Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2025

Λογοκλοπή & Αποσιώπηση των Πηγών ως Μορφές Ακυρωτικής Κουλτούρας


 Της


Ευγενίας Σαρηγιαννίδη

Αφενός πληροφορούμαστε διαρκώς πως πλέον ελάχιστοι άνθρωποι διαβάζουν ή μπορούν να παρακολουθήσουν συγκεντρωμένα μεγάλες σε διάρκεια δημόσιες τοποθετήσεις πάνω σε θέματα της επικαιρότητας ή φλέγοντα επιστημονικά ζητήματα που άπτονται της κοινωνίας. Αφετέρου, τα κείμενα που παράγονται και κυκλοφορούν στο διαδίκτυο έχουν πάρει την μορφή συλλογικής λογοδιάρροιας. Να μην παραλείψουμε να συμπεριλάβουμε τα video, τα podcast, τα reel και τον «αλγόριθμο που για να σε συμπαθεί» πρέπει συνέχεια να ανανεώνεις τις αναρτήσεις σου με την συχνότητα που πηγαίνεις στην τουαλέτα, όπως επίσης να προσθέσουμε τα κοινωνικά δίκτυα, τα ιστολόγια, την ακατάσχετη αρθρογραφία, το ChatGPT που «σου γράφει ότι θέλεις να πεις», την αποδελτίωση δημόσιων παρεμβάσεων που με λίγη παράφραση και επιμέλεια γίνεται «πρωτότυπο» κείμενο ενός καλού λογοκλόπου και τόσα άλλα ανεξάντλητα κόλπα, ανάλογα με την απεριόριστη ευρηματικότητα των επαγγελματιών του είδους της λογοκλοπής. Διότι σήμερα, η πλειοψηφία των κειμένων που παράγονται, αναπαράγονται, δημοσιεύονται κλπ., μοιάζουν να προέρχονται από αποσπασματικές συρραφές «πραγμάτων» που κάποιος κάπου άκουσε ή κάπου διάβασε, ή η «τεχνητή νοημοσύνη» του υπέδειξε, διανθισμένες με σάλτσες που κάπου άλλου διάβασε ή κάπου αλλού άκουσε. Σε αυτές τις συνθήκες λοιπόν καθίσταται εξαιρετικά εύκολο να γίνουν όλοι οι άνθρωποι (ψευτο)διανοούμενοι, δηλαδή μεταμοντέρνοι λογοκλόποι και αντιγραφείς.

Έτσι, γεμίσαμε με διάφορους ομιλούντες περί της κοινωνίας, του ανθρώπου, της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, της πολιτικής ψυχολογίας, της φιλοσοφίας, της ανθρωπολογίας κλπ. οι οποίοι «είδαν φως (δημοσιότητας) και μπήκαν» ελαφροπατώντας ως χιονονιφάδες σε έναν ακανθώδη χώρο που πολλοί ξένοι και Έλληνες στοχαστές (πολιτικοί φιλόσοφοι, κοινωνικοί επιστήμονες, ιστορικοί κλπ.) έχουν προσπαθήσει εδώ και δεκαετίες να περιγράψουν και να αναλύσουν. Εντελώς ενδεικτικά να σταχυολογήσω κάποια ονόματα διανοουμένων: Τοκβίλ, Ρουσσώ, Σπένγκλερ, Βεμπέρ, Πολάνυι, Φουκώ, Λας, Beck, Μισεά, Moscovici, Doise, Canetti, Μπομπιο, Μπρυκνέρ, Μπουβερές, Χομπσμπάουμ, Τσόμσκι, Λέβι Στρως, Πουτναμ, Φανόν, Κανγκιλέμ, Μπασελάρ (για να μείνουμε σε μερικούς ελάχιστους για λόγους οικονομίας).

Αναρωτιέται λοιπόν κανείς: οι πολυδιάστατοι διεπιστημονικοί προβληματισμοί όλων αυτών των στοχαστών της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας (και πολλών άλλων που δεν αναφέρονται), δεν εντάσσονται άραγε μεθοδολογικά στα ερωτήματα και ίσως στις ανησυχίες οποιουδήποτε επιστήμονα ασχολείται ως ψυχολόγος, κοινωνιολόγος ή πολιτικός επιστήμονας κλπ. με τα ζητήματα της κοινωνίας και του ανθρώπου; Και αν όντως αναγκαστικά εντάσσονται, γιατί και με ποιες σκοπιμότητες αυτό το ανεκτίμητο γνωστικό παρελθόν, φαίνεται να απουσιάζει τόσο συστηματικά; Γιατί παραλείπονται ή αποσιωπώνται οι ανάλογες «βιβλιογραφικές αναφορές» (στις οποίες διέπρεπαν ήδη στην αρχαιότητα φιλόσοφοι του κύρους και της εμβέλειας του Αριστοτέλη);

Παράλληλα, αξιοσημείωτη είναι και η απουσία παρόμοιων, βιβλιογραφικής φύσης ελληνόγλωσσων συνθετικών αναφορών, από την κριτική στις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης που κάνουν οι συνήθεις αντιγκλομπαλιστές. Δεν είναι άλλωστε μόνο οι κλασσικοί ιστορικοί που φαίνονται να απουσιάζουν (Παπαρηγόπουλος, Ζαμπέλιος ή ακόμα Κορδάτος κλπ.), αλλά και οι νεότεροι μελετητές (Σβορώνος, Ασδραχάς, Καργάκος, Καραμπελιάς κλπ.). Εξάλλου, πέραν των μελετητών της ιστορίας, υπάρχουν αρκετοί άλλοι Έλληνες συγγραφείς (Καστοριάδης, Κονδύλης, Κοντογιώργης, Παπαμιχαήλ, Παπανικολάου, Παπαστάμου, Μελάς, Τσουκαλάς κλπ.) που είχαν επισημάνει εδώ και τρεις δεκαετίες, στο δημοσιευμένο στα ελληνικά έργο τους, τις προϋποθέσεις και τις συνέπειες της νεοφιλελεύθερης διεθνοποίησης των αγορών σε συνάρτηση με την εμπορευματοποίηση των πάντων και την εξατομίκευση των δυτικών κοινωνιών, όπως επίσης τις πολλαπλές διαστάσεις της κρίσης των τελευταίων δεκαετιών. Παράλληλα, είχαν περιγράψει αναλυτικά τις διαδικασίες της μειονοτικής επιρροής (που στο όνομα του δικαιωματισμού και της ισονομίας, οργανώνουν σε βάρος της σιωπηλής, άφωνης πια πλειοψηφίας, το σημερινό κενό της δημοκρατίας), ή εκείνες που διέπουν την πολιτισμική αντισυνεκτικότητα των σημερινών κοινωνιών, καθώς και την τάση να μεταφερθούν οι άρρητες πλέον κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις στο ταυτοτικό, στο διατομικό ή ακόμα και στο ενδοατομικό επίπεδο.

Ειδικότερα, οι «αντιγκλομπαλιστές» του σημερινού πατριωτικού (συντηρητικού και προοδευτικού) τόξου (με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις), συναγωνίζονται στην αποσιώπηση του κοινωνιογνωστικού παρελθόντος της κριτικής στην παγκοσμιοποίηση και στις cancel - ακυρωτικές κουλτούρες του μεταμοντέρνου συρμού. Με τέτοια, δήθεν συντηρητική, αλλά στην ουσία, κυριολεκτικά ριζοσπαστική, (ανιστορική και εγωκεντρικά ναρκισσευόμενη νοοτροπία), μερικοί από αυτούς τους ασυναίσθητα μεταμοντέρνους «αντιγκλομπαλιστές» παραγνώρισαν το γεγονός πως ως γνωστόν καμία γνώση δεν παρθογεννάται, ενώ η επιφοίτηση του αγίου πνεύματος συνέβη μόνο με τους αποστόλους και έκτοτε δεν έχει επαναληφθεί. Παρέβλεψαν επίσης ότι με τέτοιες διαδικασίες αποσιώπησης των βιβλιογραφικών πηγών και αποσπασματικές λογοκλοπές καθίστανται οι ίδιοι τμήμα των cancel (ακυρωτικών) πρακτικών, που δήθεν καταγγέλλουν.

Είναι θλιβερό λοιπόν να διαπιστώνει κανείς πως «ανακαλύπτονται» με χρονοκαθυστέρηση ετών «μεγάλες αλήθειες», οι οποίες, λέγονται με στόμφο (σαν να παρήχθησαν εκείνη την στιγμή μέσα από έναν οργασμό έμπνευσης από τον εκάστοτε δημοσιολογούντα), χωρίς συχνά καν να υπάρχει συνείδηση της ιστορικότητας των εννοιών που χρησιμοποιούνται. Ταυτόχρονα, οι έννοιες αυτές συνήθως απλοποιούνται, συρρικνώνονται ως προς το περιεχόμενό τους και φτωχαίνουν. Μέσα από αυτή τη διαδικασία αποσιωπάται το έργο όλων όσων, εδώ και χρόνια, κατήγγειλαν την παρακμή και την κατηφορική πορεία που έχει πάρει ο δυτικός κόσμος, οι αξίες και οι αρχές του. Επί παραδείγματι, ποιος θυμάται και κυρίως ποιος μνημονεύει, συμβουλεύεται ή επικαλείται το Monthly Review, το Λεβιάθαν, τον Πολίτη, το Ρεσάλτο, το Άρδην, τον Λόγιο Ερμή; Για να μιλήσουμε για περιοδικά των τελευταίων 30-40 ετών, πέραν από συγγραφείς, στοχαστές και διανοούμενους.

Αν λοιπόν πολλοί αναρωτιούνται που οφείλεται η ηθική και αξιακή παρακμή, κάπου εκεί μεταξύ άλλων θα πρέπει να αναζητηθούν και ορισμένες από τις βαθύτερες ρίζες της. Διότι είναι στερεότυπο πλέον πολλοί να αναρωτιούνται: «Που είναι οι Έλληνες διανοούμενοι; Τι κάνουν οι Έλληνες στοχαστές; Ποια η παρουσία της επιστημονικής κοινότητας στα φλέγοντα ζητήματα που ταλανίζουν την χώρα μας;» Όμως, όπως φαίνεται, τελικά, πέραν από τις «προδοσίες των διανοουμένων» και την «ασθένεια» του ενδοτισμού και της δουλικότητας της πλειοψηφίας της διανοητικής και μορφωτικής ελίτ της χώρας, πάσχουμε επίσης από την συστηματική αποσιώπηση κάθε τι προφητικού και αξιόλογου που έχει παράγει αυτή η χώρα.

Τι να περιμένει, επομένως, κανείς από το σύγχρονο ψευδοεπιστημονικό lifestyle; Τι να περιμένει κανείς από νεοεισερχόμενους στην πιάτσα και στο διαδίκτυο συγγραφείς και παρεμβαίνοντες (κυρίως από την εποχή της πανδημίας και ύστερα) που κλέβοντας, παραφράζοντας και συρράβοντας, παράγουν εδώ κι εκεί «κριτικά και καυστικά» κείμενα περί της πολιτικής και της κοινωνικής πραγματικότητας; Τι να περιμένει κανείς από εκείνους που μόλις η παρακμή έφτασε να γίνεται αντιληπτή δια γυμνού οφθαλμού και να εκδηλώνεται με άμεσους και έμμεσους τρόπους στο δημόσιο και στον ιδιωτικό βίο, τότε μόνο είναι που υιοθέτησαν την αντιπολιτευόμενη γραφή, αφού προηγουμένως είχε γίνει μόδα; Τι να περιμένει κανείς από εκείνους που μοιάζουν να «ξεχνούν» πως τα προβλήματα που αναλύουν έχουν μια ιστορικότητα την οποία οι ίδιοι έχουν διαγράψει, προφανώς διότι μέσα σε αυτήν δεν εγγράφονται οι ίδιοι ως πρωτοπόροι;

Διότι, είναι πράγματι θλιβερό να συναντάς τόση ασυνείδητη ακυρωτική κουλτούρα μέσα στους κόλπους εκείνων που δήθεν αντιστρατεύονται την cancel culture…

Άλλωστε, αν παρομοιάζαμε την εξελισσόμενη γνώση και σκέψη με το γνωστό ποτάμι του Ηράκλειτου και την αέναη ροή του, θα σημειώναμε πως το ποτάμι της γνώσης κυλά συνεχώς, αλλάζει και τα νερά του ανανεώνονται. Κάθε ένας που κολυμπά μέσα του, δεν το βρίσκει ποτέ ίδιο και απαράλλαχτο με τον προηγούμενο κολυμβητή, γιατί κάθε φορά κάτι αλλάζει, προστίθεται, αμφισβητείται, επαναδιατυπώνεται με άλλους όρους, επανεξετάζεται κλπ. Αλλιώς το ποτάμι δεν θα ήταν ποτάμι, αλλά τέλμα, βούρκος, κοίτη ή στην καλύτερη περίπτωση λίμνη. Όποιος υδρεύεται από ένα τέτοιο ποτάμι το θεωρεί πηγή του δικού του νερού και δεν ισχυρίζεται ψευδώς ότι βρήκε «αυτό το νερό» σκάβοντας στην αυλή του μια τρύπα. Αυτό ακριβώς οφείλει να κάνει και ο έντιμος και σοβαρός επιστήμονας, διανοούμενος, φιλόσοφος κλπ. Πατάει και χρησιμοποιεί τις προηγούμενες μεταβαλλόμενες γνώσεις για να εμπλουτίσει στο μέτρο των δυνατοτήτων του τη ροή των γνώσεων με νέα δεδομένα, με νέες ιδέες, αναφέροντας σχολαστικά τις άμεσες, ίσως και τις μακρινές πηγές του, γνωρίζοντας και αναγνωρίζοντας παράλληλα, πως ένα τμήμα των γνώσεων αυτών έχει ενσωματωθεί τόσο αξεδιάλυτα με τη δική του σκέψη που δεν μπορεί καν να αναγνωρίσει σε όλα όσα καταθέτει, ποια είναι η μικρή ή μεγάλη δική του συνεισφορά. Διότι, ο κάθε επιστήμονας, διανοούμενος, στοχαστής, φιλόσοφος κλπ. σε κάποια προηγούμενη γνώση πάντα στηρίζεται. Ούτως ή άλλως το ανθρώπινο άτομο είναι εξ ορισμού ετεροδίδακτο.

  © Blogger templates Newspaper by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP