας τους πολίτες είτε σε εκλογικεύσεις της δουλικής τους υποτέλειας και της κατάργησης της πολιτικής τους αξιοπρέπειας, είτε αντίθετα σε αντιστασιακές πρακτικές δομημένες γύρω από το αναμφισβήτητο ατομικό δικαίωμα σχετικά με τον έλεγχο των σωμάτων, συνεπώς, των συνθηκών της ζωής και του θανάτου του καθενός.
Τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι, άλλοτε πειθόμενοι, και άλλοτε όχι.
Γιάννης Παπαμιχαήλ
τ. Καθηγητής Ψυχολογίας Παντείου Πανεπιστημίου