Γιατί δεν ανοίγει ο Φάκελος Κύπρου (Η Έκθεση για την Εισβολή των Τούρκων)
Του Αντώνη Κακαρά
http://kakaras.wordpress.com/
Μ’ όλη την «κρίση» που μαστίζει τον τόπο, τους εργαζόμενους, το πολιτικό σύστημα (από την έλλειψη αξιών και πολιτικής ηθικής στους κυβερνώντας μεταπολεμικά τη χώρα μας), είναι σκόπιμη μια ματιά στις μέρες εκείνες του ’74 και σ’ ότι ακολούθησε, με ευκαιρία την επέτειο σε λίγο του πραξικοπήματος στην Κύπρο και της εισβολής των Τούρκων
Εκτιμάται πως εάν δημοσίευαν όλα τα άκρως απόρρητα έγγραφα πριν το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου το 1974 αλλά και μετά, το Κυπριακό θα είχε άλλη εξέλιξη.
Ο κόσμος δικαιούται να γνωρίζει τα τεκταινόμενα πίσω από κλειστές πόρτες επιτελείων, υπουργείων, μυστικών υπηρεσιών, σαλονιών …. ειδικά σε περίεργες περιόδους και όταν, τα διαχειρίζονται επικίνδυνοι άνθρωποι και συμπράττουν προς όφελος ξένων συμφερόντων Τότε μόνον η διαφάνεια μπορεί να διασώσει κάτι.
Την τελευταία ημέρα του 1974 το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) υποβάλλει αναλυτική έκθεση υπογραμμένη από τον διοικητή του αντιστράτηγο Καραγιάννη, που είχε τοποθετηθεί στη μεταπολίτευση από τον Καραμανλή και αντιμετώπισε τον ΑΤΤΙΛΑ ΙΙ.
Σε εξήντα δύο σελίδες καταγράφονται οι απόψεις για τα συμβάντα του επιτελείου εθνικής φρουράς Κύπρου.
Μόνον από «αυστηρώς στρατιωτική πλευρά», αποκλείοντας την ευκαιρία να προσεγγισθούν οι ουσιαστικοί πολιτικοί παράγοντες, της ανάμειξης Αμερικανών και Βρετανών, του πραξικοπήματος, των εμπλοκών χουντικών με μακαριακούς, του ρόλου ΕΟΚΑ Β κ.λ.π.
Με λίγα λόγια η διαταγή, βάσει της οποίας υποβάλλεται αυτή η αναφορά, απαγορεύει στους στρατιωτικούς, να αναφερθούν επί της ουσίας των αιτιών της όλης υπόθεσης του κυπριακού ζητήματος.
Το χαρακτηριστικό για την περιγραφή τής προ της εισβολής κατάστασης στην Κύπρο, είναι η ισοπέδωση των γεγονότων και η μη προβολή του πραξικοπήματος, ως του πλέον σημαντικού και καθοριστικού, που έδωσε την αφορμή στους Τούρκους για την επέμβαση. Αναφέρει για διαμάχη μεταξύ ελληνικής και κυπριακής κυβέρνησης, και όχι για υπονόμευση του Μακαρίου.
Αποδίδει στη δημιουργία του Επικουρικού Σώματος ευθύνη για επιδείνωση της κατάστασης, για προνομιακή μεταχείριση των μελών του, για απροκάλυπτη εμπάθεια μεταξύ των ανδρών του έναντι της ΕΦ (Εθνικής Φρουράς).
Καταγράφει τη δυσφημιστική εκστρατεία εναντίον του συνόλου των Ε/Ε αξιωματικών «..διά του Τύπου και δημοσίως..»
Όσο για την εξαγγελία της μείωσης της στρατιωτικής θητείας από τον Μακάριο, ενώ την ίδια στιγμή διαφωνεί το ΓΕΕΦ, αυτά, γράφει, είχαν ως αποτέλεσμα την δημιουργία «αντιμιλιταριστικού πνεύματος».
Το πραξικόπημα αναφέρεται ως «τα γεγονότα της 15-7-74» τα οποία και ήσαν το «…αποκορύφωμα της διαμάχης» ενώ «… η συμμετοχή της ΕΦ εις ταύτα υπήρξεν απροκαλύπτως ενεργός.»
Έτσι η προσπάθεια για ανατροπή του Μακαρίου, οι νεκροί του πραξικοπήματος, οι λεηλασίες κ.λ.π. δεν είναι παρά ΄΄αποκορύφωμα μιας διαμάχης΄΄.
Επομένως η ευθύνη βαρύνει και τους Κύπριους, συμπεραίνει ο αναγνώστης της έκθεσης, με τον τρόπο που παρουσιάζεται.
Με λίγα λόγια, ο ανίδεος παραλήπτης της αναφοράς τάσσεται με την άποψη πως, ήταν αναπόφευκτο το πραξικόπημα, αφού η διαμάχη πήρε τέτοια έκταση.
Όσο για τους Τούρκους, στην αρχή παρακολουθούσαν τα συμβαίνοντα με ΄΄χλιαρή αντίδραση΄΄ «..δηλούντων ότι η εν Κύπρω αναταραχή αποτελεί εσωτερικόν θέμα των Ε/Κ..».
Παράλληλα κυκλοφορούσαν από αγνώστους διάφορες φήμες, βασιζόμενες σε δηλώσεις του Κίσιντζερ «…ότι ο αμερικανικός παράγων ηυνόει τας εν Κύπρω πολιτικάς εξελίξεις δημιουργουμένου ούτω ενός αισθήματος ασφαλείας εξ εξωτερικής απειλής…».
Οι Τούρκοι από τις 18 Ιουλίου εκδηλώνουν, κατά τον συντάκτη της έκθεσης, ανησυχία για την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων, ενώ άρχισαν να έρχονται και πληροφορίες για συγκέντρωση στρατευμάτων στις απέναντι τουρκικές ακτές και τέλος για τον απόπλου των τουρκικών πλοίων.
Η περιγραφή τελειώνει με την προσεκτική διατύπωση πως η Τουρκία «…ήρχισε να διαφαίνεται ότι επεδίωκε να εκμεταλλευτεί την σημειωθείσαν ενδοελληνικήν πολιτικήν κρίσιν εν Κύπρω…» αλλά εκτιμάτο πως «…η επέμβασις του αμερικανικού παράγοντος θα απέτρεπε την εισβολήν.»
Κανένα συσχετισμό δεν κάνει ο συντάκτης της έκθεσης, του απόπλου των Τούρκων στις 19 Ιουλίου με το προ τεσσάρων ημερών πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Έχουμε απλά «ενδοελληνική πολιτική κρίση», που εκμεταλλεύονται οι Τούρκοι και τίποτε άλλο.
Εκεί όμως που δεν κρύβονται οι πικρόχολες παρατηρήσεις και περιγραφές είναι στα αφορούντα τον οπλισμό (ελλείψεις), το τηλεπικοινωνιακό υλικό (παλαιό, ανομοιογενές), τα πυρομαχικά (ελλείψεις), την εκπαίδευση. Δεν αναφέρεται στη πλημμελή συντήρηση των αρμάτων, η οποία οδήγησε στην ελάχιστη χρησιμοποίησή τους. Όσο για το ηθικό των Μονάδων «…προ του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου δεν ευρίσκετο εις καλήν κατάστασιν λόγω της δεδηλωμένης εχθρότητος..» όλων στην Κύπρο έναντι των Ελλήνων εξ Ελλάδος αξιωματικών και της ΕΦ γενικότερα.
Είναι έτσι διατυπωμένο, ως να βελτιώνεται το ηθικό μετά το πραξικόπημα, αλλά αμέσως μετά συμπληρώνει πως «…η εμπλοκή της ΕΦ εις το πραξικόπημα επέδρασεν δυσμενώς επί του ηθικού των Μονάδων..» Η μαχητική αξία που άμεσα συναρτάται με το ηθικό των Μονάδων, με την εκπαίδευση, τον οπλισμό κ.ο.κ. μέχρι την 15-7-1974 ήταν καλή, αλλά μετά «..την ατυχή έκβασιν των επιχειρήσεων κατά την 1ην φάσιν, η μαχητική αξία της ΕΦ κατήλθεν εις κατάστασιν κάτω του μετρίου». Μετά δε το πέρας όλων των επιχειρήσεων η μαχητική αξία της εθνικής φρουράς (ΕΦ) ήταν ΄΄ανύπαρκτη (του πεζικού), μέτρια των τεθωρακισμένων, λίαν καλή του πυροβολικού και καλή μέχρι λίαν καλή των καταδρομών΄΄.
Στις παρατηρήσεις και τα αποτελέσματα της επιστράτευσης σημειώνεται, πως αυτή απέτυχε γιατί κηρύχθηκε μετά την εκδήλωση της εχθρικής επίθεσης, η διασπορά δεν έγινε έγκαιρα, οι έφεδροι πήγαιναν στις μονάδες διασποράς, αλλά ο οπλισμός ήταν αλλού και με μεγάλες ελλείψεις. (Τονίζεται πως κατά την επιστράτευση, οι έφεδροι παρουσιάζονταν στις πλησιέστερες μονάδες, και όχι σ’ εκείνες που ήταν ορισμένοι, ενώ οι αποθήκες οπλισμού και εφοδίων σε αρκετές περιπτώσεις είχαν λεηλατηθεί κατά το πραξικόπημα. Το αποτέλεσμα είναι αλλού να περισσεύουν άνδρες και αλλού να λείπουν.)
Στην περιγραφή της κατάστασης των εχθρικών δυνάμεων δεν είναι μεμψίμοιρη η έκθεση του Καραγιάννη.
Οι Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι είχαν μεγάλο αριθμό ανδρών στις Μονάδες τους, οπλισμό σύγχρονο, ευάριθμους Τούρκους αξιωματικούς στις Τ/Κ Μονάδες, άριστες επικοινωνίες, καλή προπαρασκευή κ.λ.π.
Αντίθετα οι Μονάδες της ΕΦ και κυρίως οι ΜΚ (Μονάδες Καταδρομών) είχαν φύγει από τις θέσεις τους και οι περισσότερες βρίσκονταν μέσα στη Λευκωσία για τις ανάγκες του πραξικοπήματος, «..αι πλείσται των διαταγών εδίδοντο προφορικώς, υπό του Α/ΓΕΕΦ απ’ ευθείας εις τους διοικητάς των Μονάδων..», μερικές Μονάδες είχαν κινηθεί προς Λεμεσό και Πάφο «.. την νύχτα 16/17-7-74 διά την εξουδετέρωσιν αντιστάσεων..» όσο για τα όπλα ΄΄ενίων΄΄ επιστρατευομένων Μονάδων «…ιδία εις την περιοχήν Λεμεσού εχορηγήθη, υπό συνθήκας πλήρους συγχύσεως, οπλισμός διά τον εξοπλισμόν προσελθόντων εφέδρων και μελών της ΕΟΚΑ Β΄, άνευ χρεώσεως..»
Παράλληλα οι δυνάμεις ασφαλείας αποδυναμώθηκαν και «..άοπλοι και διηρημέναι, απετέλουν απλούν θεατήν πάσης φύσεως παρανομίας. Ανάλογον ηθικήν και ψυχολογικήν αποδυνάμωσιν υπέστη και η ΕΦ».
Η κατάσταση της άμυνας της Κύπρου, όπως την περιγράφει η έκθεση του ΓΕΕΦ, δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες, όσον αφορά την στρατιωτική πλευρά. Είναι σαφής και πλήρης. Εκεί που πάσχει είναι στην προβολή των αιτίων της εισβολής, στην αποδυνάμωση του πραξικοπήματος ως τέλειας αφορμής και στον επιμερισμό των ευθυνών Μακαρίου/οπαδών του και των αντιπάλων του χούντας/ΕΦ για την προ του πραξικοπήματος «ενδοελληνική πολιτική κρίση».
Ο Καραγιάννης και το επιτελείο του θέλουν να μοιράσουν στη μέση τις ευθύνες, ως να ήταν ο μεν Μακάριος νομάρχης, η δε Κύπρος ελληνικό νησί με τριβές στο εσωτερικό του και όχι για ανεξάρτητο κράτος με κυβέρνηση, πρόεδρο κ.ο.κ.
Όσον αφορά τις επιχειρήσεις, καταγράφονται οι κινήσεις των Τούρκων, οι αδυναμίες και καθυστερήσεις των Ελλήνων και Ε/Κ, η γενική σύγχυση από την ΄΄αιφνιδιαστικήν επίθεσιν΄΄, ενώ παρακολουθούσαν λεπτό προς λεπτό την έλευση της δύναμης απόβασης και εισβολής «…χαρακτηριστικώς το ΑΕΔ συνίστα ΄΄αυτοσυγκράτησιν΄΄ προκειμένου να διαπιστωθεί μήπως επρόκειτο διά ρίψιν εφοδίων και ουχί δι’ αλεξιπτωτιστάς..»!!
Μέχρι τότε το ΑΕΔ διαβεβαίωνε το ΓΕΕΦ, πως δεν πρόκειται για εισβολή αλλά για άσκηση! Στη φάση αυτή οι δυνάμεις των Ελλήνων «..ήρξαντο την εκκαθάρισιν των Τ/Κ θυλάκων και εστιών και την περίσχυσιν των ισχυροτέρων τοιούτων..». Οι άνθρωποι διατάχθηκαν να κάνουν εθνοκάθαρση υλοποιώντας το ισχύον σχέδιο αντιμετώπισης εισβολής και την ίδια στιγμή οι Τούρκοι ισχυροποιούσαν τον θύλακα στην περιοχή αποβάσεως.
Η περιγραφή των δραστηριοτήτων των ελληνικών δυνάμεων, αναφέρει για διάφορες Μονάδες πως «…αι διαταχθείσαι ενέργειαι, πλην ασημάντων τοπικών επιτυχιών εν τω συνόλω τους απέτυχον….το τάγμα..ουσιαστικώς απεδιοργανώθη του διοικητού του σοβαρώς τραυματισθέντος …υπολείμματα τούτου αφίχθησαν εις …..δεν ηδυνήθη εξαλείψει το προγεφύρωμα λόγω βομβαρδισμού και της διστακτικότητος ( του διοικητού του….η επιθετική αναγνώρισις ανεκόπη λόγω εκτεταμένης πυρκαϊάς εις θαμνώδη έκτασιν …νυκτερινή ενέργεια ανεκόπη λόγω καταιγιστικών πυρών…ηναγκάσθησαν να συμπτυχθούν…..τα τάγματα.. διελύθησαν εξ ολοκλήρου… η Μονάδα ενεκλωβίσθη και διετάχθη να αυτοδιαλυθή… » Μνημονεύει και τις Τ/Λ 1 και 3 που επιτέθηκαν αλλά καταστράφηκαν με θυσία του Τσομάκη και του πληρώματός του, καθώς και τη Νο 2 που ΄΄εξώκειλεν εις την ακτήν..εγκαταληφθείσα…΄΄.
Όσο για τη δράση των Τούρκων είναι μια συνεχής παράθεση των ενεργειών τους με συχνή χρήση των εκφράσεων «..επολυβόλησαν …εβομβάρδισαν …προσήγγισαν… απεβίβασαν …αντιτορπιλικά ενεφανίσθησαν..» κ.λ.π.
Σημειώνει μία επιτυχία «…της καταλήψεως του χωρίου ΠΥΛΕΡΙ, το οποίον {όμως} ανακατελήφθη υπό του εχθρού…». Το πυροβολικό είναι το μόνο, όπως και οι καταδρομείς και τα αντιαεροπορικά, που εμφανίζονται να δρουν αποτελεσματικά. Στις 22 Ιουλίου καταρρίπτονται δέκα εχθρικά αεροσκάφη. Την ίδια μέρα και ώρα 1600 γίνεται η κατάπαυση του πυρός και οι ελληνικές δυνάμεις διατάσσονται να αναδιοργανωθούν στις 1830. Δεν επιτρέπει όμως το ΓΕΕΦ να μετακινηθούν Μονάδες που αντιμετωπίζουν «..κίνδυνον αποκοπής των συνεπεία διαρροής τμημάτων…»
Είναι γνωστό πως οι Τούρκοι εκμεταλλεύτηκαν την κατάπαυση του πυρός και συνέχισαν τις επιχειρήσεις για διεύρυνση του προγεφυρώματος και ένωσή του με τον θύλακα της Λευκωσίας, ενώ οι Έλληνες προσπαθούσαν να αναδιοργανωθούν.
Αυτή είναι και η μεγάλη προσφορά της κυβέρνησης των Αθηνών διά του Αραπάκη στους Τούρκους και τους Αμερικανούς. Δώρο τόσες ώρες συνέχισης μονομερώς των επιχειρήσεων, όσες ακριβώς χρειάζονταν για να ολοκληρώσουν τον πρώτο τους στόχο και να αποβιβάσουν την υπόλοιπη δύναμη που δεν είχαν προλάβει.
Την άλλη ημέρα της ανακωχής το πρωί 0800 εμφανίζονται ένδεκα πλοία τουρκικά και ένα βρετανικό ελικοπτεροφόρο «..εγγύς των ακτών της Κυρήνειας…πλην του βρετανικού, προσήγγισαν το προγεφύρωμα, απεβίβασαν στρατεύματα, άρματα, οχήματα και υλικά…»
Στα επιμέρους συμπεράσματα και τις παρατηρήσεις ο Καραγιάννης και οι επιτελείς του απαριθμούν σειρά αιτιών όπως: Η αποτυχία της επιστράτευσης, οι ελλείψεις στο υλικό επιστράτευσης αλλά και τα διπλά καθήκοντα αξιωματικών του επιτελείου και συγχρόνως διοικητών Μονάδων επιστράτευσης, (που σημαίνει πως δεν επαρκούσαν οι αξιωματικοί), η αδυναμία στις ασύρματες επικοινωνίες, η διστακτικότητα στη λήψη αποφάσεων «..περισσότερον του δέοντος..» η κίνηση των Μονάδων την ημέρα και μάλιστα συντεταγμένων με αποτέλεσμα να τις προσβάλλουν οι Τούρκοι με σοβαρές απώλειες και διάλυση δύο ταγμάτων, ενώ ομολογείται πως «…ουδεμία συγκεκροτημένη Μονάς ενήργησεν κατά του Π/Γ {Προγεφυρώματος}.
Να θυμηθούμε πως ο ίδιος ο Καραγιάννης σε προηγούμενη έκθεση στηλιτεύει την κίνηση τουρκικών Μονάδων την ημέρα συντεταγμένων και τη θεωρεί απαράδεκτη, αλλά πουθενά δεν μνημονεύει εάν προσβλήθηκαν εκείνες και διαλύθηκαν, όπως οι ελληνικές. Σημειώνει ότι «…αι αναμενόμεναι και μη πραγματοποιούμεναι ενισχύσεις εξ Ελλάδος και ιδία αι αεροποιρικαί τοιαύται επέφερον πτώσιν του ηθικού…».
Να υπενθυμίσουμε επίσης εδώ πως, ο τότε αρχηγός της αεροπορίας Παπανικολάου τιμήθηκε, όπως και ο αντίστοιχος του ναυτικού Αραπάκης, με τον τίτλο του επιτίμου αρχηγού του όπλου του, που σημαίνει πως εκτέλεσε τα καθήκοντά του με άριστο τρόπο.
Δεν υπήρξαν διώξεις, ούτε επίσημες αποκαλύψεις του ρόλου και των παραλήψεων της ηγεσίας εκείνων των ημερών.
Εν τούτοις λειτούργησαν στρατοδικεία στην Ελλάδα, με παραπομπή περιορισμένου αριθμού μεσαίου βαθμού αξιωματικών για την στάση, που τήρησαν την ώρα της μάχης. Ωσάν να εξαντλείται με τον τρόπο αυτό η περί δικαίου αντίληψη της πολιτείας από τα συμβάντα στην Κύπρο.
Δεν προκύπτει πως υπήρξαν και καταδίκες. Με το δίκιο τους επομένως όσοι γνωρίζουν αυτές τις παραπομπές και κύρια οι στρατιωτικοί, να λένε πως, πάλι ένστολοι μικρού βαθμού πλήρωσαν (ανεξάρτητα από τις αθωώσεις) για ότι έγινε στην Κύπρο!
Και οι μαχητές μαζί με το λαό στην Κύπρο περίμεναν τα αεροπλάνα και τα υποβρύχια από την Ελλάδα να αναπτερωθεί το ηθικό τους!
Είναι χρήσιμο το συμπέρασμα, που καταλήγει ο αναγνώστης της έκθεσης, πως η Κύπρος αφέθηκε αβοήθητη, οι εκεί δυνάμεις ήταν μέτρια εξοπλισμένες, βρίσκονταν εκτός των θέσεων για υπεράσπιση του νησιού λόγω του πραξικοπήματος, πολλές διαλύθηκαν, το στρατηγείο δεν είχε την ικανότητα/ δυνατότητα/ σθένος να διευθύνει τον αγώνα, το ΑΕΔ βοηθούσε στην αποδιοργάνωση και διάλυση αντί στην ισχυροποίηση της άμυνας κ.λ.π.
Η ΕΛΔΥΚ, οι καταδρομείς, το πυροβολικό και τα στελέχη (δηλαδή οι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, που πουθενά όμως δεν αναφέρονται, σε αντίθεση με τους αξιωματικούς) κρατούσαν, πολέμησαν και έκαναν ό,τι μπορούσαν.
Αυτή η διαπίστωση διατρέχει την έκθεση του Καραγιάννη, ο οποίος παραλαμβάνει καθήκοντα στις 7 Αυγούστου, έχοντας έλθει από την Ελλάδα στη Λεμεσό το απόγευμα της προηγουμένης.
Εν τω μεταξύ στη Γενεύη διεξάγονται οι συνομιλίες Ελλήνων, Τούρκων και Κυπρίων αντιπροσώπων, και στην Ελλάδα ο Καραμανλής έχει σχηματίσει κυβέρνηση απ’ όλα τα Κόμματα πλην της αριστεράς.
Στην περίοδο από 22 Ιουλίου μέχρι 13 Αυγούστου οι μεν Τούρκοι συνεχίζουν τις επιχειρήσεις, όπου χρειάζεται, για επέκταση του θύλακα που είχαν καταλάβει, και το ΓΕΕΦ προσπαθεί, να ανασυγκροτήσει τις διαλυμένες σχεδόν δυνάμεις της ΕΦ.
Στο διάστημα μέχρι την επόμενη επίθεση των Τούρκων οι προσπάθειες να ανασυγκροτηθούν οι ελληνικές δυνάμεις φαίνεται πως αποδίδουν, αλλά όχι σε επιθυμητό επίπεδο. Ως ΄΄γενική εντύπωση΄΄ κυριαρχεί η «…άμεσος ανάγκη καταπαύσεως του πυρός προς αποφυγήν ολοσχερούς διαλύσεως των Μονάδων ΕΦ…»
Η πιο δραματική επισήμανση του προηγούμενου αρχηγού ΓΕΕΦ εμφανίζεται σε αναφορά/σήμα του προς ΑΕΔ στις 29 Ιουλίου σύμφωνα με το οποίο οι Μονάδες έχουν φτάσει στα πρόθυρα αποσύνθεσης, παρουσιάζονται σοβαρά κρούσματα αυτοδιάλυσης, που παίρνουν τη μορφή ανταρσίας και εκτιμά πως, εάν καθυστερήσει η υπογραφή συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός η διάλυση θα είναι πλήρης, το δε στράτευμα και ο πληθυσμός θα στραφούν κατά των Ελλήνων αξιωματικών και γενικότερα κατά της Ελλάδας.
Με άλλη αναφορά στις 1 Αυγούστου παρουσιάζει τον τρόμο, που προκαλούν τα τεθωρακισμένα των Τούρκων στη θέα των οποίων, τρέπονται σε φυγή και διαλύονται οι Μονάδες. Δεν είναι παράλογο το φαινόμενο αφού, και η έκθεση σημειώνει πως τα τεθωρακισμένα μόνον με Τ/Θ θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν. Τονίζει πως η δέσμευση του πυροβολικού για τήρηση της εκεχειρίας, τη στιγμή που οι Τούρκοι προέβαιναν σε επιχειρήσεις, «…ήτο βασικός συντελεστής επιτυχίας των εχθρικών ενεργειών…» Ειδικά αυτή η παρατήρηση ενισχύει την άποψη της μοιρολατρικής αποδοχής, αν όχι της άτυπης συμφωνίας στο παρασκήνιο, για κατάληψη συγκεκριμένης περιοχής από τους Τούρκους.
Η έκθεση για την τελευταία φάση των επιχειρήσεων παρουσιάζει και τα μόνα υπογραμμισμένα σημεία. Το πρώτο είναι εκείνο της διαταγής του ΑΕΔ μετά τις πρωινές ώρες της 14ης Αυγούστου που έχει αρχίσει ο ΑΤΤΙΛΑΣ- ΙΙ και καθορίζει « ν’ αποφευχθεί εγκλωβισμός των τμημάτων Βορ. της γραμμής ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ-ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ».
Αμέσως μετά έπεται η εντολή του ΥΕΘΑ (Αβέρωφ) να εκδώσει το ΓΕΕΦ τις απαραίτητες διαταγές για «την απαγγίστρωσιν των τμημάτων και την αποφυγήν της αιχμαλωσίας των».
Είναι καθαρό πως, ο μεν Αβέρωφ διατάσσει στην ουσία, να υποχωρήσουν όλοι και να μην προβληθεί πουθενά αντίσταση (η μόνη περίπτωση που θα υπήρχαν αιχμάλωτοι), ο δε αρχηγός ενόπλων δυνάμεων καθορίζει τη γραμμή υποχώρησης, που δεν είναι άλλη από τη σημερινή.
Η συμπλήρωση της γραμμής υποχώρησης βορειοδυτικά της Λευκωσίας γίνεται με πρόταση του Καραγιάννη ο οποίος «..επρότεινεν έγκαιρον ωσαύτως απαγκίστρωσιν των δυνάμεων ΕΦ του Δυτικού Τομέως (ΜΥΡΤΟΥ- ΛΙΟΡΙΟΣ- ΣΚΥΛΛΟΥΡΑ).
Αυτά τα σημεία αποτελούν ισχυρή ένδειξη, είναι δε τα πιο σοβαρά της έκθεσης και προκαλούν ερώτημα εάν υπήρξε αναγκαστική αποδοχή και συνεννόηση στο παρασκήνιο της Γενεύης για διαίρεση της Κύπρου, εκεί που είναι σήμερα.
Ο δε αποτυπωμένος χάρτης της Κύπρου σε κάρτες, που βρέθηκαν σε Τούρκους στρατιώτες στη διάρκεια των επιχειρήσεων και περιελάμβανε ολόκληρη τη Λευκωσία υπό τουρκική κατοχή (τυπωμένες οι κάρτες προ της εισβολής) δείχνουν τον στόχο των Τούρκων για κατάληψη όλης και όχι της μισής πρωτεύουσας του νησιού. Έτσι εξηγούνται και οι αλλεπάλληλες επιθέσεις στον τομέα που κρατήθηκε από το 336 ΤΕ ( επιστράτων ) με διοικητή τον Αλευρομάγειρο.
Και μόνον η ύπαρξη τέτοιων διαταγών, αιτιολογεί τη βιασύνη του Αβέρωφ, να συγκεντρωθούν όλα τα αρχεία και οι εκδοθείσες διαταγές και να σφραγισθούν και παραδοθούν, απαγορεύοντας συγχρόνως το άνοιγμα του φακέλου της Κύπρου.
Η απαγόρευση αυτή ήταν από τις πρώτες του Αβέρωφ και εκδόθηκε αρχές του Οκτώβρη του 1974. Τονίζεται το σημείο αυτό διότι η έκθεση, που παρουσιάζουμε εδώ, εκδίδεται τέλος του Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου.
Ο Καραγιάννης θέλει να αποσείσει την ευθύνη του, για υποχώρηση των δυνάμεων του ΓΕΕΦ και την αποδίδει στον ΥΕΘΑ και το ΑΕΔ. Οι δικές του ευθύνες θα μπορούσαν να εντοπισθούν σε επιμέρους σημεία όσον αφορά την υποχώρηση (π.χ. γιατί εγκαταλείφθηκε η Αμμόχωστος).
Δεν παραλείπει να αναφέρει συνεχώς για αριθμό λιποτακτών «..εις επικίνδυνον βαθμόν..» για διάλυση τμημάτων, για άτακτες υποχωρήσεις, για αποτελεσματική όμως άμυνα της ΕΛΔΥΚ παρά «..τας επιμόνους επιθέσεις ΠΖ-ΤΘ κατά του στρατοπέδου της…».
Το μόνο όνομα στελέχους που αναφέρει η έκθεση είναι του λοχαγού Κάτσιου ο οποίος με τμήμα 50 ανδρών εγκαταστάθηκε νύχτα 16 προς 17 μέχρι πρώτο φως 17 Αυγούστου ανατολικά της αγγλικής βάσης.
Στα συμπεράσματα αυτής της φάσης διαφαίνεται η προσπάθεια να αιτιολογήσει την εγκατάλειψη της Αμμοχώστου, που την αποδίδει στην μη έγκαιρη πρόβλεψη και στην αδυναμία να προετοιμαστεί κατάλληλη άμυνα.
Αλλά τονίζει πως και στις περιπτώσεις αυτές, πάλι δε θα γινόταν τίποτα αφού «…ήτο αμφίβολος η υλοποίησίς της λόγω της αποδιοργανώσεως των Μονάδων ΠΖ της ΕΦ και της πτώσεως του ηθικού τούτων..»
Ο Καραγιάννης πρέπει να είχε συγκεκριμένες διαταγές κατεβαίνοντας στην Κύπρο και αυτές υλοποίησε. Μία απ’ όλες, που οδηγεί σε αμυντικό αγώνα και υποχωρήσεις, είναι να μην υπάρξουν άλλα θύματα από συγκρούσεις. Από τις 17 Αυγούστου μέχρι της υποβολής της έκθεσης στις 31 Δεκεμβρίου λίγα είναι τα αξιόλογα σημεία.
Οι Τούρκοι ισχυροποιούν την παρουσία τους και όπου κρίνουν απαραίτητο επιτίθενται, οι ελληνικές δυνάμεις προσπαθούν να αναδιοργανωθούν, ο Καραγιάννης ασχολείται ακόμα και με την «…συμφιλίωσιν των αντιμαχομένων πολιτικών παρατάξεων, και την επίτευξιν εσωτερικής ηρεμίας…».
Ένα παρήγορο σημείο εδώ (εκτός του αγώνα του ΤΕ 336) είναι η μάχη με υψηλό ηθικό και σθένος και η αντίσταση σε αλλεπάλληλες προσπάθειες υπέρτερων τουρκικών δυνάμεων να καταλάβουν το χωριό Πυρόϊ, που τελικά πέτυχαν. Παράλληλα ομάδες της ΕΟΚΑ Β΄ περιφέρονται στην περιοχή κυρίως της Λεμεσού και «…προβαίνουν εις αυθαιρεσίας…» ενώ οι αστυνομικές δυνάμεις αδυνατούν να επέμβουν.
Ο Αβέρωφ στέλνει πάλι εντολή ότι σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης «…επιθυμούμεν σοβαράν μεν γνωστήν {;} παρενόχλησιν, αποφυγήν όμως μάχης εκ παρατάξεως ήτις μοιραίως θα διεξαχθή υπό δυσμενεστάτας συνθήκας…» Πώς να ερμηνεύσει κανείς αυτές τις διαβρωτικές στην ουσία παρεμβάσεις του Αβέρωφ, που είναι και υπουργός εθνικής άμυνας στην Ελλάδα;
Η έκθεση κλείνει με τα γενικά συμπεράσματα και τις παρατηρήσεις, που είναι τα όσα μέχρι τέλους επαναλάμβανε για κακή προετοιμασία, κακό εφοδιασμό, λίγο και παλαιό υλικό κάθε είδους, πολύπλοκα και σχεδόν ανεφάρμοστα σχέδια, στρατηγικό και τακτικό αιφνιδιασμό, αποδυνάμωση της άμυνας με τις εντολές του ΑΕΔ να μην χρησιμοποιηθούν τα Α/Α και το πυροβολικό τις πρώτες ώρες, την αποτυχία της επιστράτευσης, το διαλυμένο ηθικό κ.λ.π.
Αξιοσημείωτες είναι οι παρατηρήσεις του για τα εξ Ελλάδας στελέχη. Ασχολούνται από μακρού λέει ο Καραγιάννης με «..ευδαιμονιστικάς δραστηριότητας…» και τα πολιτικά θέματα αντί της στρατιωτικής ασχολίας τους. Ένα σημαντικό ποσοστό αξιωματικών της ΕΦ ήταν «…μετρίας ποιότητος ή απροετοίμαστον…» αντιμετώπιζαν τον πληθυσμό του νησιού με εχθρική διάθεση, που οδηγούσε σε έλλειψη αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Εν τούτοις παρά τον κλονισμό του ηθικού και την κάμψη της αγωνιστικής διάθεσης στην πρώτη φάση σημαντικού αριθμού αξιωματικών, «…η πλειονότης των εξ Ελλάδος στελεχών επεδείξατο προσωπικήν ανδρείαν και αυταπάρνησιν, πολλών αξιωματικών αγωνισθέντων μόνων επικεφαλής δρακός ανδρών εις πλείστας περιπτώσεις, καθ’ ας τα τμήματα ετρέποντο εις φυγήν…»
Και έτσι ο Καραγιάννης και το επιτελείο του έχουν όλους ευχαριστημένους και κύρια τους αξιωματικούς. Δεν αναφέρει τίποτε για πολιτικούς Κύπρου ή Ελλάδας. Επίσης όλες του οι αναφορές στους στρατευσίμους και επίστρατους Κυπρίους εκτός ελαχίστων περιπτώσεων (καταδρομές) είναι αρνητικές.
Απόλυτος είναι στην εκτίμηση πως, εάν είχαν βοηθήσει αεροπλάνα και υποβρύχια από την Ελλάδα, όπως όλοι περίμεναν, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά.
Στην ιστορία όμως δεν περνάει το «εάν». Για την Αμμόχωστο ξεπερνά πολύ άνετα την εγκατάλειψή της, που έγινε επί δικής του διοικήσεως. Όπως και όλη η φάση του ΑΤΤΙΛΑ-ΙΙ και των λοιπών δράσεων από της παραλαβής του στις 7 Αυγούστου και μετά.
Η έκθεση αυτή ισχυροποιεί στον αναγνώστη την εκτίμηση, πως για τη διαίρεση της Κύπρου στα δύο, υπήρξε στο παρασκήνιο συναίνεση (έστω αναγκαστική).
Αυτό βαραίνει όχι μόνον τους πρωτεργάτες της δικτατορίας (κύρια τον Ιωαννίδη) αλλά στρέφει την προσοχή και στους πολιτικούς της εποχής.
Όσο για το ρόλο των Αμερικανών, Βρετανών και Τούρκων, δεν ωφελεί να μιλάει κανείς για ευθύνες και ηθική, αφού η πολιτική πρακτική στη διεθνή σκακιέρα επιτρέπει τα πάντα, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα, όσων κινούν τα νήματα.
Αυτοί δούλευαν για εκείνων τα συμφέροντα. Με θυσία των ελληνικών και κυπριακών καθώς και κάθε αντιστεκόμενου.
Πώς λοιπόν ν’ ανοίξει ο φάκελος της Κύπρου;
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ο Αντώνης Κακαράς γεννήθηκε στη Γραβιά Φωκίδας το 1945. Αποφοίτησε της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων το 1966 και σταδιοδρόμησε στο ΠΝ μέχρι το 1990, αφού το 1972 καταδικάστηκε σε φυλάκιση από το στρατιωτικό καθεστώς, και παρέμεινε για δέκα πέντε μήνες σε φυλακές.
Διδάσκει από το 2000 ως επιστημονικός συνεργάτης (ΠΔ 407) στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, ενώ το 2004 γίνεται δεκτός ως Διδάκτωρ Νεότερης Ιστορίας και Πολιτικών Επιστημών.
Το 1995 εκδίδεται από τη Γνώση η εργασία του Το Πολεμικό Ναυτικό στη Δικτατορία 1967-1974, και το 2006 από τον Παπαζήση Οι Έλληνες Στρατιωτικοί, (τρίτομο).
Το 2008 εκδίδεται το βιβλίο του Όξω απ’ τ’ Αμπέλια ρεε, και αργότερα την ίδια χρονιά το Off Shore αγάπη μου, ενώ το 2009 το Αλιώρι το κονάκι των χοίρων, επίσης από τον Παπαζήση.
Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, έγγαμος από το 1974 και πατέρας δύο τέκνων.
Στον βρώμικο πόλεμο της Συρίας, είναι “η δική μας πλευρά” που κέρδισε
Πριν από 3 ημέρες