Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2010
Γράμμα στον Κολοκοτρώνη
Φίλε Θοδωρῆ …
Πέρασε πολὺς καιρὸς ἀπ’ τὴν τελευταία φορὰ ποὺ ἦρθα ’κεῖ πάνω καὶ σὲ βρῆκα. Τὸ ξέρω πὼς ἄργησα, ἀλλὰ σήμερα βλέπεις μὲ τὸ αὐτοκίνητο οἱ ἀποστάσεις γίνανε μακρυνὲς , ἐνῶ τότε μὲ τὸ ἄλογο , τὸ νὰ ὀργώνεις ὁλημερὶς τὸ Μωριᾶ καὶ νὰ πυρώνεις τὶς ψυχὲς καὶ τὶς καρδιὲς γιὰ τὴ λευτεριὰ, ὅλοι οἱ δρόμοι κι ὅλα τὰ χωριὰ ἤτανε πιὸ κοντὰ.
Δὲν ξέρω ἄν τὸ θυμᾶσαι, ἤτανε τότε στὴ γιορτὴ σου ποὔχαν ἀνοίξει οἱ οὐρανοὶ κι ἔριχνε ὁ Θεὸς μὲ τὸ Θεὸ …
Εἶχες στραμμένο τὸ καθάριο πρόσωπὸ σου κατὰ τὸν κάμπο τηρῶντας μὲσ’ ἀπ’ τὴν ἀντάρα τῆς βροχῆς , μὴ καὶ φανεῖ τ’ ἀσκέρι κανενοῦ νέου Ἰμπραὴμ καὶ ματώσουνε ξανὰ τὰ δερβένια, τὰ χωριὰ , οἱ πλαγιὲς καὶ τὰ ρουμάνια. Ὕστερα, ξαφνιασμένος ποὺ μὲ εἶδες ἐκεῖ μὲς τὸ γιόμα ν’ ἀποθέτω ἕνα μικρὸ κόκκινο τριαντάφυλλο δίπλα στὸ πισωπέταλο τοῦ ἀλόγου σου, κοίταζες διαδοχικὰ μιὰ τὸ τριαντάφυλλο, μιὰ ἐμένα καὶ μιὰ τὸν κάμπο μακρυὰ.
Στὴν ἀετίσια κοφτερὴ ματιὰ σου εἶδα μιὰ βαθειὰ ἀνησυχία , ἕνα θυμὸ , μιὰ πίκρα ἤ κάτι τέτοιο.
Γύρισα πέρα τὸ κεφάλι ψάχνοντας κάτι νὰ βρῶ, κάτι νὰ σκεφτῶ, κάτι νὰ ψιθυρίσω κι ὅταν σὲ ξανακοίταξα ἐπάστρεβες τὸ μουστάκι ἀπ’ τὴ βροχὴ μὲ τὴν παλάμη ἀνάστροφη.
Ἔγειρες λίγο, πάνω ἀπ’ τὴν παλιὰ σέλα καὶ μοῦ μίλησες πατρικὰ, μὲ κείνη τὴ βαριὰ τὴν μακρυνὴ, ξεχασμένη φωνὴ τοῦ πάθους, τῆς λευτεριᾶς καὶ τοῦ πόνου :
Η συνέχεια εδώ:
http://www.resaltomag.gr/forum/viewtopic.php?p=22906#22906