ΚΛΑΣΣΙΚΟΠΕΡΙΠΤΩΣΗ
Αδέλφια μου μια "δυσκολία" με έκανε να μην μπορώ να γράψω για κάμποσες μέρες και κει που έλεγα να πιάσω πάλι να φωνάζω μαζί σας, ήλθε το κακό μαντάτο του ξεπουλήματος της πατρίδας μας.
Δεν είναι το ότι η κομαντατούρα έβγαλε το ανακοινωθέν της, δεν είναι ούτε το ότι οι σφετεριστές προδότες είχαν κρυφτεί στα φουστάνια της καθαρίστριας της Μέρκελ, είναι ότι δεν είδα κανέναν ΕΛΛΗΝΑ να σηκώνεται αυθόρμητα και ακαθοδήγητα , να κλείνει την πρετεντοτηλεόραση και να κατεβαίνει κάτω στο Σύνταγμα να φωνάξει, να σφίξει τη γροθιά και να παλαίψει για την λευτεριά και την υποληψή του.
Αυτή η εικόνα του παραδομένου με τσάκισε.
Που είναι οι σπίθες σου Θεοδωράκη;
Που είναι ο τσαμπουκάς σου Δημαρά;
Που ήσουνα το Σάββατο το πρωί σύντροφε του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ;
Τι περίμενες ρε μεταλλαγμένε ψοφοδεή αριστερέ του Τσίπρα και των αλλωνών για να βγείς στους δρόμους;
Ερεθιστήκατε και αναψοκοκκινήσατε βρωμόγυφτοι πλασιέδες του ευρω- Μαρξ και του ευρω-Έγκελς όταν είδατε το σκισμένο κοράνι και τώρα που οι ξένοι επικυρίαρχοι και οι ντόπιοι λακέδες θέλουν να πουλήσουν ακόμα και τον τάφο του πατέρα και του αδελφού μας, εσείς όπως και όλοι οι άλλοι γαργαρίζετε τα πολιτικά σας σάλια μπροστά στα μικρόφωνα και στις κάμερες.
Που ήταν ο παλιός συγκάτοικος του κατοχικού κυβερνήτη όταν στίς 2 τα ξημερώματα το γιουσουφάκι του ΓΑΠ παρίστανε για χάρη του τον "αστραπόγιαννο";
Πού είχες κρυφτεί για τόσες ώρες ρε θλιβερέ Ελλαδέμπορε και περιστεροχεσμένε ψηφοφόρε του μνημόνιου;
Σε ποιά τρύπα είχατε λουφάξει εσείς οι μαυροφορεμένοι "εραστές του δωδεκαθέου" με τα άρβυλα και τα ξυρισμένα σαν κώλους κεφάλια; Μήπως θα βγαίνατε από το λαγούμι σας αν το ανακοινωθέν της κομαντατούρας το διάβαζε κανένας μαύρος;
Εσείς τα ψευτοαντιεξουσιαστικά θρασίμια με τα κράνη και τις κουκούλες δικαιολογείστε που δεν βγήκατε. Η καλύτερη στιγμή της θλιβερής ζωής σας ήταν εκείνη που ο φράγκος τελάλης του κατακτητή έφτυνε και έκαιγε την Ελληνική σημαία μπροστά σε όλες τις κάμερες. Εξ άλλου και να βγαίνατε απο τους υπονόμους των αριστοκρατικών σας προαστείων τι θα βρίσκατε να κάψετε;
Το μόνο που σας είχε αφήσει για να κάψετε η "εξουσία" την οποία δήθεν πολεμάτε ήταν πριν μήνες κάποιοι αθώοι εργαζόμενοι στην Marfin .
Δεν αντέχω άλλο. Τα γράμματα στο πληκτρολόγιο θόλωσαν όπως θόλωσε και η σκέψη μου.
Δεν φταίει η ήττα, δεν φταίει που σε λίγο θα είμαι όπως και όλοι οι άλλοι Έλληνες πεινασμένος και απελπισμένος και που δεν θα έχω να ταϊσω τα παιδιά μου. Φταίει που δεν βλέπω καμία Ελληνική σημαία να κυματίζει μεσίστια στα μπαλκόνια όσων σπιτιών δεν έχει πάρει ακόμα η τράπεζα και κανέναν συμπολίτη μου στους δρόμους.
Μην περιμένετε απο δαύτους στην βουλή ούτε απο εκείνους τους δήθεν "ανυπάκουους" που έστησαν τα παραμάγαζα έξω απο αυτήν, να σας καλέσουν να υπερασπιστείτε την δημοκρατία και την εθνική μας κυριαρχία.
Ακούστε τις ματωβαμένες πέτρες αυτού του τόπου που σας φωνάζουν να ξυπνήσετε απο τον λήθαργο.
Ξυπνείστε, σηκωθείτε, βγείτε στους δρόμους και φωνάξτε στον διπλανό σας να σας ακολουθήσει σε μια πορεία λυτρωτική και περήφανη.
Αδέλφια μου Έλληνες. Ρωτείστε τον εαυτό σας αν θα μπορεί να ζήσει απο δω και πέρα σαν ραγιάς προσδοκώντας απλως να τον λυπηθεί ο δήμιος.
Πιό κάτω ένα μικρό απόσπασμα απο τα απομνημόνεύματα του Μακρυγιάννη, στον τάφο του οποίου μας προσκαλούν απο τηλεοράσεως οι " Έλληνες" ταγματασφαλίτες της Νέας Τάξης Πραγμάτων να πάμε να κατουρήσουμε.
Διαβάστε το και εύχομαι να κυλήσει απο τα μάτια σας εκείνο το λυτρωτικό δάκρυ που έκανε κάποτε τα πρόβατα να γίνουν θεριά ανήμερα και αγωνιστές της "Πϊστης του Χριστού της Αγίας και της Ελευθερίας της πατρίδας"
...Τότε, εκεί που καθόμουν εις το περιβόλι μου και έτρωγα ψωμί, πονώντας από τις πληγές, όπου έλαβα εις τον αγώνα και περισσότερο πονώντας δια τις μέσα πληγές όπου δέχομαι δια τα σημερινά δεινά της Πατρίδος, ήλθαν δύο επιτήδειοι, άνθρωποι των γραμμάτων, μισομαθείς και άθρησκοι, και μου ξηγώνται έτσι:
«Πουλάς Ελλάδα, Μακρυγιάννη». Εγώ, στην άθλιαν κατάστασίν μου, τους λέγω: «Αδελφοί, με αδικείτε. Ελλάδα δεν πουλάω, νοικοκυραίγοι μου.
Τέτοιον αγαθόν πολυτίμητον δεν έχω εις την πραμάτειαν μου. Μα και να τό’ χα, δεν τό’ δινα κανενός. Κι’ αν πουλιέται Ελλάδα, δεν αγοράζεται σήμερις, διότι κάνατε τον κόσμον εσείς λογιώτατοι, να μην θέλει να αγοράσει κάτι τέτοιο». ...
Πατρίδα να θυμάσαι εσύ αυτούς όπου, δια την τιμήν και την λευτερίαν σου, δεν λογάριασαν θάνατο και βάσανα. Κι’ αν εσύ τους λησμονήσεις, θα τους θυμηθούν οι πέτρες και τα χώματα, όπου έχυσαν αίματα και δάκρυα. Θεέ, συχώρεσε τους παντίδους, που θέλουν να μας πάρουν τον αγέρα που αναπνέομεν και την τιμήν που με ντουφέκι και γιαταγάνι πήραμε. Εμείς το χρέος, το κατά δύναμιν, επράξαμεν. Και αυτοί βγήκαν σήμερον να προκόψουν την Πατρίδα.
... Αυτοί είναι οι ανθρώπινοι λύκοι, που φέραν δυστυχήματα και κίντυνον εις τον τόπον. Ας όψονται.
... Αυτοί γίναν οι σημαντικοί της Πατρίδος και οι άλλοι να χαθούν. Δεν ξηγιώνται γλυκότερα να φυλάξωμεν Πατρίδα και να δούμεν λευτερίαν πραγματικήν. Ρωμαίγικον δεν φτιάχνεται χωρίς ούλλοι να θυσιάσουν αρετήν και πατριωτισμόν. Και χωρίς να πάψει η μέσα, η δική μας τυραγνία.
Και βγήκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνήτες, Έλληνες, σπορά της εβραιουργιάς, που είπαν να μας σβήσουν την Αγία Πίστη, την Ορθοδοξία διότι η Φραγκιά δεν μας θέλει με τέτοιο ντύμα Ορθόδοξον.
Και εκάθησα και έκλαιγα δια τα νέα παθήματα. Και επήγα πάλιν εις τους φίλους μου τους Αγίους. Άναψα τα καντήλια και ελιβάνισα λιβάνιν καλόν αγιορείτικον. Και σκουπίζοντας τα δάκρυά μου τους είπα: «Δεν βλέπετε που θέλουν να κάμουν την Ελλάδα παλιόψαθα; Βοηθείστε, διότι μας παίρνουν, αυτοί οι μισοέλληνες και άθρησκοι, ό,τι πολυτίμητον τζιβαϊρικόν έχομεν.
Φραγκεμένους μας θέλουν τα τσογλάνια του τρισκατάρατου του Πάπα. Μην αφήσετε, Άγιοί μου αυτά τα γκιντί πουλημένα κριγιάτα της τυραγνίας να μασκαρέψουν και να αφανίσουν τους Έλληνες, κάνοντας περισσότερα κακά από αυτά που καταδέχθηκεν ο Τούρκος ως τίμιος εχθρός μας».
Ένας δικός μου αγωνιστής μου έφερε και μου διάβασεν ένα παλαιόν χαρτί, που έγραψεν ο κοντομερίτης μου Άγιος παπάς, ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Τον εκρέμασαν εις ένα δέντρον Τούρκοι και Εβραίοι, διότι έτρεχεν ο ευλογημένος παντού και εδίδασκεν Ελλάδα, Ορθοδοξία και Γράμματα. Έγραφεν ο μακάριος εκείνος ότι: «Ένας άνθρωπος να με υβρίσει, να φονεύσει τον πατέρα μου, την μητέρα μου, τον αδελφόν μου και ύστερα το μάτι να μου βγάλει, έχω χρέος σαν χριστιανός να τον συγχωρήσω. Το να υβρίσει τον Χριστόν μου και την Παναγία μου, δεν θέλω να τον βλέπω». ...
Και είπαν οι άθρησκοι που εβάλαμεν εις τον σβέρκο μας να μη μανθάνουν τα παιδιά μας Χριστόν και Παναγίαν, διότι θα μας παρεξηγήσουν οι ισχυροί.
Και βγήκαν ακόμη να’ ποτάξουν την Εκκλησίαν, διότι έχει πολλήν δύναμη και την φοβούντα. Και είπαν λόγια άπρεπα δια τους παπάδες.
Εμείς, με σκιάν μας τον Τίμιον Σταυρόν, επολεμήσαμεν ολούθε, σε κάστρα, σε ντερβένια, σε μπογάζια και σε ταμπούργια. Και αυτός ο Σταυρός μας έσωσε. Μας έδωσε την νίκη και έχασε (οδήγησε σε ήττα) τον άπιστον Τούρκον.
Τόση μικρότητα στον Σταυρό, τον σωτήρα μας! Και βρίζουν οι πουλημένοι εις τους ξένους και τους παπάδες μας, τους ζυγίζουν άναντρους και απόλεμους.
Εμείς τους παπάδες τους είχαμε μαζί εις κάθε μετερίζι, εις κάθε πόνον και δυστυχίαν. Όχι μόνον δια να βλογάνε τα όπλα τα ιερά, αλλά και αυτοί με ντουφέκι και γιαταγάνι, πολεμώντας σαν λεοντάρια.
Ντροπή Έλληνες!
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΕΔΩ:
http://www.resaltomag.gr/forum/viewtopic.php?t=5387