Γράφει: Ο Γιώργος Ρούσης
Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Μια από τις πιο αντιδραστικές πτυχές αντιμετώπισης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, της ελληνικής εκδοχής της, και γενικότερα της κυρίαρχης τάξης πραγμάτων, είναι ότι αυτές αντιμετωπίζονται λες και ο κυρίαρχος τρόπος παραγωγής στον οποίο εντάσσονται αποτελεί το τέλος του κόσμου, το τέλος της ιστορίας, και ότι τίποτε άλλο πέρα από αυτόν δεν μπορεί να υπάρξει.
Αν όμως η ανθρωπότητα πορευόταν στη βάση αυτής της συλλογιστικής, τόσο στο πεδίο των θετικών επιστημών όσο και σ' εκείνο της κοινωνικής οργάνωσης, τότε ο Ηλιος έπρεπε να γυρίζει γύρω από τη Γη και όχι το αντίστροφο, όπως συμβαίνει στην πραγματικότητα· τότε ο γύρος του κόσμου σε ογδόντα μέρες θα ήταν ακόμη μόνον ένα παραμύθι κι όχι μια μάλλον πανεύκολα υλοποιήσιμη δυνατότητα· τότε δεν θα κυριαρχούσαν οι αυτόματες μηχανές και οι κομπιούτερ, αλλά ο μύλος και το άροτρο· τότε η ανθρωπότητα θα παρέπαιε ακόμη στο δουλοκτητικό σύστημα...
Να, όμως, που, αν ακόμη και μεγάλοι επαναστάτες όπως ο Σπάρτακος ήταν δύσκολο να διανοηθούν έναν κόσμο πέρα από τον υπάρχοντα κατά την εποχή τους και εν προκειμένω ένα κόσμο με καταργημένη τη δουλεία(1), αυτή καταργήθηκε στο μεγαλύτερο τμήμα της ανθρωπότητας, και το ίδιο συνέβη αργότερα με τη φεουδαρχία, αλλά και με το απολυταρχικό κράτος, για να φθάσουμε στις σύγχρονες αστικές δημοκρατίες.
Σε αντίθεση λοιπόν με το πώς την αντιμετωπίζει η αστική ιδεολογία και η εγκλωβισμένη στη δίνη της αναρχίας της αγοράς τεχνοκρατική σκέψη, η υπάρχουσα πραγματικότητα πρέπει να αντιμετωπίζεται διαλεκτικά, να αντιμετωπίζεται δηλαδή στην κίνησή της και όχι στατικά, να αντιμετωπίζεται όχι ως κάτι μόνιμο και αμετακίνητο αλλά ως φορέας μιας παρελθούσας ιστορικής εξέλιξης και ταυτόχρονα ως φορέας μιας μελλοντικής προοπτικής.
Οπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Γκιόργκ Λούκατς, «μόνον όταν ο άνθρωπος είναι σε θέση να συλλάβει το παρόν ως γίγνεσθαι, αναγνωρίζοντας τις τάσεις η διαλεκτική αντίθεση των οποίων του επιτρέπει να δημιουργήσει το μέλλον, [αυτό] το παρόν, μπορεί να γίνει το παρόν του. Μόνον όποιος έχει την έφεση και τη θέληση να γεννήσει το μέλλον μπορεί να δει τη συγκεκριμένη αλήθεια του παρόντος»,(2) μπορεί να δει ότι «μες στο [τωρινό] σκοτάδι βρίσκεται το [φωτεινό μας] μέλλον.»(3)
Μόνον μέσα από μια τέτοια ουτοπική (υπό την έννοια του μη υπάρχοντος και όχι του ανέφικτου) οπτική γωνία είναι δυνατόν να βρεθούν λύσεις ικανές να μας βγάλουν από τη σημερινή δομική κρίση του συστήματος.
Σε αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή το παρόν αντιμετωπίζεται ως κάτι το αξεπέραστο και οι εγγενείς αντιθέσεις του, από φορείς προόδου που μπορεί να γίνουν αν επιλυθούν με την υπέρβασή τους, αντιμετωπιστούν με μέτρα που το μόνο που κάνουν είναι να τις αναπαράγουν και μάλιστα με οξυμένη μορφή, τότε είναι βέβαιο ότι όχι μόνον δεν θα βγούμε από τη βαρβαρότητα αλλά θα βυθιστούμε ακόμη βαθύτερα σ' αυτήν.
Ας τολμήσουμε λοιπόν να στοχαστούμε πέρα και έξω από το στενό πλαίσιο του κυρίαρχου παρόντος, πέρα και έξω από τον ανορθολογισμό που αυτό γεννά και οι ιδεολογικοί του εκπρόσωποι μονοδιάστατα αναπαράγουν. Ας τολμήσουμε να φανταστούμε ότι ένας άλλος κόσμος πέρα και έξω από την προϊστορία της ανθρωπότητας που μας καταδυναστεύει είναι εφικτός.
Ας «επιβιβαστούμε /στις ράχες των γλάρων/ με τους αμετάφραστους πόθους μας».(4)
(1) Βλέπε Ρίγκομπερτ Γκίντερ, «Η εξέγερση του Σπάρτακου», «Σύγχρονη Εποχή» 1988, σελίδα 37.
(2) Georg Lukacs, «Histoire et conscience de classe», «Les Editions de minuit», 1960, σελίδα 251.
(3) Από το ποίημα «Για την αυτοκτονία του πρόσφυγα Β. Μπ.» του Μπέρτολντ Μπρεχτ.
(4) Από το ποίημα «Alles ist Weg» της Νάντιας Γαβαλά.
Πηγή:
http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=138772